Η ΥΨΩΣΗΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Η Εκκλησία εορτάζει την παγκόσμια ύψωση του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού. Η γιορτή είναι αρχαιότατη και μια από τις Δεσποτικές γιορτές, τις γιορτές δηλαδή τις αφιερωμένες στο Δεσπότη Χριστό. Η γιορτή συνδέεται με μεγάλα ιστορικά γεγονότα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, γι’ αυτό έχει πανηγυρικό χαρακτήρα. Συγχρόνως όμως αναφέρεται στη σταύρωση και το θάνατο του Κυρίου, γι΄ αυτό και τιμάται με αυστηρή νηστεία, όπως η Μεγάλη Παρασκευή. Το Ευαγγέλιο, που διαβάζεται στη θεία Λειτουργία, είναι το ίδιο που διαβάζεται και τη Μεγ. Παρασκευή. Μέχρι πριν λίγα χρόνια η εορτή της Υψώσεως του τιμίου Σταυρού ήταν ημέρα γενικής αργίας, αλλά μετά τον πόλεμο οι εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας, ενώ από έξη έγιναν πέντε, η εορτή του Σταυρού είναι εργάσιμη ημέρα.

Το 326, ένα χρόνο μετά την πρώτη οικουμενική Σύνοδο, η αγία Ελένη πήγε στα Ιεροσόλυμα, να προσκυνήσει τους αγίους τόπους και να ευχαριστήσει το Θεό, για τις νίκες και τις θριαμβευτικές επιτυχίες του παιδιού της και πρώτου χριστιανού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου. Τότε έκτισε διάφορους ναούς, όπως στο όρος των Ελαιών και στο σπήλαιο της Βηθλεέμ. Με διαταγή του Κωνσταντίνου ανέλαβε να κτίσει μεγάλο ναό στο λόφο του Γολγοθά, εκεί που σταυρώθηκε ο Ιησούς Χριστός. Εκεί, πριν από διακόσια χρόνια, ο αυτοκράτορας Αδριανός, για να εμποδίσει τους χριστιανούς να προσκυνούν τον άγιο τόπο, είχε αναγείρει ναό αφιερωμένο στην Αφροδίτη. Η άγια Ελένη κατεδάφισε τον ειδωλολατρικό ναό, ξεκαθάρισε τον τόπο, εξακρίβωσε τη θέση που σταυρώθηκε ο Κύριος και βρήκε τον τίμιο Σταυρό.

Η είδηση ότι βρέθηκε ο τίμιος Σταυρός διαδόθηκε σ’ όλο τον τότε χριστιανικό κόσμο. Έτρεξαν λοιπόν όλοι, και μάλιστα οι πιστοί της Παλαιστίνης, για να προσκυνήσουν το τίμιο ξύλο. Όταν τελείωσε ο ναός της Αναστάσεως, που έκτισε η αγία Ελένη πάνω στο λόφο του Γολγοθά, στις 14 Σεπτεμβρίου του 336 έγιναν επίσημα και με κάθε λαμπρότητα τα εγκαίνια. Τότε ο Πατριάρχης των Ιεροσολύμων Μακάριος, επειδή το πλήθος του λαού ήταν πολύ, για να δουν όλοι και να προσκυνήσουν, ανέβηκε στον άμβωνα, που ήταν στη μέση του ναού και ύψωσε τον τίμιο Σταυρό. Οι πιστοί προσκυνούσαν, κάνοντας το σταυρό τους κι έλεγαν «Κύριε, ελέησον». Αυτή λοιπόν την ύψωση του τιμίου Σταυρού γιορτάζει σήμερα η Εκκλησία και υψώνει τον τίμιο Σταυρό στη μέση του ναού.

Ύστερα από 280 περίπου χρόνια, το 614, οι Πέρσες κυρίευσαν τα Ιεροσόλυμα, έκαναν μεγάλες καταστροφές, πήραν αιχμάλωτο τον Πατριάρχη Ζαχαρία και μαζί τη μεγάλη ασημένια λειψανοθήκη, στην οποία η αγία Ελένη είχε φυλάξει τον τίμιο Σταυρό. Ο αυτοκράτορας Ηρά­κλειος, ύστερα από 14 χρόνια, έκανε εκστρατεία, έφτασε νικητής ως την πρωτεύουσα της Περσίας, ελευθέρωσε τους αιχμαλώτους χριστιανούς, πήρε τον τίμιο Σταυρό και τον Πατριάρχη Ζαχαρία και γύρισε στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί κατέβηκε στα Ιεροσόλυμα, έβγαλε το βασιλικό στέμμα και ανυπόδητος, σηκώνοντας το κιβώτιο με το τίμιο ξύλο το έφερε στο Γολγοθά. Εκεί, πάλι στις 14 Σεπτεμβρίου και στο ναό της Αναστάσεως, ο Πατριάρχης Ζαχαρίας ύψωσε στον άμβωνα τον Σταυρό κι ο λαός έψαλλε «Σώσον, Κύριε, τον λαόν σον…»,

Η ανεύρεση του τιμίου Σταύρου από την αγία Ελένη και η δεύτερη ύψωσή του στον άμβωνα από τον Πατριάρχη Ζαχαρία συνοδεύονται με δύο θαύματα. Το πρώτο θαύμα είναι η θεραπεία μιας ετοιμοθάνατης γυναίκας. Η αγία Ελένη βρήκε τρεις σταυρούς· οι άλλοι δύο ήσαν των δύο ληστών. Γεννήθηκε λοιπόν απορία ποιός ήταν ο Σταυρός του Κυρίου. Εκεί κοντά βέβαια βρέθηκε η επιγραφή του Πιλάτου «Ιησούς ο Ναζωραίος ο Βασιλεύς των Ιουδαίων», αλλά ο Πατριάρχης Μακάριος άγγιξε την ετοιμοθάνατη γυναίκα με το τίμιο Ξύλο κι η άρρωστη αμέσως έγινε καλά. Το δεύτερο θαύμα είναι ότι, ανεβαίνοντας με το τίμιο Ξύλο προς το Γολγοθά, ο αυτοκράτορας Ηράκλειος σταμάτησε και δεν μπορούσε να προχωρήσει. Τότε ο Πατριάρχης Ζα­χαρίας του είπε κι έβγαλε το βασιλικό στέμμα και τα υποδήματά του. Κι αμέσως ξεκίνησε.

Η Εκκλησία, τιμά και προσκυνεί τιμητικά τα ιερά λείψανα των Αγίων και τα άμφια της υπεραγίας Θεοτόκου. Πολύ περισσότερο τον τίμιο Σταυρό του Κυρίου, που είναι «ο φύλαξ πάσης της οικουμένης, η ωραιότης της Εκ­κλησίας και πιστών το στήριγμα». Από τότε που η αγία Ελένη βρήκε τον τίμιο Σταυρό στα Ιεροσόλυμα, είναι μεγάλο απόκτημα και θησαυρός για κάθε πόλη και μοναστήρι, που μπορεί να έχει ένα ελάχιστο κομμάτι από το τίμιο Ξύλο.

«Χριστός ο αληθινός Θεός ημών… δυνάμει του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού… ελεήσαι και σώσαι ημάς». Αμήν.
========================================================================

Αλή­θεια πως να πλησιάσει κανείς το Σταυρό τού Χριστού χωρίς δέος; Αυτόν πού οι άγγελοι ευλαβούνται εµείς οι άνθρωποι πώς να αγγίζουµε; 'Όμως µέ την πίστη, ότι ο Τίµιος Σταυρός είναι «Χριστιανῶν ἡ ἐλπίς» δειλά-δειλά πλησιάζουµε το Μυστήριό του καί µε γνήσια ευλάβεια γονατιστοί µπροστά του ψελίζουµε: «Σύ µου σκέπη κραταιά ὑπάρχεις ... ἀγίασόν µε τῇδυνάµει σου». Η σηµερινή εορτή την οποία εορτάζουµε µε τόση λαµπρότητα είναι ανάµνηση ενός µεγάλου γεγονότος που έγινε το 326.

Στο Συναξαριστή της Εκκλησίας µας διαβάζουµε ότι όταν ο πρώτος χριστιανός βασιλεύς ο Μέγας Κωνσταντί­νος εξεστράτευσε κατά του Μαξεντίου, βρισκόµενος σε δύσκολη θέση και κινδυνεύοντας να νικηθεί από τα πο­λυάριθµα στρατεύµατα του εχθρού, εκεί στον Τίβερη πο­ταµό, µέρα µεσηµέρι, είδε στον ουρανό το σχηµα του Τι­µίου Σταυρού µε την επιγραφή στά Ρωµαϊκά «Ἐν τοῦτῳ νίκα».

Θεωρώντας το σηµείο αυτό ευλογία του Θεού και προµήνυµα νίκης διέταξε τους στρατιώτες του να αναρ­τήσουν στα πολεµικά λάβαρα το σχήµα του Σταυρού µε τις θεϊκές λέξεις.

Mε τη δύναµη του Σταυρού νίκησε ο Κωνσταντίνος και σαν απόδειξη ευγνωµοσύνης στο Χρι­στό κήρυξε την ανεξιθρησκεία. Έτσι υψώθηκε ο Σταυ­ρός στους τρούλλους των Εκκλησιών. Ελεύθερα οι χρι­στιανοί λάτρευσαν τον Σσταυρωµένο και ο Σταυρός του Χριστού έγινε το σύµβολο της αυτοκρατορίας. Εµφορού­µενος από τον ζήλο να προσκυνήσει το ίδιο ξύλο επάνω στο οποίο σταυρώθηκε ο Χριστός, έστειλε τη Μητέρα του Αγία Ελένη στα Ιεροσόλυµα µε υπηρέτες και χρήµα­τα πολλά µε σκοπό να ανασύρει από τη γη το θαµµένο Τίµιο Σταυρό. Ύστερα από κοπιώδη έρευνα αξιώθηκε η Αγία Ελένη να βρει στο λόφο του Γολγοθά τρείς Σταυ­ρούς. Των δύο ληστών και του Χριστού.

Την απορία της ποιός άραγε ήταν ο Σταυρός του' Χριστού την έλυσε το θαύµα της αναστάσεως µιάς νεκρής γυναίκας στην οποία ακούµπησαν πρώτα τους δύο σταυρούς χωρίς να συµβεί τίποτα το θαυµατουργικό, και όταν ακούµπησαν τον τρίτο αµέσως η νεκρή αναστήθηκε. Τότε η Βασίλισσα κατάλαβε ότι ήταν ο Σταυρός του Χριστού και µαζί µε τη Σύγκλητο µε συγκίνηση τον προσκύνησε. Επειδή ζητούσε ο λαός να προσκυνήσει τον Τίµιο Σταυρό και δεν µπορούσε λόγο της κοσµοσυρροής παρακάλεσε την Αγία τουλάχι­στον να τον δει.

Τότε ο Πατριάρχης Ίεροσο­λύµων Μακάριος, ανέβηκε στον άµβωνα της Εκκλησίας και ύψωσε τον Τίµιο Σταυρό. Και κάτω ο λαός µε δακρυσµένα µάτια γονατιστός εψαλε το «Κύριε ελέησον». Από τότε επικρά­τησε η τιµία εορτή της Υψώσεως. Σήµερα που για τους πολλούς µοντέρνους ανθρώπους ο Σταυρός του Χριστου είναι «µωρία», σήµερα που οι λε­γόµενοι µάρτυρες του Ιεχωβά παρασύρουν ανύποπτους αδελφούς µας στην άρνηση του Σταυρού του Χριστού, σή­µερα που οι περισσότεροι από τους λεγοµένους ορθόδό­ξους χριστιανούς µόνο τυπικά και επιφανειακά προσκυ­νουν το Σταυρό του Χριστού, σήµερα που η τεχνολογική εξ­έλιξη έκανε τον άνθρωπο να παραθεωρήσει τη δύναµη του Σταυρου.

Σήµερα πού ο Σταυρός και ο Εσταυρωµέ­νος καθαιρέθηκαν από το εικονοστάσι της ψυχής µας, κα­λούµαστε όσοι ακόµα συγκινούµαστε από το πάθος του Χρι­στού, όσοι ακόµα πιστεύουµε στή δύναµη του Σταυρού του, να εµβαθύνουµε στο Μυστήριο και στη Θεολογία του, και να οδηγηθούµε από τον εξωτερικό ασπασµό στην εσωτερική ένωσή µας µε τον Εσταυρωµένο. Τότε µόνο η εορτή της υψώσεως θα υψώσει και τη δική µας ψυχή σε ουράνια βιώµατα. Είναι γεγονός ότι ο λαός µας ευλαβείται ιδιαίτερα τη σηµερινή εορτή. Τρέχει στις εκκλησίες να ακούσει τα ωραία τροπάρια, περιµένει µε υποµονή να πάρει από το χέρι του ιερέως τον βασιλικό, που ύστερα βάζει στο εικονο­στάσι για φυλακτό και µε κάθε τρόπο εκδηλώνει τα αισθή­µατα της ευσέβειάς του.

Πόσοι όµως από αυτούς τούς κα­λούς χριστιανούς προσπάθησαν νά εµβαθύνουν στό νόη­µα της εορτής; Πόσοι σκέφθηκαν ότι πίσω από το σύµβο­λο υπάρχει µιά ολόκληρη θεολογία; Αλήθεια πόσοι ξέρουν ότι Σταυρός σηµαίνει πάθος, πόνος, θλίψις, µαρτύριο; Είµαστε γεµάτοι από Σταυρούς. Στις εκκλησίες µας, στα σπίτια µας, στους δρόµους, στά λεωφορεία, παντού βλέπει κανείς να δεσπόζει ο Σταυρός. Στο στήθος µας, πάνω από το κρεβάτι µας, στις σηµαίες µας, στην κορυφή της ανεγειρόµενης οικοδοµής, στα θεµέλια κάθε κτίσµατος, στο αυτοκίνητό µας, στα στέφανα των νεονύµφων, στον τάφο των νεκρών, στα κατάρτια των πλοίων, παντού, σε κάθε έκφανση της ζωής δεσπόζει ο Τίµιος Σταυρός.

Και ενώ ζούµε ανάµεσα σε τόσους σταυρούς, δυστυχώς, εί­µαστε ξένοι προς το Σταυρό τού Χριστού. Αν δοκιµάσει κανείς να δώσει σε ένα όποιοδήποτε άνθρωπο των ανα­τολικών αθεϊστικών χωρών ένα µικρό σταυρουδάκι θα µείνει έκθαµβος από τη λαχτάρα µε την οποία θα ασπα­σθεί και θα αγκαλιάσει το Σταυρό τού Χριστού. Θα δει δάκρυα να κυλούν καί θεϊκή αλλοίωση να ζωγραφίζεται στο πρόσωπό του. Και τούτο γιατί µέ­σα στην πνευµατική στέρηση και στον πόνο ζεί τη θεο­λoγία του Σταυρού. Ο Σταυρός του Χριστού μας θυμίζει το θείο πάθος του. Εκεί έπαθε για τις αμαρτίες μας.

Εκεί δόθηκε η μάχη κατά της φθοράς. Από το Σταυρό του Χριστού βλάστησε ο καρπός της αθανασίας. Στο Σταυρό σχίσθηκε το χειρόγραφο των αμαρτιών μας. Ατενίζοντας το Σταυρό θυµόµαστε ότι ο Χριστός φό­ρεσε ακάνθινο στεφάνι για να µας καθαρίσει τους λογι­σµούς. Ραπίσθηκε για να µας διδάξει την υποµονή. Χλευάσθηκε για να µας διδάξει την αξία της πραότητος. Λογχεύθηκε την πλευρά, εµπτύσθηκε, προπηλακίσθηκε, ποτίσθηκε ξύδι και χολή, εγκαταλείφθηκε, έπαθε όσα κα­νείς από τους ανθρώπους για να σώσει τον κόσµο και τον καθένα µας από την τυραννία του διαβόλου και του θανάτου.

Έτσι ο Σταυρός του Χριστού γίνεται «Χριστια­νῶν ἡ ἐλπίς, πεπλανηµένων ὁδηγός, χειµαζοµένων λιµήν, ἐν πολέµοις νῖκος, οἰκουµένης ἀσφάλεια, νοσούντων ἰα­τρός, νεκρῶν ἡ ἀνάστασις». Ο Σταυρός µας θυµίζει τη λύτρωσή µας και τη σωτηρία µας. Για µας τους ορθοδόξους Έλληνες ο Σταυρός θυµίζει αγώνες εθνικούς κατά τους οποίους χωρίς τη δύναµή του ήταν αδύνατο να επιβιώσουµε. «Σταυρός πιστῶν τὸ στήριγµα» ψάλλουµε θριαµβευτικά. Ο Τίµιος Σταυρός ήταν και είναι το εθνικό µας σύµβολο ποε εμψύχωνε τους αγωνιστές µας. Τα βυζαντινά στρατεύµατα µέσα στα πεδία των µαχών έφεραν τα λάβαρα του Σταυρού µε τα όποια ενίσχυαν τους µαχητές.

Ό ιερός λόχος µε καύχηση διεκήρυττε «ἐν τούτῳ τῷ σηµείῳ νικῶµεν». Και ο θαλασσινός αγωνιστής Kανάρης ύψωσε στη φρεγάτα του τον Τίµιο Σταυρό µε τη φράση «Σταυροῦ τύπος ἐχθροῖς τρόµος». Aς µή µείνουµε αγαπητοί μου αδελφοί µόνο θεατές του µεγάλου τούτου ση­µερινού µυστηρίου. Καθώς ασπαζόµαστε «τό Ζωοποιόν ξύλον». Ας αφήσουµε τη σκέψη µας να αγκαλιάσει τον Εσταυρωμένο και να μας θυµίζει κάθε λεπτό τα περιστατι­κά του αχράντου πάθους του Ιησού Χριστού. Και ακόµα, όπου ατενίζουµε τον Τίµιο Σταυρό ας φέρουµε στη µνή­µη µας τα προστάγµατα και τις υποθήκες του Εσταυρω­µένου Χριστού. Τότε ο Σταυρός δεν θα είναι για µας ένα άψυχο ξύλο, αλλά θά γίνει «ζωή καί ανάστασις», δεν θα είναι ένα πολύτιµο κειµήλιο, αλλά θα αποβεί η µοναδική αξία από την οποία θα παίρνει νόηµα η ζωή µας. Αμήν.

========================================================================

Όλοι γνωρίζουμε πως τον Χριστό μας τον σταύρωσαν. Τον κάρφωσαν δηλαδή πάνω σ' ένα ξύλινο σταυρό, κι εκεί ξεψύχησε.
Τον ξύλινο σταυρό οι Χριστιανοί τον έθαψαν βαθιά στο χώμα για να μην τον βρουν οι ειδωλολάτρες και τον μολύνουν. Έτσι ο Τίμιος Σταυρός έμεινε χρόνια πολλά θαμμένος μέσα στη γη.
Όταν έπειτα από καιρό επικράτησε ο Χριστιανισμός, η Αγία Ελένη αποφάσισε να βρει και να ξεθάψει τον Τίμιο Σταυρό και να τον στήσει μέσα στην εκκλησία στα Ιεροσόλυμα για να τον προσκυνούν οι Χριστιανοί. Πήγε λοιπόν η ίδια στα Ιεροσόλυμα και ζήτησε να μάθει σε ποιο μέρος ήταν θαμμένος ο Σταυρός.
Όμως κανένας Χριστιανός δεν ήξερε να της πει. Εκείνοι που πριν από πολλά χρόνια τον είχαν θάψει βαθιά στο χώμα, είχαν πια πεθάνει. Έβαλε λοιπόν η Αγία Ελένη χιλιάδες εργάτες κι άρχισαν να σκάβουν όλα τα χωράφια εκεί γύρω. Είχε ακλόνητη πίστη πως κάπου θα τον έβρισκε. Πολλούς μήνες δούλευαν οι εργάτες χωρίς αποτέλεσμα. Κάποια μέρα, καθώς η Αγία Ελένη βάδιζε μέσα σ' ένα χωράφι, πάτησε ένα χορτάρι και αμέσως μια γλυκιά μυρωδιά γέμισε τον αέρα.

"Τι ωραία μυρωδιά είναι αυτή", είπε από μέσα της η Αγία Ελένη.
"Από που να χύνεται αυτή η γλυκιά μοσχοβολιά;".

Καθώς κοίταξε γύρω της έσκυψε κι έκοψε ένα κλαδάκι απ' το φυτό που πάτησε, το μύρισε και τότε κατάλαβε πως το χορτάρι εκείνο ήταν που σκορπούσε την γλυκιά ευωδιά.
Μεμιάς ο νους της φωτίστηκε, φώναξε έναν εργάτη και του είπε να σκάψει σ' εκείνο το μέρος.
Σε λίγο, τι θαύμα! Ο εργάτης βρήκε εκεί τον Τίμιο Σταυρό όπου επάνω ξεψύχησε ο Χριστός μας.
Από εκείνη τη στιγμή, το μυρωδάτο αυτό φυτό λέγεται βασιλικός, γιατί φύτρωσε στο σημείο που ήταν θαμμένος ο Σταυρός, όπου είχε σταυρωθεί ο βασιλιάς του κόσμου. Γι' αυτό μοιράζουν βασιλικό στις εκκλησίες στη γιορτή της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού, στις 14 Σεπτεμβρίου.