ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΑΝΩΡ

Εορτάζει 7 Αυγούστου.
Ο Άγιος λοιπόν Νικάνωρ γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1491, σχεδόν πενήντα χρόνια, σαράντα χρόνια μετά από την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Τούρκους, μέσα στη βαθιά Τουρκοκρατία, στον πρώτο πολύ σκοτεινό αιώνα της Τουρκοκρατίας. Γεννήθηκε όμως από πλουσίους, από ευσεβείς κι από εναρέτους γονείς, οι οποίοι ονομάζοντο Ιωάννης και Μαρία και τους οποίους καλοτύχιζαν όλοι οι άλλοι στη Θεσσαλονίκη γιατί ήσαν πλούσιοι και ευγενείς και εκτός από τα υλικά αγαθά που είχαν, είχαν και θεάρεστη πολιτεία, ήσαν και ενάρετοι, ζούσαν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Ενώ όμως από τη μια μεριά ήσαν περιφανείς και επαινετοί από τους ανθρώπους, οι ίδιοι ήσαν περίλυποι και στενοχωρημένοι διότι ήσαν καταδικασμένοι σε ατεκνία· δεν είχαν κληρονόμο του πλούτου των, πλούσιοι, ποιος θα κληρονομούσε τα πλούτη των; Ούτε θα είχαν κάποια παραμυθία στα γηρατειά τους, κάποιον ο οποίος θα τους στηρίξει στα γηρατειά τους, γι’ αυτό εστενοχωρούντο. Και για να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα της ατεκνίας παρακαλούσαν νύχτα και ημέρα το Θεό. Δεν άφηναν μόνο στα παρακάλια όμως αλλά και οι ίδιοι έκαναν πολλές ελεημοσύνες· το σημείωσα αυτό από το βίο του: δεν αρκεί μόνο να παρακαλούμε το Θεό τον Επουράνιο, πρέπει και στην πράξη, να δείχνουμε κι εμείς. Έκαναν πολλές ελεημοσύνες και συγχρόνως έκαναν και πολύ αυστηρή νηστεία. Κάποια μέρα λοιπόν η μητέρα του Αγίου, η Μαρία, αφού ενήστευσε –ξηροφάγησε, λέει ο βίος- κι έκανε πολλές ελεημοσύνες προς τους φτωχούς εκείνη την ημέρα, πήγε αποβραδίς στο ναό του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Μηνά. Τον ξέρουμε το ναό του Αγίου Μηνά όλοι στη Θεσσαλονίκη. Και εκεί έπεσε κάτω στα γόνατα και ολονυχτίς προσευχόταν, παρακαλώντας τον Άγιο Μηνά να μεσιτεύσει ώστε ο Θεός να τους δώσει επιτέλους ένα τέκνο. Κι από την κούραση της προσευχής και της νηστείας της ολοήμερης την πήρε ο ύπνος· κι εκεί καθώς κοιμήθηκε, μετά από τόσο πολύ κόπο και αγρυπνία, βλέπει σε όραμα τον Άγιο Μεγαλομάρτυρα Μηνά να βγαίνει από το Άγιο Βήμα του ναού του Αγίου Μηνά και να της λέει: Μαρία, ο Θεός άκουσε τη δέησή σου και όπως παλαιά έλυσε τα δεσμά της ατεκνίας της προφήτιδος Άννης και τη στείρωσή της, θα λύσει και τη δική σου ατεκνία. Εσύ τώρα λοιπόν πάλι επήγαινε στο σπίτι σου να ξεκουραστείς και σε λίγες ημέρες θα συλλάβεις και θα γεννήσεις έναν υιόν, (προσέξτε όμως, ξέχασε αυτό η μητέρα του Αγίου Νικάνορος, το ξέχασε τι της είπε ο Άγιος Μηνάς) κι αυτός ο υιός, τον οποίον θα γεννήσεις θα οδηγήσει πολλούς στον Κύριο με την αγγελική του και με την ενάρετη διαγωγή, θα ζει σαν άγγελος στον κόσμο, τόσο ενάρετος, εις τρόπον ώστε εξαιτίας αυτής της βιωτής του θα οδηγηθούν πολλοί στον ενάρετο βίο.

Χάρηκε λοιπόν η Μαρία, η μητέρα του Αγίου Νικάνορος και μετά από λίγες ημέρες όντως συνέλαβε και ήταν περιχαρής και γέννησε τον Άγιο Νικάνορα το 1491, τον οποίον εβάπτισαν και τον ονόμασαν, το κοσμικό του όνομα, Νικόλαο. Ήταν ένα χαριτωμένο παιδί και χαιρόταν οι γονείς του γι’ αυτό το χαριτωμένο και έξυπνο παιδί. Κι επειδή αντιλαμβάνεστε ότι, Τουρκοκρατία την περίοδο εκείνη, δεν υπήρχαν σχολεία, πλούσιοι όμως οι γονείς του προσέλαβαν έναν διδάσκαλο ρητορικό, έναν ενάρετο διδάσκαλο και από της ηλικίας των πέντε ετών τού ανέθεσαν να εκπαιδεύει και να μορφώνει τον υιό τους το Νικόλαο. Δεν πέρασε όμως πολύς καιρός και ο πατέρας του Αγίου Νικάνορος, του Νικολάου, όταν αυτός περίπου ήταν ηλικίας 20 ετών, εκοιμήθη και απήλθε στις αιώνιες μονές και έμεινε ο Άγιος με την μητέρα του. Και εξακολούθησε να αγωνίζεται με νηστείες, με προσευχές, να είναι υπόδειγμα και ιδιαίτερα του άρεσε να διαβάζει βίους Οσίων Πατέρων της Εκκλησίας. Και μέσα του καταφλεγόταν από την επιθυμία να μιμηθεί την ισάγγελη πολιτεία και να γίνει κι αυτός μιμητής της ενάρετης διαγωγής των μεγάλων Οσίων της Εκκλησίας μας. Ενώ όμως αυτός αυτά σκεφτόταν η μητέρα του, η οποία ξέχασε τι της είχε πει ο Άγιος Μηνάς, χάρηκε που της έδωσε παιδί ο Θεός εντούτοις ήθελε να τον παντρέψει τον Νικόλαο· ενώ εκείνος επιθυμούσε να γίνει μοναχός, εκείνη ήθελε να τον παντρέψει. Και ο Άγιος Νικάνωρ πάντοτε το ανέβαλε, το ανέβαλε διαρκώς, το ανέβαλε, το ανέβαλε, το ανέβαλε ώσπου ο Θεός πήρε και την μητέρα του και αυτή κοντά Του και αφού έμεινε μόνος του ο Νικάνωρ αφιερώθηκε ολοκληρωτικώς. Μοίρασε την πατρική του περιουσία στους φτωχούς και άρχισε ζώντας μέσα στον κόσμο να εντείνει την άσκηση, την προσευχή, τη νηστεία και την ελεημοσύνη προς τους φτωχούς.
Βλέποντας την αρετή του Νικολάου ο τότε Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, ο Μάξιμος, τον έκηρε μοναχό μέσα στη Θεσσαλονίκη σε κάποιο μοναστήρι της Θεσσαλονίκης· λόγω δε της αγιότητός του σε λίγο τον έκανε διάκονο και κατόπιν πρεσβύτερο και του έδωσε και το αξίωμα, το οφφίκιο του Τυπικάριου, του υπευθύνου δηλαδή για την τέλεση με τάξη των Ακολουθιών σ’ όλες τις Εκκλησίες της Θεσσαλονίκης. Ο Άγιος Νικάνωρ, πήρε πλέον το όνομα Νικάνωρ ως μοναχός ο Νικόλαος, έμεινε στη Θεσσαλονίκη ως διάκονος και ως ιερεύς αρκετά χρόνια. Επειδή όμως ήθελε πάντοτε να ασκητεύσει, να φύγει μέσα από το θόρυβο του κόσμου, μια νύχτα λοιπόν εκεί που προσευχόταν, λέει, άκουσε μία φωνή να του λέει: Νικάνωρ, έξελθε εκ της γης σου και εκ της συγγένειας σου και πορεύου εις το Καλλιστράτου όρους και αγωνίζου εκεί καλώς και εγώ θα είμαι μαζί σου να σε διαφυλάττω όλες τις μέρες της ζωής σου και θα κάνω ξακουστό το όνομά σου και θα σε δοξάσω εις όλους τους αιώνας. Το όρος του Καλλιστράτου είναι το Βέρμιο, που είναι στα Γρεβενά κοντά, αυτό που βρίσκεται στις όχθες του ποταμού Αλιάκμονος· εκεί μάλιστα υπήρχε παλαιότερα μία μικρά μονή, ένα μικρό μονίδριο του Αγίου Γεωργίου, το οποίο κατέστρεψαν οι Βούλγαροι σε μία επιδρομή τους το 740.
Όταν λοιπόν άκουσε αυτή την φωνή γεμάτος χαρά ο Άγιος Νικάνωρ ακολούθησε αυτή τη συμβουλή. Άρχισε λοιπόν να περπατάει από πόλη σε πόλη, από χωριό σε χωριό και περνώντας από αυτές τις πόλεις έκανε έργο ιεραποστολικό. Και φανταστείτε τώρα μέσα στη μαύρη Τουρκοκρατία, τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας έκανε ιεραποστολικό έργο πηγαίνοντας προς τον προορισμό του, πηγαίνοντας να ησυχάσει επάνω στο όρος του Καλλιστράτου. Η παράδοση μάλιστα λέει, και οι ιστορικοί συμφωνούν σ’ αυτό, ότι πηγαίνοντας προς τα Γρεβενά, προς τον Αλιάκμονα τον ποταμό, προφανώς πέρασε κι από τη Μονή του Τιμίου Προδρόμου, που βρίσκεται εκεί στον Αλιάκμονα, στον κάτω ρουν του Αλιάκμονος, όπου την περίοδο εκείνη εμόναζε και ο Άγιος Διονύσιος του Ολύμπου -κατόπιν πήγε ο Άγιος Διονύσιος στον Όλυμπο, στην αρχή εμόναζε κι ο Άγιος Διονύσιος εδώ, στη Μονή του Τιμίου Προδρόμου- κι εκεί γνωρίστηκαν οι δύο Άγιοι, δύο μεγάλοι Άγιοι της Τουρκοκρατίας, Μακεδόνες και ο Άγιος Διονύσιος και ο Άγιος Νικάνωρ. Αφού λοιπόν πέρασε από κει, από τη Μονή του Τιμίου Προδρόμου και ευαγγελίστηκε τον Χριστό κι έδωσε θάρρος στους Χριστιανούς όλων των πόλεων, έφθασε στο χωριό Σαρακήνα και εκεί έμεινε αρκετό καιρό.
Και ενώ ακόμη ήταν νέος ο Όσιος ο Θεός του έδωσε την Χάρη ζώντας ακόμη να κάνει πολύ μεγάλα θαύματα, ακόμη και εν ζωή. Εκεί στη Σαρακήνα, μας διηγείται ο βίος του, ότι εν πρώτοις θεράπευσε έναν δαιμονισμένο, ο οποίος μόλις ο Άγιος Νικάνωρ μπήκε μέσα στη Σαρακήνα, άρχισε ο δαιμονισμένος να φωνάζει: διώξτε το Νικάνορα από δω γιατί με βασανίζει ο ερχομός του· έρχεται εδώ στη Σαρακήνα και νιώθω ότι βασανίζομαι. Θεράπευσε επίσης στη Σαρακήνα και μία αιμορροούσα, όπως και έναν παράλυτο.
Προχώρησε όμως μετά από τη Σαρακήνα και πέρασε από το γνωστό χωριό Κλεισούρα, όπου σήμερα υπάρχει εκεί ένα γυναικείο μοναστήρι, την Κλεισούρα της Καστοριάς και ήρθε εκεί στο όρος του Καλλιστράτου κι εκεί βρήκε κατ’ αρχήν ένα μεγάλο σπήλαιο. Εκεί στο σπήλαιο υπήρχε, όπως προηγουμένως είπαμε, ένα μικρό μονίδριο του Αγίου Γεωργίου· εκεί έμενε ο Άγιος Νικάνωρ τα πρώτα έτη. Εκεί λοιπόν μία νύχτα, την ώρα που προσευχόταν, άκουσε και πάλι εδώ μία φωνή, η οποία του έλεγε να αφήσει το μέρος εκεί, το οποίο ασκήτευε, και να πάει να βρει μία εικόνα. Του είπε λοιπόν η φωνή, προσκυνούσε εκεί μπροστά στον Εσταυρωμένο Χριστό, κι άκουσε μια φωνή γλυκιά, από την εικόνα του Εσταυρωμένου Χριστού να του λέει: Νικάνωρ, να φύγεις αμέσως από εδώ, να ανεβείς επάνω στην κορυφή του όρους και εκεί θα βρεις μία εικόνα Μου, της Μεταμορφώσεως. Να κτίσεις εκεί εκκλησία στο όνομά Μου, στο όνομα της Μεταμορφώσεως και να κτίσεις και κελιά και το μοναστήρι αυτό θα γίνει περίφημο κι εκεί θα ποιμάνεις εσύ πολύ μεγάλο λαό.
Και πραγματικά αφού στον τόπο εκεί, στην σπηλιά, μας διηγείται ο βίος του, πόσους πειρασμούς υπέμεινε σαν τους παλιούς Αγίους εναντίον των δαιμόνων, σαν τον Άγιο Αντώνιο και σαν άλλους, έφυγε από τη σπηλιά. Και εκεί στη σπηλιά βέβαια ενώ ήταν, μας διηγείται ο βίος του, ότι εκεί ήρθαν και τον συνήντησαν και δύο πολύ πλούσιοι άνδρες, τους οποίους είχε στείλει ο Άγιος Διονύσιος. Ο Άγιος Διονύσιος από τη Μονή του Τιμίου Προδρόμου, ο Άγιος Διονύσιος Ολύμπου, εθαύμαζε πολύ τις αρετές του Αγίου Νικάνορος, θαύμαζε δε ιδιαιτέρως τη μεγάλη του ταπείνωση. Και έλεγε προς τους άλλους μοναχούς: βλέπετε ότι ο Νικάνωρ τι μεγάλο θησαυρό κρύβει κάτω από εκείνο το ευτελές τριβώνιο; Ενώ καταγόταν από πολύ πλουσία οικογένεια ο Άγιος Νικάνωρ, τα μοναχικά του ενδύματα ήταν τελείως ευτελή, τριμμένα και πολύ φτωχικά· και λέει ο Διονύσιος, κάτω από αυτό το τριβώνιο, το τριμμένο υπάρχει πολύ μεγάλη αρετή. Άκουσαν λοιπόν αυτή τη σύσταση του Αγίου Διονυσίου δύο πλούσιοι και πήγαν να συναντήσουν, δύο πλούσιοι νέοι, τον Άγιο Νικάνορα εκεί στη σπηλιά, πριν ακόμη φύγει, και τους λέει: τι ήρθατε σε μένα τον ευτελή δούλο του Δεσπότου; Αφήσατε τον Άγιο Διονύσιο, που έχει τόσες αρετές, κι ήρθατε σε μένα εδώ; Αυτό το ιμάτιό μου δεν έχει καμία κρυμμένη αρετή όπως θα ακούσατε –βλέπετε με το Γεροντικό του χάρισμα κατάλαβε τι τους είχε πει ο Άγιος Διονύσιος- δεν έχω καμία αρετή κάτω από αυτό το ιμάτιο. Αλλά να πάτε πίσω, σ’ εκείνον τον όντως όσιο και ενάρετο, τον Άγιο Διονύσιο. Παρά ταύτα παρέμειναν αυτοί οι δύο πλούσιοι νέοι και αυτός τους έκηρε και τους έκανε μοναχούς και μαζί μ’ αυτούς ανέβηκε πάνω στο όρος κι εκεί έσκαψαν και βρήκαν την εικόνα της Μεταμορφώσεως του Κυρίου, όπως το είχε ειδοποιήσει ο Κύριος. Και στο σημείο εκείνο του όρους του Καλλιστράτου, όπου βρήκαν την εικόνα της Μεταμορφώσεως έκτισαν ένα πολύ μεγάλο μοναστήρι, το οποίο υπάρχει και σήμερα εκεί στα Γρεβενά, το μοναστήρι Μονή Ζάβορδας ή Μονή της Μεταμορφώσεως, η οποία πανηγύριζε χθες και η οποία πανηγυρίζει και σήμερα, δύο ημέρες συνεχούς πανηγύρεως· διότι χθες μεν πανηγύριζε το Μοναστήρι που είναι επ’ ονόματι της Μεταμορφώσεως, σήμερα δε πανηγυρίζουν εκεί την κοίμηση του Αγίου Νικάνορος.
Έκτισε λοιπόν πολύ μεγάλο μοναστήρι. Λέγεται ότι την περίοδο εκείνη το μοναστήρι μέσα είχε κελιά για χίλιους μοναχούς και ότι μαζί με τα μετόχια που έκτισε ο Άγιος Νικάνωρ γύρω μπορούσαν να φιλοξενηθούν και να μείνουν εκεί τρεις χιλιάδες μοναχοί.

Όταν λοιπόν ο Νικάνωρ πέρασε οσίως την ζωή του και ευαρέστησε το Θεό και έκανε τον τόπο εκεί πολύ μεγάλο πνευματικό κέντρο και πήγαιναν όλοι οι Μακεδόνες –ας σημειώσω εδώ ότι ο Άγιος Νικάνωρ τιμάται πάρα πολύ ιδιαίτερα στην Δυτική Μακεδονία και μέχρι και την Ήπειρο. Στην Κοζάνη υπάρχει πολύ μεγάλος ναός προς τιμήν του Αγίου Νικάνορος, όπως υπάρχει επίσης και στην Καστοριά πολύ μεγάλος ναός προς τιμήν του Αγίου Νικάνορος εκτός από το μοναστήρι του στα Γρεβενά. Ακόμη και στην Ήπειρο στην Κόνιτσα, υπάρχει ένα χωριό το οποίο ονομάζεται Άγιος Νικάνωρ. Έτρεχαν όλοι και για ν’ ακούσουν τη διδασκαλία του αλλά ακόμη και για να ζητήσουν τη βοήθειά του με θαύματα και θεραπείες, τις οποίες εν ζωή ακόμη. Όταν λοιπόν ήρθε ο καιρός ν’ αναπαυθεί ο Άγιος Νικάνωρ, το εγνώριζε ότι θα φύγει από τη ζωή τρεις ημέρες ενωρίτερα, είπε σε τρεις ημέρες θα αποθάνω, κάλεσε όλους τους μοναχούς και τους διάβασε ένα μέρος από την διαθήκη του.
Αυτή η διαθήκη του Αγίου Νικάνορος σώζεται ολόκληρη γραπτή και πολύ μεγάλοι επιστήμονες έχουν κάνει και μελέτες επιστημονικές μελετώντας αυτή τη διαθήκη του Αγίου Νικάνορος. Εγώ όμως σήμερα εδώ θα σας διαβάσω μόνον μερικά από το τι είπε ο Άγιος Νικάνωρ τελειώνοντας προς τους μοναχούς, τα οποία είναι διδακτικά και για τους μοναχούς –σε μοναστήρι βρισκόμαστε σήμερα- αλλά είναι διδακτικά και για όλους μας. Τους είπε λοιπόν, λίγο πριν κοιμηθεί, ο Άγιος Νικάνωρ: Μη λυπάστε αγαπητά μου τέκνα για τον θάνατό μου γιατί αυτό το πικρόν ποτήριον του θανάτου είναι κοινό για όλους μας και κανένας δεν πρόκειται να το αποφύγει. Σας συμβουλεύω μόνον, λέει, να φυλάξετε ασάλευτα όσα περιλαμβάνει η γραπτή μου διαθήκη αν θέλετε και αγαπάτε να σωθείτε. Να ζείτε πάντοτε κοινοβιακώς, να έχετε πρώτα την αγάπη στο Θεό και την ευσέβεια και ανάμεσά σας να έχετε αδελφική αγάπη. Να φυλάσσετε ακριβώς την παράδοση των Αγίων Πατέρων όσα διά Πίστεως και εναρέτου διαγωγής έγραψαν και όσα το τυπικό του Αγίου Σάββα διακελεύεται περί εκκλησιαστικής τάξεως και περί αρετής.
Δέστε εδώ τι σπουδαία σύσταση: να τηρείτε όσα διδάσκουν οι Άγιοι Πατέρες! Και κάθε φορά που ακούω τέτοια σύσταση, το τονίζω αυτό και το επισημαίνω διότι φθάσαμε σήμερα, αγαπητοί μου, μερικοί ακόμη κι ορισμένοι κληρικοί και αρχιερείς να γράφουν πως δεν χρειάζονται αυτά που λένε οι Άγιοι Πατέρες, τους ξεπεράσαμε τους Αγίους Πατέρες, ζούμε τώρα σε άλλη εποχή.
Τους έδωσε και πολλές άλλες συμβουλές στη διαθήκη του –βλέπω ότι πέρασε πολύ η ώρα εδώ, να μη σας καθυστερήσω… Κι αφού λοιπόν τους έδωσε αυτές τις συμβουλές την 6η του Αυγούστου του έτους 1549 πανηγύρισε το Μοναστήρι της Μεταμορφώσεως, σαν χθες, δέχθηκε ο Άγιος Νικάνωρ τον κόσμο, τον φιλοξένησε μέσα στο Μοναστήρι, λειτούργησε ο ίδιος και μετά, κουρασμένος από τη Μεταμόρφωση, μπήκε μέσα στο κελί του λιγάκι να ξεκουραστεί. Εκεί όμως τον κατέλαβε ξαφνικά ένας πολύ υψηλός πυρετός, παρά ταύτα την άλλη μέρα σηκώθηκε το πρωί, μπήκε μέσα στο Κυριακό, στο Καθολικό της Μεταμορφώσεως, εκεί λειτούργησε ο ίδιος και κοινώνησε τα Άχραντα Μυστήρια. Κι όταν βγήκε μετά από την θεία Λειτουργία, σαν σήμερα, 7 του μηνός Αυγούστου του 1549, τους φώναξε και τους είπε: Παιδιά μου, ήρθε η ώρα μου γιά να πηγαίνω προς τον ποθούμενο Δεσπότη μου! Εσείς στο εξής να αγωνίζεσθε για να φανείτε ευάρεστοι στο Θεό και μη λυπάσθε γιατί εγώ χωρίζομαι σωματικά από εσάς γιατί πνευματικά θα είμαι μαζί σας. Κι αν βρω παρρησία προς το Δεσπότη Χριστό δεν θα πάψω να δέομαι προς εσάς για να σας ενισχύει ο Θεός.

Κι αφού τα είπε αυτά ο Άγιος, τους ευχήθηκε, τους ευλόγησε, πλάγιασε επάνω στην κλίνη του και παρέδωκε το πνεύμα του εις χείρας Θεού το 1549 σαν σήμερα και παρέλαβαν οι Άγγελοι την μακαρία ψυχή του και τον κατέταξαν ανάμεσα στους μεγάλους Αγίους, στους μεγάλους Οσίους.
Μετά από το θάνατο του Αγίου Νικάνορος ο βίος εδώ διηγείται πάρα πολλά θαύματα. Δεν θα σας πω εδώ τα θαύματα, τα οποία διηγείται. Διηγείται ένα θαύμα για μία άσεμνη νέα, μία νέα η οποία πήγε να προσκυνήσει το λείψανό του ενώ προηγουμένως ήταν ακάθαρτη κι έφαγε ένα χαστούκι, όπως διηγείται και η ίδια, από τον Άγιο. Διηγείται το θαύμα που διέσωσε τα Σέρβια της Κοζάνης από την πανώλη, από την πανούκλα. Και επίσης διηγείται πώς θανάτωσε έναν Γενίτσαρο, έναν Τούρκο, ο οποίος μαζί μ’ έναν άλλο Γενίτσαρο σχεδίαζαν την επομένη ημέρα, που θα περιερχόταν η κάρα του Αγίου Νικάνορος στα Σέρβια για να διώξει την πανούκλα, είχαν σχεδιάσει αυτοί οι Γενίτσαροι πώς να πάρουν την κάρα του και να τη συντρίψουν και να τη σπάσουν. Και το βράδυ ο μεν ένας Γενίτσαρος πέθανε από την πανούκλα, στον άλλον δε εμφανίστηκε ο Άγιος Νικάνωρ και τον επέπληξε και του λέει: εσένα σε αφήνω μόνο και μόνο για να διηγηθείς την εμφάνισή μου και να πιστέψει ο κόσμος.

Αγαπητοί μου, τελειώνοντας αυτά τα οποία για τον βίο του Αγίου Νικάνορος σας είπα, θέλω δύο πράγματα να προσέξουμε από τον βίο του, που έχουν σημασία στην εποχή μας. Ένα πράγμα ότι ο Άγιος Νικάνωρ ήταν πολύ πλούσιος νέος στη Θεσσαλονίκη, από αρχοντική γενιά. Πλούσιοι όμως επτώχευσαν και επείνασαν! Τι να τα κάνει κανένας τα πλούτη; Τα άφησε τα πλούτη και ακολούθησε αυτή την ευλογημένη οδό, τη μοναχική οδό, την οδό της τελειώσεως. Ας προσεγγίσουμε κι εμείς λίγο αυτήν την φιλοσοφία, αυτόν τον φιλόσοφον βίον, αυτή την σκέψη των μεγάλων μας ασκητών, των μεγάλων μας οσίων. Να πούμε κι όταν ο Θεός μας στέλνει μερικές φορές φτώχεια και μας στέλνει κρίση, να μην απογοητευόμαστε. Οι εκζητούντες τον Κύριον ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού.
Και το δεύτερο, το οποίο θέλω να τονίσω είναι ότι στην σκοτεινή εκείνη περίοδο της Τουρκοκρατίας, με τόση πολλή αμάθεια και τόσο πολλά βάσανα και τόσο πολλούς διωγμούς, ο Θεός έστειλε Αγίους, έστειλε τον Άγιο Διονύσιο, έστειλε τον Άγιο Νικάνορα, έστειλε τον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό και κράτησαν το Γένος μας στην Ορθόδοξη Πίστη, σε περίοδο δουλείας. Τώρα βρισκόμαστε σε περίοδο ελευθερίας και ξεχαστήκαμε όλοι, ξεχάσαμε τους Αγίους μας, ξεχάσαμε την Πίστη μας, ξεχάστηκαν και οι κληρικοί, ξεχάστηκαν και οι μοναχοί. Ουσιαστικώς βρισκόμαστε υπό πνευματική κατοχή. Δε θα βρεθούν Άγιοι Διονύσιοι; Δεν θα γεννήσει ο αιώνας, δεν θα γεννήσει η εποχή μας Αγίους για να μας τυλίξουν στην Πίστη μας; Ας ευχηθούμε λοιπόν κάθε φορά που ακούμε βίους τέτοιων μεγάλων Αγίων, οι οποίοι βοήθησαν το Γένος μας με τη διδασκαλία, με τα θαύματά τους, με την αγία τους βιωτή, ας ευχηθούμε και στη σημερινή πολύ δύσκολη εποχή μας να αναστήσει ο Θεός Αγίους σαν τον Άγιο Νικάνορα και τους άλλους Αγίους και να μας βοηθήσουν όλους μας. Αμήν.

ΠΗΓΗ  http://www.agiooros.net/