Εορτάζει στις 14 Ιουλίου.
Το 1749 γεννήθηκε στη χώρα της Νάξου Κυκλάδων ο Νικόλαος Καλιβούρτζης. Ο πατέρας του ονομαζόταν Αντώνιος και η μητέρα του Αναστασία. Είχε και ένα μικρότερο αδελφό, τον Πιέρο, που αργότερα έγινε ένας από τους βασικούς συνδρομητές του πολυγραφότατου Αγίου μας. Από μικρό παιδί πήρε την εκκλησιαστική ευσέβεια από την μητέρα του .
Δίπλα στο σπίτι του ήταν ο ενοριακός Ι. Ναός της Αγίας Παρασκευής, στον οποίο σύχναζε σε όλες τις ακολουθίες, όπου και έμαθε πολλούς ύμνους. Ο ιερέας τον έχει μαζί του σ’ όλες τις ιεροπραξίες. Σε ηλικία 12 ετών, εισάγεται στηνονομαστή σχολή της Νάξου, πραγματική Ακαδημία. Λειτουργούσε στην Ι. Μ. του Αγίου Γεωργίου Γρώττας, με Διευθυντή τον αδελφό του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, τον Αρχ. Χρύσανθο τον Εξωχωρίτη.
Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο Νησί του κοντά στον Αρχιμανδρίτη Χρύσανθο, τον αδελφό του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού. Όχι μόνον οι γονείς του, αλλά και ο δάσκαλός του Χρύσανθος αισθάνθηκαν την ανάγκη να τον προωθήσουν για ανώτερες σπουδές. Με πατρική μέριμνατου μητροπολίτη Παροναξίας Άνθιμου Βαρδή, στέλνεται στην «Ευαγγελική Σχολή» της Σμύρνης.
Ο Νικόλαος έγινε γνωστός για την πολυμάθειά του και την δυνατή μνήμη του. Αρκούσε να διαβάσει μία φορά ένα βιβλίο και να το θυμάται πάντα! Η ευφυΐα του, η ταπεινότητά του και ο πληθωρισμός των γνώσεων, εκκλησιαστικών και κοσμικών, τον ανέδειχναν σε δάσκαλο ακόμα και των συμμαθητών του. Πέρα από την βαθιά γνώση των Θεολογικών γραμμάτων και των επιστημών της εποχής, έμαθε τέλεια την Λατινική, την Ιταλική και την Γαλλική Γλώσσα.Μετά από την πενταετή οικότροφη φοίτησή του, σε ηλικία 21 ετών, παρά τις προσπάθειες να μείνει ως δάσκαλος στη Σχολή, αυτός τον νου του τον είχε αλλού…
Το 1770 (ήταν 21 ετών) ο Ρωσικός στόλος κατέκαψε τον Τουρκικό στα Δωδεκάνησα. Οι Τούρκοι για αντίποινα σήκωσαν στην Σμύρνη αντίποινα, όπου έσφαξαν πολλούς Χριστιανούς. Μεγάλο προσφυγικό κύμα φτάνει μέχρι την Πελοπόννησο, ο δε Νικόλαος στη Νάξο. Τότε, για μια πενταετία περίπου εργάστηκε ως Γραμματέας της Μητροπόλεως Παροναξίας. Του πρότεινε μάλιστα να γίνει κληρικός και με τις γνώσεις του να αντιμετωπίσει την θεολογία των Φράγκων, που υπήρχαν στο νησί.
Την εποχή αυτή (1774) βρέθηκαν στην Νάξο εξόριστοι από το Άγιο Όρος, οι υπέρμαχοι της Ορθοδοξίας αγιορείτες πατέρες, Ιερομόναχοι Γρηγόριος και Νήφων και ο Γερο-Αρσένιος. Γνωρίστηκαν και μίλησαν για το «κολυβαδικό» κίνημα, με το οποίο οι μοναχοί υπερασπίζονταν την Κυριακή, ημέρα της Ανάστασης, ημέρα χαράς και όχι… μνημοσύνων και γονυκλισιών! Εκεί τους συνάντησε ο Νικόλαος, και πήρε την ευλογία να μονάσει στο Άγιο Όρος και να γνωρίσει την Φιλοκαλική παράδοση, στοιχεία της οποίας είναι η γιορτή της Ανάστασης, η άσκηση, η νήψη (εσωτερική εγρήγορση) και η καρδιακή προσευχή.
Ζήτησε την ευλογία του επισκόπου και της μητέρας του (ο πατέρας του είχε κοιμηθεί). Παρ’ ότι ο επίσκοπος τον ήθελε κοντά του, δεν τον εμπόδισε. Με την μητέρα του συμφώνησαν την ημέρα της αναχώρησής του να την ανεβάσει στην Ι. Μ. Χρυσοστόμου του νησιού. Η μητέρα του αργότερα κάρηκε μοναχή με το όνομα Αγάθη!Όταν αυτό έγινε και κατέβηκε στην παραλία για να πάρει το πλοιάριο, αυτό αναχώρησε χωρίς να προλάβει ν’ ανέβει. Ο αποφασισμένος Νικόλαος κολυμπώντας ανάγκασε μετά από ώρα να γυρίσουν να τον πάρουν…
Ο Νικόλαος σε πελάγη ευτυχίας, φτάνει το 1775, στο άγιο Όρος, στη Ι. Μ. Διονυσίου. Οι συστατικές επιστολές του Γερο – Σίλβέστρου πολύ τον βοήθησαν. Γνώρισε τους κολυβάδες αδελφούς Σκουρταίους και τον ασκούμενο στην καλύβα της καψάλας μοναχό Ευθύμιο, αργότερα παραδελφό του και βιογράφο του.
Μετά από λίγους μήνες στη Ι. Μ. Διονυσίου και οι αρετές του ανάγκασαν τον ηγούμενο να κάρει μικρόσχημο μοναχό, με το όνομα Νικόδημος. Μετά από δύο χρόνια (1777) έφτασε ο πρώην Κορίνθου άγιος Μακάριος στο Όρος και έμεινε στο κελί «Άγιος Αντώνιος». Από εκεί μήνυσε στο Νικόδημο για συνάντηση.
Με ευλογία έφτασε εκεί και ο άγιος του εμπιστεύτηκε να συντάξει προοίμιο στη «Φιλοκαλία» και τον «Ευεργετινό» και να διορθώσει τυχόν ορθογραφικά σφάλματα. Παρέλαβε ακόμη και το πόνημα περί «Συνεχούς Θείας Μεταλήψεως» για να το πλατύνει με υποσημειώσεις. Το βιβλίο μάλιστα «Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών», που αποτελεί ανθολογία πατερικών κειμένων, είναι έργο του ίδιου του πρώην Κορίνθου αγίου Μακαρίου, ο οποίος το παρέδωσε στον άγιο Νικόδημο, το 1777, «προς πληρεστέραν επεξεργασίαν, συμπλήρωσιν και έκδοσιν», και εξεδόθη το 1782 στην Βενετία. Όλα αυτά έγιναν σ’ αυτό το κελί και με τις συχνές επισκέψεις του Ευθύμιου…
Όταν τελείωσε αυτά τα σημαντικά έργα για το δούλο Ορθόδοξο Γένος, ήλθε στο κελί του Ευθύμιου στην Καψάλα (1778). Εκεί αποκάθαρε τα αβλεπήματα στην «Αλφαβηταλφάβητο» ή «Παράδεισο» του αγίου Μελετίου του Ομολογητή.
Πολλές φορές θελγόταν από τον έρωτα της αναχώρησης και έλεγε: «Πάμε πατέρες μου σε κανένα ερημονήσι για να γλιτώσουμε από τον κόσμο». Έτσι το 1781 (32 ετών), φτάνει με τον γέροντά του στο άνυδρο ερημονήσι της Σκυροπούλας, βόρεια της Εύβοιας. Σύντομα ο γέροντάς του Αρσένιος επέστρεψε στον Άθωνα, ο όσιος όμως έσπερνε χειρονακτικά λίγο σιτάρι και με λίγο νερό είχε τροφή για όλο το χρόνο. Ρούχα του έστειλε ο εξάδελφός του, επίσκοπος Ευρίπου Ιερόθεος, από την Κύμη. Στις τρομερές δυσκολίες της άσκησης ήλθε να προστεθεί η υπερβολική πίεση του Ιερόθεου να …συγγράψει «συμβουλευτικό εγχειρίδιο για Αρχιερείς»…
Στο τέλος ταπεινά το αποδέχτηκε, το οποίο έγραψε με σημειώσεις και παραπομπές, όλες από μνήμης! Οι δαίμονες σε αντιπερισπασμό δεν τον άφηναν σε… χλωρό κλαρί…
Αυτό τον καιρό μετά από δύο χρόνια φοβερής άσκησης, επέστρεψε στο κελί του παραδέλφου του Ιερομόναχου Ευθύμιου στον Άθωνα. Επιθυμούσε περισσότερες μοναχικές υποχρεώσεις, ζήτησε και πήρε το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα από τον γέροντα του Ευθύμιου, Δαμασκηνό Σταυρουδά τον Κολυβά. Ήταν το 1783 (34 ετών).
Με την άδεια του γέροντά του αγόρασε άλλο κελί, στο ύψωμα του Κυριακού Ναού. Σύντομα σε διπλανά κελιά έφτασαν αρκετοί μοναχοί, για να παίρνουν κι αυτοί από τα χαρίσματά του.
Το 1784 δέχτηκε πάλι επίσκεψη του φίλου του Αγίου Μακαρίου για να παραφράσει τα «άπαντα του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου». Ο δεινός ερμηνευτής τελείωσε το έργο το 1790 το οποίο καλλιγράφησε και εξέδωσε με προτροπή του ο φίλος του Κολυβάς Ιερομόναχος Διονύσιος Ζαγοραίος το 1790.
Την εποχή αυτή έγραψε το «Εξομολογητάριον» για βοήθεια τόσο των εξομολόγων, όσο και των μοναχών. Αργότερα έγραψε το «Θεοτοκάριο», όπου συμπεριέλαβε ονομαστών υμνογράφων κανόνες προς την Κυρία Θεοτόκο, σε όλους τους ήχους. Το βιβλίο αυτό κάνει χρήση η Αγία μας εκκλησία.
Έγραψε εδώ και τα εποικοδομητικά του συγγράμματα «Αόρατο πόλεμο» και «Πνευματικά Γυμνάσματα».
Μέχρι την εποχή εκείνη ζούσε ασκητικά και ειρηνικά. Ήδη η «Φιλοκαλία», ο «Ευεργετινός» και το «περί συνεχούς θείας μεταλήψεως» κυκλοφορούσαν και πολλοί του ομολογούσαν χάριτες για την ωφέλεια που απολάμβαναν. Όμως δεν ήταν δυνατόν να μην περάσει και το καμίνι των μεγάλων πειρασμών, τι άγιος θα ήταν άλλωστε…
Με αφορμή τα γραφόμενά του, τον κατογόρησαν για αιρετικές απόψεις. Έτσι άρχισαν νέες ταραχές και διωγμοί… Παρ’ όλα αυτά ήρεμος και με αγάπη προς τους συκοφάντες του, συνέχιζε το πολλαπλό έργο του. Στην ερημική Καψάλα, στο κελί του Αγίου Βασιλείου, έγραψε την «Χρηστοήθεια» και έκανε διορθώσεις στα «Εγκώμια του Επιτάφιου», κυρίως όμως έκανε συλλογή στα «άπαντα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά», αλλά κάηκαν στο Τυπογραφείο της Βιέννης μαζί με επαναστατικά κείμενα του Ρήγα Φερραίου… Στενοχωρήθηκε πολύ γι’ αυτό .
Έπειτα έκανε την συλλογή και σχολιασμό όλων των Ιερών Κανόνων, που ονομάστηκε «Πηδάλιο της νοητής νηός». Ο λόγιος Αχιμ. από τα Ιωάννινα Θεοδώρητος, που μαζί με τον Ιεροκήρυκα Δωρόθεο του Πατριάρχη Νεόφυτου Ζ΄ (που έδωσε την έγκριση, μετά το ταξίδι του Ιερομονάχου Αγάπιου) πήγαν στη Λειψία για την εκτύπωση, έκανε αλλαγές στα σχόλια τόσο για τα μνημόσυνα, όσο και για τη Συνεχή Θεία Μετάληψη… Και πάλι ο μέγας κανονολόγος έφαγε «μαχαιριά», τώρα από τον «ψευδάδελφο» Θεοδώρητο…
Μετά από ένα χρόνο επέστρεψε στην Καψάλα, κοντά στη θάλασσα, σε νέα καλύβα, του Αγίου Σεργίου. Ήταν τότε 45 ετών, πλήρης από δημιουργική δύναμη. Βρέθηκε εκεί από μοναχούς τόσο απορροφημένος, που ξέχναγε και την μπουκιά στο στόμα του επί ώρες… Έγραψε στο κελί αυτό διορθωμένο το«Ευχολόγιο», νέο «Εξομολογητάριο», «Ερμηνεία» στις 14 Επιστολές του απ. Παύλου, στις 7 Καθολικές, στο ψαλτήρι του Ευθύμιου Ζυγαβινού και στη Στιχολογία των εννέα Ωδών, που ονόμασε «Κήπο Χαρίτων».
Ποτέ δεν έμεινε αργός, ούτε άφησε την άσκηση και την αδιάλειπτο, μονολόγιστο και νοερά προσευχή. Ποτέ δεν άφησε την αγάπη του προς το πλήρωμα της Εκκλησίας με τα έργα οικοδομής… Τα έργα αυτά τα είχε τελειώσει μέχρι το 1799 (48 ετών).
Το 1800 βρισκόταν εξόριστος ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄, κοντά στον Νικόδημο. Επειδή πολλοί χριστιανοί γινόντουσαν Μωαμεθανοί από την πίεση των Τούρκων, έφταναν απ’ αυτούς αρκετοί στο Άγιο Όρος να συμβουλευτούν τον Πατριάρχη. Αυτός τους έστελνε στη συνέχεια στο Νικόδημο… Ανάμεσα σ’ αυτούς που εμψυχώθηκαν είναι και ο Νεομάρτυρας Κωνσταντίνος ο Υδραίος.
Εκείνη την εποχή είχαν έλθει παπικοί για να συζητήσουν δογματικά ζητήματα στο Άγιο Όρος. Η Ιερά κοινότητα τους έστειλε στον Άγιό μας. Αυτός εμφανίστηκε, όπως πάντα, ρακένδυτος και τσαρουχοφόρος! Αυτοί το πήραν για προσβολή. Δόθηκαν εξηγήσεις και μετά έπαθαν τέτοια ήττα στη συζήτηση που σιώπησαν και τράπηκαν σε άτακτο φυγή…
Ο Νικόδημος έχει φτάσει σε ηλικία 57 ετών (1805) και το χαλκέντερο κορμί του αρχίζει να λυγίζει. Αισθάνεται την ανάγκη κάποιας περιποίησης και πηγαίνει στους Σκουρταίους. Δεν γηροκομείται, αλλά συνεχίζει να ωφελεί. Συντάσσει τώρα τον «Συναξαριστή των 12 μηνών» με υπομονή για 2 χρόνια!
Από λεπτότητα αναχωρεί και πάλι για την Καψάλα, κοντά σε ευλαβή μοναχό. Τότε ξεσπάει και άλλο κύμα επιθέσεων και κατηγοριών, για την συνεχή Θεία μετάληψη! Τότε όμως επενέβη η Ιερά Κοινότητα και προστάτεψε το κύρος του: «ει τις … ανοίγει στόμα και λαλεί κατά του ανωτέρω διδασκάλου κυρ Νικοδήμου αδίκως και συκοφαντοικώς, ούτος προφανώς ελεγθείς, όχι μόνον θέλει παιδευθεί αυστηρώς υπό της κοινής ημών Συνάξεως, οποίας τάξεως και καταλόγου είναι, αλλά και θέλει εξορισθεί τελείως και τον ιερόν τούτον τόπον, ως σκανδαλοποιός».
Αλλά και ο ίδιος αναγκάστηκε να απολογηθεί για την Ορθόδοξη πίστη του ήρεμα…Συνέχισε μάλιστα με διάθεση ψυχής το έργο του με ογκώδη βιβλία, το«Εορτοδρόμιο» και την «Νέα κλίμακα»!
Το 1805, του ήταν απαραίτητο καθημερινά το μαγειρεμένο φαγητό και το κρασί. Παρόλο όμως πού έτρωγε και έπινε, δεν αισθανόταν να ανακτά δύναμη. Αλλά ενόσω ερμήνευε τους «Αναβαθμούς» επιδεινώθηκε η αρρώστια του, πού ήταν αδυναμία και ανορεξία. Ότι και να έτρωγε, δεν αισθανόταν να δυναμώνει το σώμα του, αντίθετα καταβαλλόταν περισσότερο. Έπεσαν τα δόντια του και έχασε λίγο την ακοή του.
Το 1809 αρρώστησε βαριά .Ότι και να έτρωγε, δεν αισθανόταν να δυναμώνει το σώμα του, αντίθετα καταβαλλόταν περισσότερο. Έπεσαν τα δόντια του και έχασε περισσότερο την ακοή του.Μετά από είκοσι ημέρες περίπου συνήλθε και ολοκληρώνοντας τους «Αναβαθμούς» δόξασε τον Θεό λέγοντας: «Πάρε με, Θεέ μου, διότι βαρέθηκα ετούτο τον κόσμο». Αυτό το λόγο τον έλεγε συχνά, καθώς διαπίστωνε στον εαυτό του μεγάλη αδυναμία. Στις 5 Ιουλίου θέλησε να κάνει περίπατο μέχρι τη Μονή Κουτλουμουσίου, φτάνοντας εκεί τον δέχθηκαν οι πατέρες με χαρά. Μετά τον Εσπερινό του διέθεσαν ένα μουλάρι για να ανέβει στο Κελί, ώστε να μη κουραστεί. Όταν έφτασε στο Κελί και ξεπέζεψε, πιάστηκε το δεξί του χέρι, την άλλη μέρα πιάστηκε η γλώσσα του. Βρέχοντάς την με νερό μιλούσε, αλλά μετά από λίγο πάλι «πιάνονταν».
«Πεθαίνω… μεταλάβετέ με!»
Αυτές τις τελευταίες ημέρες του έκαναν όλα όσα αρμόζουν πριν την έξοδο του [από την παρούσα ζωή], δηλαδή γενική εξομολόγηση, Ευχέλαιο και καθημερινή μετάδοση των αχράντων Μυστηρίων. Στις 13 του μηνός βάρυνε περισσότερο και στενοχωριόταν. Επειδή δεν μπορούσε να λέει την Ευχή με το νου, κατά τη συνήθειά του, την έλεγε ακουόμενος.
Και διαρκώς επανελάμβανε στους αδελφούς: «Να με συγχωρήσετε, πατέρες μου. Κουράστηκε ο νους μου, δεν μπορεί να συγκεντρωθεί στην Ευχή και γι’ αυτό τη λέω δυνατά.”
Οι αδελφοί στο μεταξύ έμειναν άγρυπνοι όλη τη νύχτα, περιμένοντας την έξοδο του. Συχνά τον πλησίαζαν και τον ρωτούσαν: «Διδάσκαλε, πώς είσαι;» και μιλούσαν για λίγο.
Κατά την έκτη ώρα της νύχτας, μετά την ερώτηση, τους απάντησε: «Πεθαίνω, πεθαίνω, πεθαίνω. Αλλά σας παρακαλώ, να με μεταλάβετε». Αφού ετοιμάσθηκε, κοινώνησε τωναχράντων Μυστηρίων. Ύστερα από λίγη ώρα πήγαν και τον βρήκαν με τα χέρια σταυρωμένα, τα πόδια απλωμένα και τον ερωτούν: «Διδάσκαλε, τι κάνεις; Ησυχάζεις;».
Εκείνος αποκρίθηκε: «Τον Χριστό έβαλα μέσα μου και πώς να μην ησυχάσω;» Συνομίλησε για λίγο και σώπασε.
«Βασίλεψε ο νοητός ήλιος»
Στις 14 Ιουλίου κι ενώ ανέτελε ο αισθητός ήλιος στη γη, βασίλευε ο νοητός ήλιος της Εκκλησίας του Χριστού. Αλλά οι ακτίνες των διδαχών του είναι μαζί μας, μας φωτίζουν και θα φωτίζουν την Εκκλησία…
Είναι ευτύχημα ότι το μέγα —σε ποιότητα και ποσότητα— συγγραφικό έργο του αγίου Νικοδήμου όχι μόνο διασώθηκε σχεδόν στο σύνολο του, αλλά γνώρισε και γνωρίζει σημαντική απήχηση μεταξύ των χριστιανών. Στην εποχή του είχε αναδειχθεί ως ο πολυγραφότερος, μετά την Άλωση της Πόλης (1453), εκκλησιαστικός συγγραφέας και είχε συντελέσει όσον ολίγοι στην πνευματική αναγέννηση του Νέου Ελληνισμού.
Βιβλία του Αγίου Νικόδημου του Αγιορείτη:
1. Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών (στο πρωτότυπο και σε νεοελληνική απόδοση).
2. Ευεργετινός (κείμενο απόδοση).
3. Περί συνεχούς θείας Μεταλήψεως.
4. Αλφαβηταλφάβητος όσιου Μελετίου Γαλησιώτου.
5. Συμβουλευτικόν εγχειρίδιον, ήτοι περί φυλακής των πέντε αισθήσεων.
6. Αόρατος Πόλεμος.
7. Πνευματικά γυμνάσματα.
8. Άπαντα αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου (πιθανόν όχι δικό του έργο).
9. Χρηστοήθεια.
10. Βίβλος Βαρσανουφίου και Ιωάννου.
11. Συναξαριστής (Βίοι αγίων των 12 Μηναίων, 6 τόμοι).
12. Συναξαριστής Μέγας (14 τόμοι).
13. Νέον εκλόγιον (Βίοι όσιων).
14. Νέον Μαρτυρολόγιον (Συναξαριστής Νεομαρτύρων).
15. Εξομολογητάριον.
16. Ιερόν Πηδάλιον.
17. Ερμηνεία Ψαλτηρίου (3 τόμοι).
18. Ερμηνεία Καθολικών Επιστολών.
19. Ερμηνεία Επιστολών του αποστόλου Παύλου (3 τόμοι).
20. Εορτοδρόμιον (3 τόμοι).
21. Κήπος Χαρίτων.
22. Νέα Κλίμαξ.
23. Θεοτοκάριον.
24. Απάνθισμα λίαν κατανυκτικών ευχών…
25. Ομολογία Πίστεως.
Πρόσφατα άναγνωρίσθηκαν ως έργα του άγιου Νικοδήμου και τά:
26. Επίσκεψις πνευματικού προς ασθενή, και
27. Εξέτασις της συνειδήσεως.