ΘΑΥΜΑΤΑ ΑΓΙΩΝ

Από την αρχή της εγκυμοσύνης είχε επισκεφτεί τον Ταξιάρχη στο Μανταμάδο και παρακαλούσε…
Πάνε αρκετά χρόνια από τότε που η Κατερίνα Λ. έμεινε έγκυος… Η αγωνία μεγάλη γιατί είχε μια ηλικία που οι γυναικολόγοι προτείνουν να γίνει προγεννητικός έλεγχος για πιθανές γενετικές ανωμαλίες….
Η λαχτάρα να αποκτήσει παιδί ήταν μεγάλη και έτσι η παρηγοριά της ήρθε από τη προσευχή και ειδικά προς τον Αρχάγγελο Μιχαήλ που είναι ο προστάτης του νησιού της Λέσβου εδώ και χρόνια… και της οικογενείας της.

Συχνά από την αρχή της εγκυμοσύνης είχε επισκεφτεί τον Ταξιάρχη στο Μανταμάδο και παρακαλούσε για την καλή έκβαση της εγκυμοσύνης ο γιατρός επέμενε για το προγεννητικό έλεγχο και έτσι έκλεισαν την ημερομηνία της λήψης του αμνιακού υγρού δεν άργησαν να βγουν τα αποτελέσματα που ήταν καταπέλτης για την Κατερίνα και τον σύζυγο της… το παιδί ήταν αγόρι και είχε γενετικές ανωμαλίες…
Η μάνα δεν το πίστευε, δεν ήθελε να το πιστέψει ότι ο Ταξιάρχης δεν την άκουσε… και με παλικαρίσια προσευχή που έχουν όλοι οι απλοί χριστιανοί άρχισε να τον παρακαλά πιο δυνατά για το παιδάκι της… δεν ήθελε να το ρίξει… ήταν αμαρτία ήξερε… αλλά και από την άλλη πως θα αντέξει εκείνη και ο άντρας της το βάρος της ανατροφής ενός τέτοιου παιδιού;

Ο γυναικολόγος της επέμενε να γίνει το γρηγορότερο η έκτρωση γιατί είχε προχωρήσει η εγκυμοσύνη και θα δυσκολευόταν πολύ μετά… Έτσι μια πέμπτη κλείστηκε το ραντεβού για την βεβιασμένη επέμβαση…
Η προσευχή συνεχιζόταν πιο έντονα στο Ταξιάρχη χωρίς να μπορεί η λογική της να βρει με πιο τρόπο θα μπορούσε να τη βοηθήσει… αλλά η καρδιά της τόχε ανάγκη να τον φωνάζει… αλλιώς θα έσκαγε όπως έλεγε η Κατερίνα.
Την παραμονή το βράδυ βλέπει στον ύπνο της ένα μελαχρινό νέο να της λέει να μη προχωρήσει στην έκτρωση γιατί έχει γίνει λάθος στην εξέταση…
Με πολύ χαρά ξύπνησε αμέσως και ξύπνησε και τον άντρα της… εκείνος πιο λογικός δεν το πίστεψε και της απάντησε… ευσεβείς πόθοι Κατερίνα μου!!! επειδή το θέλεις τόσο πολύ γι’ αυτό και το είδες το όνειρο… εμείς θα προχωρήσουμε…
Αυτή ήταν και η γνώμη του γιατρού της αλλά η Κατερίνα δεν ήθελε να παρακούσει στο όνειρο… το ήθελε να είναι έτσι!! Παρόλα αυτά πείστηκε από το σύζυγο και το γιατρό και έκλεισαν την επόμενη Πέμπτη πάλι για την έκτρωση…
Οι μέρες πέρασαν βασανιστικά γρήγορα και πάλι η προσευχές ήταν το καταφύγιο της μέλλουσας άτυχης μητέρας.
Την παραμονή πάλι της επέμβασης βλέπει στον ύπνο της τον ψηλό μελαχρινό νέο να της λέει αυστηρά και με εξουσία στα λόγια του ότι έχει γίνει λάθος στα αποτελέσματα της εξέτασης και ότι το παιδάκι της είναι κορίτσιθα την ονομάσεις Ταξιαρχούλα και μη τολμήσεις να το ρίξεις γιατί και συ θα κινδυνέψεις πολύ στην επέμβαση αυτή…

Η Κατερίνα έντρομη ξυπνά τον σύζυγο της και του αναφέρει το ολοζώντανο όνειρο της… Ο διχασμός μεγάλος, τι να κάνουν; Να ακολουθούσουν το γιατρό ή τον Άγιο; Είχαν καταλάβει ότι είναι ο Αρχάγγελος ο φύλακας της οικογενείας τους…
Μετά από αρκετή και βασανιστική σκέψη αποφάσισαν να ακούσουν τον Άγιο τους… Τηλεφώνησαν και ακύρωσαν το ραντεβού παρόλες τις φοβιστηκές συμβουλές του γιατρού και περίμεναν την επιβεβαίωση των λόγων του Αγίου…
Τελικά το αποτέλεσμα ήταν αυτό που ο Αρχάγγελος τους είχε πει…. Το υγιές πια κοριτσάκι γρήγορα βαφτίστηκε Ταξιαρχούλα και μεγάλωσε χωρίς κανένα πρόβλημα…

Θαύμα Αγίας Άννας - Η βλαστήμια του μαθητή

«Όταν ο γυιός μου Γιώργος ήταν ηλικίας 10 χρονών του συνέβη το εξής περιστατικό. Ήταν τότε μαθητής στο δημοτικό σχολείο. Μια ημέρα γυρίζοντας από το σχολείο δε βρήκε της αρεσκείας του το φαγητό που είχε ετοιμαστή.
Θύμωσε και πήρε να κόψη για να φάει πορτοκάλι, συγχρόνως όμως είπε στο θυμό του και μία βλαστήμια.

Δε πρόλαβε όμως να κόψη το πορτοκάλι και σωριάσθηκε κάτω βγάζοντας αφρούς από το στόμα και χτυπώντας με τα πόδια του το πάτωμα. Βλέποντας εγώ το παιδί μου σ' αυτή την κατάσταση κάλεσα το γιατρό κ. Γιαννάκη Σπυρόπουλο. Ο γιατρός μετά την εξέταση του παιδιού είπε:
-Αυτή δεν είναι αρρώστια για μας, εμείς δεν έχουμε δουλειά εδώ. Θα καλέσεις παπά. Κάλεσα τότε τον εφημέριο της ενορίας μας, ο οποίος διάβασε διάφορες ευχές. Μετά από το διάβασμα το παιδί ηρέμησε και τότε μπόρεσε να επικοινωνήση με το περιβάλλον του και να μιλήση.

Διηγήθηκε τότε τα εξής: «Τη στιγμή που έκοβα το πορτοκάλι, ενώ είχα ειπή με το θυμό μου τη βλαστήμια είδα ν ανεβαίνη τη σκάλα μας ένας κοντός και μαύρος με μια μακριά ουρά. Με χτύπησε με την ουρά του στο πρόσωπο κι έπεσα κάτω. Από τότε δε θυμάμαι τίποτε άλλο. Πριν με χτυπήση και πίσω φοβέρισε τη γιαγιά μου (Μυρσίνη Πασχαλίδου) η οποία εκείνη τη στιγμή έκανε το σταυρό της. Για σένα θα ξανάρθω να εξηγηθούμε, της είπε».
Το παιδί εξακολουθούσε να είναι ανήσυχο. Έβλεπε πολλές φορές εκείνον τον μαύρο με την ουρά. Πήγαμε σε διάφορα προσκυνήματα και παρακαλέσαμε. Αυτό διήρκεσε περίπου ένα εξάμηνο. Τελευταία πήγαμε το παιδί στην Αγία Άννα ντυμένο καλογεράκι. Όσο βρισκόταν στην εκκλησία ήταν ήρεμο, έφευγε η ταραχή. Αυτή η εικόνα έλεγε δείχνοντας την εικόνα της Αγίας Άννας, με ανακουφίζει. Γι αυτό πηγαίναμε για αρκετό καιρό τακτικά στην Αγ. Άννα. Δεν ξαναείδε τον κοντό με την ουρά, ηρέμησε, έγινε εντελώς καλά και μέχρι σήμερα χαίρει άκρας υγείας».


Θαύμα Οσίου Μαρτίνου Επισκόπου Φραγκιάς όντας εν ζωή - Το δαιμόνιο της αυτοκτονίας.

Ο Άγιος ενώ περνούσε μέσα από την πόλη (ο άγιος ήταν επίσκοπος Κωνσταντίνης της σημερινής Τουρζ της Γαλλίας), βρήκε σε ένα μέρος κάποιον νέο απηγχονισμένο και είπε στους εκεί παρευρισκομένους.
«Τούτο το κακό έγινε συνεργεία του διαβόλου», Και αφού στάθηκε προς την ανατολή, έκανε προσευχή στον Θεό αρκετή ώρα. Έπειτα είπε: «Το πνεύμα το ακάθαρτο και πονηρό, που παρακίνησε τούτον τον νέο να κρεμασθεί στην αγχόνη εν ονόματι του Κυρίου μας Ιησού Χριστού φανερώσου μπροστά σε όλους, για να σε δούμε».
Αμέσως με τα λόγια αυτά φανερώθηκε το δαιμόνιο σαν αραπόπουλο, κρατώντας στα χέρια του σχοινί, τα μάτια του ήσαν σαν φωτιά, τα χείλη του μαύρα, τα δόντια του λευκά, τα χέρια του μακριά, τα πόδια του στραβά και η γλώσσα του κρεμασμένη έξω από το στόμα του, σαν του λυσσασμένου σκυλιού.
Τότε του λέγει ο Άγιος: «Πνεύμα ακάθαρτο και πονηρό, ποιά είναι η εργασία σου;» Εκείνο απάντησε: «Η εργασία μου είναι να παρακινώ τους ανθρώπους σε αυτοκτονία, διότι σε αυτό με διόρισε ο αρχηγός μου ο σατανάς». Λέγει ο Άγιος: «Και για ποιά αιτία παρακίνησες τούτον τον νέον να κρεμασθεί;».
Τότε το δαιμόνιο άρχισε να κατηγορεί τον αυτόχειρα, λέγοντας:

«Αυτός ο άνθρωπος ήταν πρώτα ειδωλολάτρης και υστέρα έγινε Χριστιανός, όμως δεν ζούσε σύμφωνα με τις εντολές που παράλαβε, αλλά έκανε τα κακά του θελήματα, και δεν σκεπτόταν την αιώνια κόλαση. Είχε δοθεί όλως διόλου στις κακίες, βάζοντας με την θέληση του τον λαιμό του κάτω από τον ζυγό της αμαρτίας και αφού πληγώθηκε ολόκληρος από το κεφάλι έως τα πόδια έχασε την ελπίδα της σωτηρίας του. Έτσι βρήκα και εγώ την ευκαιρία και τον παρακίνησα να κρεμασθεί, για να τον έχω μαζί μου στην κόλαση.

Διότι αυτός είναι ο δικός μου μεγάλος αγώνας».Τότε ο Άγιος είπε στον δαίμονα: «Δόλιε και φονιά, συ είσαι εχθρός και κατήγορος και συ παρακίνησες τούτον τον δυστυχή να παραδοθεί στο σκοτάδι και στην απώλεια, και τον κατάντησες σε άθλια κατάσταση, τώρα δε τον κατηγορείς, ότι αυτός έγινε αίτιος να κρεμασθεί και όχι συ; Γι αυτό σε προστάζει ο Ιησούς Χριστός, δι’ εμού του ταπεινού, να πας να κατοικήσεις στην άκρη της οικουμένης έως ότου έλθει η συντέλεια του κόσμου και να κατεβείς με τους συντρόφους σου στον Άδη, ο όποιος είναι ετοιμασμένος για σας».Και αμέσως ο δαίμονας χάθηκε.
Μετά από αυτά πλησίασε ο Άγιος τον νεκρό και είπε αυτήν την προσευχή:
«Κύριε ο Θεός μου, ο έχων άμετρον συμπάθειαν και πέλαγος ευσπλαγχνίας ανεκδιήγητον, μη παρίδης το πλάσμα των χειρών σου, αλλά ως αγαθός και φιλάνθρωπος επίβλεψον εξ ύψους αγίου σου, και ανάστησον τον νεκρόν τούτον, ίνα δοξάζηται το πανάγιον όνομά σου εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν». Και αμέσως αναστήθηκε ο νεκρός και πέφτοντας στα πόδια του Αγίου είπε:
«Σε ευχαριστώ, Άγιε του Θεού, διότι δεν με άφησες τον αμαρτωλό στον φρικτό και πικρό εκείνο τόπο του Άδου, αλλά σε παρακαλώ οδήγησέ με, για να τύχω της σωτηρίας μου». Τότε ο Άγιος είπε:
«Επειδή, παιδί μου δοκίμασες και είδες το μεγάλο κακό, που προξενούν στον άνθρωπο οι αμαρτίες, γι αυτό άξια μετανόησε, κλάψε για τις αμαρτίες σου, μίσησε αυτές και πάρε απόφαση από σήμερα να απέχεις από κάθε κακό».Αφού κατόπιν του έδωσε τον πρέπονται κανόνα και αφού τον καθοδήγησε πως πρέπει να περνά την ζωή του και να κάνη έργα της μετανοίας τον άφησε να φύγει.

Η συγκλονιστική ιστορία ενός ναρκομανούς. (Ένα σύγχρονο θαύμα του Αγίου Νεομάρτυρος Εφραίμ)

Ήταν απόγευμα, ένα από τα συνηθισμένα πολυτάραχα απογεύματα στο κέντρο της Αθήνας. Ο κόσμος ουρά στην στάση της Ομονοίας των ΤΑΞΙ.
- Κουκάκι, παρακαλώ!… – Ευχαρίστως, του απαντώ• και αυτός ήταν όλος ο διάλογος μέχρι τέλους της διαδρομής, διότι το ύφος και ο τρόπος δεν άφηνε κανένα περιθώριο συζητήσεως. Στο ύψος του Αγίου Ιωάννου (Γαργαρέτας) και επί της οδού Βεΐκου κατέβηκε, και λίγα μέτρα πιο κάτω ένα άλλο χέρι με το χαρακτηριστικό νεύμα με σταματάει.

Ήταν νεαρός ο καινούργιος μου επιβάτης 25-27 ετών περίπου, μετρίου αναστήματος και κρατούσε μια βαλίτσα. Τοποθετώντας εγώ τα πράγματά του στο «πόρτ-μπαγκάζ», ο νεαρός κάθισε στην θέση του συνοδηγού.
Και με μια ποιητική έκφραση, που σπάνια χρησιμοποιούσα κατά το παρελθόν: «Σαν Βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη, ναύχεσαι ναναι μακρύς ο δρόμος σου, μεγάλο το ταξίδι», υπονοούσα: «για που πάμε;»
- Ναι, φίλε μου, για την Ιθάκη, όμως όχι για το νησί, όπως θα φαντάστηκες, άλλα για το αποτοξινωτικό κέντρο «Ιθάκη»…, ήταν η απάντησις που για λίγα δευτερόλεπτα με άφησε άναυδο.
- Στον σταθμό Λαρίσης στα τραίνα, παρακαλώ…, συμπληρώνει:
Ήταν αναπάντεχη πράγματι η απάντησις του νεαρού επιβάτου μου, διότι τίποτε από τα εξωτερικά του γνωρίσματα (ματιά, ύφος, ενδυμασία, συμπεριφορά) δεν πρόδιδε το επάρατο πάθος της ναρκομανίας του. Ένα πλήθος συναισθημάτων, (πόνου, λύπης, συμπάθειας, αγάπης…), διαδέχονταν το ένα το άλλο μέσα μου, ένα δυνατό σφίξιμο στην καρδιά μου που την έκανε να κινείται άτακτα μέσα στα στήθος μου, ένα δάκρυ κύλησε στα μάγουλά μου για το κατάντημα του αδελφού μου, για το πλάσμα του Θεού μου. Προσπάθησα να συγκρατηθώ, διότι ήθελα και να μάθω κάτω από τι συνθήκες έφθασε εκεί πού έφθασε, επειδή είμαι και εγώ πατέρας με παιδιά στα πρόθυρα της εφηβείας.

Αφού αλληλοσυστηθήκαμε, παρακάλεσα τον Παύλο, αν δεν του έκανε κακό το φρεσκάρισμα τέτοιωνγεγονότων και αν δεν τον εκούραζε, να μου έλεγε λίγα πράγματα γύρω από τη ζωή του και από το πάθος του.
Με προθυμία ανταποκρίθηκε στην παράκλησή μου και τον ευχαριστώ.
«Κατ’ αρχήν έχω να πάρω δύο μήνες απ’ αυτό το δηλητήριο και νοιώθω όπως όλοι οι άνθρωποι οι φυσιολογικοί. Δεν έχω καμία επιθυμία για να το ξαναβάλω στο αίμα μου και αυτό το οφείλω όχι σε κάποια προσπάθεια δική μου, άλλα εξ ολοκλήρου στην θαυμαστή δύναμη του Θεού και των Αγίων Του. Aλλά ας σου τα πω απ’ την αρχή, αφού τόσο πολύ το θέλεις.
Γεννήθηκα και μέχρις οκτώ ετών μεγάλωσα στην Αθήνα και συγκεκριμένα στο Κουκάκι εκεί που με πήρες. Είμαι μοναχοπαίδι και οι γονείς μου με αγαπούν παθολογικά, χωρίς να μου χαλούν κανένα χατίρι. Σε ηλικία λοιπόν οκτώ ετών, μαζί με τους γονείς μου εφύγαμε για την Αμερική για καλύτερη ζωή.
Οι γονείς μου με τη βοήθεια των συγγενών μου εκεί έπιασαν δουλειά και εγώ επήγαινα στο σχολείο.
Μεγαλώνοντας όμως μεγάλωναν μαζί μου και οι παράλογες επιθυμίες μου και τα “βίτσια” μου. Έμπλεξα λόγω χαρακτήρος εύκολα με άσχημες παρέες και πολύ γρήγορα δοκίμασα την μαριχουάνα και το χασίς. Περνώντας ο καιρός και τα χρόνια δεν με ικανοποιούσαν τα ελαφρά ναρκωτικά ούτε εμένα ούτε και την παρέα μου.

Το ρίξαμε λοιπόν όλοι στα σκληρά ναρκωτικά, που τα βρίσκαμε στο ίδιο περιβάλλον και με την ίδια ευκολία, όπως και τα ελαφρά. Αυτά όμως ήταν ακριβά κι’ εγώ δεν εργαζόμουν. Στην αρχή έκλεβα από τις τσέπες και τα πορτοφόλια των γονιών μου. Όταν όμως με τον καιρό είχα ανάγκη από μεγαλύτερες δόσεις και σε σημείο που έγινα αντιληπτός από τους γονείς μου, τότε μέχρι και που τους έδερνα για να τους τα παίρνω.
Η κατάστασή μου ήταν δραματική το καταλάβαινα, άλλα δεν μπορούσα να κάνω πίσω με τίποτα. Οι γονείς μου με έτρεχαν σε γιατρούς και σε ψυχολόγους μήπως καταφέρουν κάτι, άλλα τίποτε, κανένα φως από πουθενά, μερικοί, και μάλιστα, διακεκριμένοι επιστήμονες τους έλεγαν, ότι αν δεν αλλάξω σύντομα περιβάλλον, λίγος είναι ο καιρός της ζωής μου.

Στο διάστημα αυτό και καθώς ήμουν μόνος μου στο σπίτι σε κατάσταση απελπισίας, εμφανίζεται μπροστά μου ένας παράξενος επισκέπτης που για πρώτη φορά τον έβλεπα. Ήταν μέτριος στο ανάστημα, είχε στρογγυλά και πολύ μεγάλα μάτια πού περιστρεφόντουσαν, είχε μαύρο και δασύ τρίχωμα, του οποίου το μήκος θα ξεπερνούσε τα δεκαπέντε εκατοστά. Επίσης είχε κέρατα και ουρά. Είχε μία τρανταχτή σταθερή φωνή και φοβερή πειθώ που δεν σου άφηνε περιθώρια για αντιρρήσεις.
Άρχισε να απαριθμεί την ζωή μου από τότε που γεννήθηκα μέχρι εκείνη την στιγμή με κάθε λεπτομέρεια κι’ εγώ απλώς έλεγα: “Ναι”. – Όλα τα έχεις απολαύσει, μου λέει στο τέλος, τίποτα δεν σου μένει πια, παρά ναρθής μαζί μου… Του απαντώ. “Πώς;”

- Θα πάρεις το αυτοκίνητο, μου λέει, και θ’ ακολουθήσεις τον τάδε δρόμο, θα τρέξεις με τόσα μίλια (δεν θυμάμαι τον αριθμό) κι’ εκεί θα σε περιμένω εγώ… Ό δρόμος αυτός ήταν ευθύς για πολλά μίλια και σε κάποιο σημείο είχε μια ελαφρά στροφή, ώστε όσοι έτρεχαν με υπερβολική ταχύτητα έβγαιναν έκτος δρόμου και προσέκρουαν σ’ ένα μανδρότοιχο που δεν γλύτωναν. Είχα ακούσει για πολλά ατυχήματα στο σημείο εκείνο κατά το παρελθόν. Έκανα όπως ακριβώς μου είπε και κατέληξα κι’ εγώ στον μανδρότοιχο. Το αυτοκίνητο έγινε σχεδόν αγνώριστο κι’ εμένα μ’ έβγαλαν με μικροτραύματα. Αφού μου προσέφεραν τις πρώτες Βοήθειες, επήγα στο σπίτι μου.
Επέρασαν δέκα ήμερες περίπου από το ατύχημα μου και εμφανίζεται στο σπίτι μου, στην κουζίνα αυτή τη φορά, ο ίδιος παράξενος επισκέπτης. Μια γκριμάτσα δυσφορίας στο άγριο και επιβλητικό πρόσωπό του• ένα κούνημα της κεφαλής προς τα πίσω• και ή ίδια χαρακτηριστική φωνή του μου λέγει: – Τίποτα δεν κατάφερες.
Καθόμουν και τον κοίταζα σαν απολιθωμένος και μόλις που κατάφερα να τον ρωτήσω:
- Τί να κάνω;
- Τώρα θα πάρεις τρεις φορές δόση απ’ αυτό που παίρνεις και θάρθης σίγουρα μαζί μου.
Εξαφανίστηκε αυτός και δεν αναρωτήθηκα, ούτε πώς μπήκε στο σπίτι ούτε ποιος ήταν.
Έβαλα σε εφαρμογή αμέσως το σχέδιο.
Ετοίμασα το υλικό στην σύριγγα κι’ έψαξα να βρω μέρος στο κατάσπαρτο από τα τρυπήματα σώμα μου. Η δόσις ήταν μεγάλη κι’ έπεσα αμέσως αναίσθητος. Καθώς βρισκόμουν σ’ αυτή την κατάσταση, βλέπω έναν ψηλό με ράσα με μαύρο σκουφί που στο μέτωπό του ήταν χαραγμένος Σταυρός. – Μη φοβάσαι, μου είπε, θα γίνεις καλά και όταν επιστρέψεις στην Ελλάδα, ναρθής στο σπίτι μου• είμαι ο Εφραίμ…
Σηκώθηκα σαν να μην είχα πάρει εντελώς απ’ αυτό το καταραμένο δηλητήριο. Ένοιωσα την επιθυμία να φύγω για την Ελλάδα και μόλις το είπα στη μητέρα μου απόρησε και το θεώρησε θαύμα, διότι πολλές φορές προσπάθησαν να με διώξουν απ’ αυτό το περιβάλλον και δεν τα κατάφερναν.

Εξιστόρησα στην μητέρα μου τα όσα μου είχαν συμβεί και θέλησε να με συνοδεύσει στο ταξίδι μου. Όταν ήρθαμε στην παλιά μου γειτονιά, πήγαμε στον Ιερέα της Ενορίας εκεί και απ’ αυτόν έμαθα, ποιος ήταν αυτός ο παράξενος επισκέπτης και τι ζητούσε από μένα. Ήταν ο διάβολος και ζητούσε την αθάνατη ψυχή μου. Ευχαριστώ τον Θεό μέσα από τα τρίσβαθα της ψυχής μου. Αφού εξομολογήθηκα και νήστεψα, ο Ιερέας με κοινώνησε σε δεκαπέντε μέρες. Όταν είδα την εικόνα του Αγίου Εφραίμ, θυμήθηκα ότι αυτός ήταν πού με γλύτωσε από το φοβερό μου πάθος.
Επήγα στην Ν. Μάκρη κι’ έκανα Λειτουργία κι’ ευχαρίστησα τον άγιο. Τώρα πηγαίνω σ’ αυτό το Ίδρυμα, για να ξεφύγω λίγο από τον κόσμο και να σιγουρευτώ, ότι δεν το αποζητώ».

Συγκλονίζει το νέο Θαύμα του Αγίου Ιωάννη του Ρώσου

ο θαύμα του ασθενούς που συγκλονίζει.
Δύο ώρες περίπου προσευχόταν κλαίγοντας ο κ. Κωνσταντίνος Πολυχρονίου, ανώτερος κρατικός υπάλληλος μπροστά στη Λάρνακα του Οσίου Ρώσου.
Φορούσε πιζάμες και ένα ταξί τον περίμενε στην Βορεινή πύλη της Εκκλησίας. Όταν τελείωσε τη μυστική του συνομιλία με τον Όσιο, ξεκίνησε με αργά βήματα, σέρνοντας τις παντόφλες στο δάπεδο και προχωρούσε προς την έξοδο.

Τον σταμάτησε ένας ιερέας της μονής και τον ρώτησε γιατί έκλαιγε τόση ώρα, γιατί δεν ήταν ντυμένος κανονικά και ήρθε στην εκκλησία με πιζάμες και αν επιθυμούσε νατου έδινε δωμάτιο στον ξενώνα να αναπαυθεί για λίγο αν το είχε ανάγκη.
- Όχι πάτερ, απάντησε και συνέχισε, με ξεκούρασε για πολλά χρόνια ο Άγιος, αυτός, ο μεγάλος και θαυματουργός γιατρός που υπηρετείτε. Σήμερα το πρωί στον «Ευαγγελισμό», στο Νοσοκομείο, ήρθε η γυναίκα μου να με δει.
Έχει περάσει δεκαετία και πλέον να σταθώ όρθιος όπως με βλέπετε τώρα. Μία χρόνια πάθηση του νευρικού συστήματος και μία αρρώστια που είχα περάσει μου έφεραν αναπηρία τόση που έχασα τη θέση μου, πήρα πρόωρα σύνταξη και οδηγήθηκα στα Νοσοκομεία γιατί μετά το δεύτερο χρόνο είχα πάνω από 80% παράλυση των κάτω άκρων.
Ή παράλυση, η κακή ψυχολογική κατάσταση, η πρόωρη έξοδος μου από τη δραστηριότητα της ζωής με οδηγούσαν σε μαρασμό, σχεδόν στο θάνατο.
Σήμερα, λοιπόν, το πρωί η γυναίκα μου ήρθε στο Νοσοκομείο, με βρήκε να κοιμάμαι, δεν με ξύπνησε, παρά κάθισε δίπλα στο κρεβάτι μου σε μια καρέκλα. Για λίγα δευτερόλεπτα την πήρε ο ύπνος.
Βλέπει στο όνειρο της ότι, στο διπλανό θάλαμο γινόταν επισκεπτήριο γιατρών. Ανάμεσα τους ήταν ένας άγνωστος ξένος γιατρός.
Τον πλησιάζει η γυναίκα μου και του λέει: Γιατρέ μου, είστε ξένος; Σας βλέπω για πρώτη φορά στο Νοσοκομείο. Σας παρακαλώ στο διπλανό θάλαμο έχω τον άνδρα μου πάνω από δέκα χρόνια παράλυτο. Οι γιατροί μου έχουν πει την αλήθεια, ότι χάνω το σύντροφο μου. Χάνω το στήριγμα μου. Θα πεθάνει ο σύζυγος μου. Ελάτε, γιατρέ μου, να τον δείτε, να του δώσετε κουράγιο, να μας πείτε κάτι και σεις.

- Πήγαινε, κυρία μου, περίμενε και θα δω και το σύζυγο σου.
Ναι, γιατρέ μου, πέστε μου το όνομα σας, να σας περιμένω…
- Ιωάννης Ρώσος, της απαντά.
Ξυπνάει, πετιέται από το κάθισμα της.
Με βλέπει που προσπαθώ μόνος μου, στηριγμένος στους αγκώνες μου, να σηκωθώ.
Βοήθησε με, γυναίκα, της λέγω, κάποιος με κρατάει άπ’ τις μασχάλες και με σηκώνει, βοήθησε και συ…
Σηκώθηκα, πάτησα στο έδαφος, όταν τα κλάματα της γυναίκας μου είχαν φέρει γύρω μας γιατρούς και βοηθητικό προσωπικό.
Ό υπεύθυνος γιατρός του τμήματος, ένας πιστός χριστιανός, συγκλονίζεται από τη διήγηση της συζύγου μου και προτρέπει: Κύριε Πολυχρονίου όπως είσαι, μη ζητάς, να αλλάξεις τις πιζάμες σου, φύγετε, πάρτε ταξί στην είσοδο του Νοσοκομείου και πηγαίνετε στο Πνευματικό θεραπευτήριο, στην Εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Ρώσου, που είναι στην καταπράσινη κοιλάδα του Προκοπίου της Ευβοίας, όπου και ολόκληρο το ιερό του Λείψανο. Πηγαίνετε, πέστε το μεγάλο σας ευχαριστώ και γυρίστε για το εξιτήριο που αυτή τη φορά –σπάνια βέβαια– το υπογράφει όχι γιατρός αλλά ένας “Άγιος!
Και σαν χριστιανός και σαν επιστήμονας ό,τι είπα το πιστεύω. Πάνω από την επιστήμη μας είναι η παντοδυναμία του Θεού και των Αγίων του.
Αυτά μας είπε, Πάτερ. Αυτά … Δώστε μας και σεις την ευλογία σας.
Αυτά είπε, αυτά είδαμε από τον ευλογημένο αυτό άνθρωπο που με τα κλάματα του (οι άνδρες για να κλάψουν πρέπει κάτι το πολύ σοβαρό να συμβαίνει) έλεγε στον Άγιο εκείνο το «ευχαριστώ» που είναι πρόθυμοι να το πουν όσοι άρρωστοι στα Νοσοκομεία, στα παντός είδους Νοσηλευτικά Ιδρύματα και Άσυλα ανιάτων περιμένουν κάποιον Άγγελο, κάποιον Άγιο, τον Ίδιο τον Κύριο να ταράξει τα νερά για να μπουν σ’ αυτό το μυστήριο που λέγεται θαυματουργική θεραπεία, που όντως γίνεται κατά καιρούς σε ασθενείς που ο Θεός επιλέγει με τα δικά του κριτήρια, σχεδόν άγνωστα σε μάς.