ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, ὁ θαυματουργός, ἀποτελεῖ ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο, στὶς πενιχρὲς μέρες τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα. Στὸ πρόσωπο τοῦ ἀνακαλύπτει κανεὶς ἕνα μεγάλο Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου ἡ ἁγιότητα τοῦ βίου συνδυάζεται μὲ τὴ χάρη τῆς θαυματουργίας καὶ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία.
Γεννήθηκε στὴ Σηλυβρία τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης τὸ 1846. Παρακολουθώντας τὴν ἱστορικὴ διαδρομὴ τοῦ βίου του, τὸν συναντοῦμε στὴν Κωνσταντινούπολη, δεκατετράχρονο παιδί, νὰ ἐργάζεται καὶ νὰ σπουδάζει στὴ Νέα Μονὴ τῆς Χίου, νὰ κείρεται μοναχὸς (1876) καὶ νὰ χειροτονεῖται διάκονος (1877) στὴν Ἀθήνα, νὰ ὁλοκληρώνει τὶς θεολογικές του σπουδὲς (1885) στὴν Αἴγυπτο, νὰ διακονεῖ ἐπὶ μία πενταετία στὸ Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας. Ἐκεῖ χειροτονεῖται πρεσβύτερος (1886) καὶ ἐπίσκοπος Πενταπόλεως (1889).
Ἐξαιτίας τοῦ φθόνου ποὺ προκαλεῖ τὸ πολυδιάστατο ἔργο του, συκοφαντεῖται καὶ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο. Ἐπιστρέφει στὴν Ἑλλάδα τὸ 1890, ὅπου περιφέρεται ὡς ἁπλὸς ἱεροκήρυκας μέχρι τὸ 1894, ποὺ ἀναλαμβάνει τὴ διεύθυνση τῆς Ριζαρείου Σχολῆς. Τὸ 1908 γιὰ λόγους ὑγείας παραιτεῖται καὶ ἀποσύρεται στὴν Αἴγινα, στὴ γυναικεία Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος, ποὺ ὁ ἴδιος ἔχει ἱδρύσει ἀπὸ τὸ 1904. Ἐκεῖ παραμένει, ὡς πνευματικός της Μονῆς, μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς τοῦ (1920).
Μία ἱερὴ πορεία ἑβδομηντατεσσάρων χρόνων, κατάφορτη ἀπὸ καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Νηστεύει, ἀγρυπνεῖ, προσεύχεται. Ταυτίζει τὸ θέλημά του μὲ τὴ θεία θέληση καὶ γίνεται ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ "παθῶν καὶ μαθῶν τὰ θεία". Λειτουργεῖ σὰν ἄγγελος, προσεύχεται χωρὶς νὰ πατάει στὴ γῆ. Ἀναδεικνύεται ἔνθερμος ἐραστὴς τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ἐγκάρδιος ὑμνητὴς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Θεολόγος θεόπνευστος καὶ συγγραφέας ἀκούραστος. Κηρύττει, ἐξομολογεῖ, νουθετεῖ, θυσιάζεται γιὰ τὸν πλησίον. Οἱ ἐλεημοσύνες τοῦ ἄπειρες. Οἱ θαυματουργίες τοῦ ἀνεξάντλητες. Ἡ παρουσία τοῦ γαληνεύει, εἰρηνεύει, ἐμπνέει τοὺς πάντες. Εἶναι ἀληθινὰ μεγάλος, γι' αὐτὸ καὶ βαθιὰ ταπεινός. Εἶναι ἀρχιερέας τοῦ Ὑψίστου, ἀλλὰ γίνεται καὶ καθαριστής, κηπουρός, τσαγκάρης καὶ χτίστης, μέχρι τὰ γεράματά του. Συκοφαντεῖται βαριὰ κι ἐκεῖνος εἰρηνικὰ ὑπομένει, προσεύχεται, συγχωρεῖ, εὐχαριστεῖ γιὰ ὅλα. Ἕνας πιστὸς μιμητὴς τοῦ πράου καὶ ταπεινοῦ Ἰησοῦ, ποὺ ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἀνακηρύσσει ἐπίσημα ὡς Ἅγιο τὸ 1961.
Ἀπαύγασμα αὐτῆς τῆς ἁγίας του ζωῆς ἀποτελοῦν τὰ γραπτά του κείμενα. Παρουσιάζουμε ἕνα μικρὸ ἀπάνθισμα τῶν ἐπιστολῶν του, διασκευασμένο στὴ σημερινή μας γλωσσικὴ μορφή. Μία συλλογὴ ἀπὸ σύντομες καὶ περιεκτικὲς διδαχὲς τοῦ Ἁγίου, ποὺ ἀναφέρονται στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ τὸν ἀγώνα τοῦ χριστιανοῦ.

Διδαχὲς
Ὁ δρόμος τῆς εὐτυχίας
Τίποτε δὲν εἶναι μεγαλύτερο ἀπ' τὴν καθαρὴ καρδιά, γιατί μία τέτοια καρδιὰ γίνεται θρόνος τοῦ Θεοῦ. Καὶ τί εἶναι ἐνδοξότερο ἀπὸ τὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ; Ἀσφαλῶς τίποτε. Λέει ὁ Θεὸς γι' αὐτοὺς ποὺ ἔχουν καθαρὴ καρδιά:
«Ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονται μοὶ λαὸς» (Β' Κόρ. 6,16).
Ποιοὶ λοιπὸν εἶναι εὐτυχέστεροι ἀπ' αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους; Καὶ ἀπὸ ποιὸ ἀγαθὸ μπορεῖ νὰ μείνουν στερημένοι; Δὲν βρίσκονται ὅλα τ' ἀγαθὰ καὶ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὶς μακάριες ψυχές τους;
Τί περισσότερο χρειάζονται; Τίποτε, στ' ἀλήθεια, τίποτε! Γιατί ἔχουν στὴν καρδιὰ τοὺς τὸ μεγαλύτερο ἀγαθό: τὸν ἴδιο τὸ Θεό! Πόσο πλανιοῦνται οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἀναζητοῦν τὴν εὐτυχία μακριὰ ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους, στὶς ξένες χῶρες καὶ τὰ ταξίδια, στὸν πλοῦτο καὶ στὴ δόξα, στὶς μεγάλες περιουσίες καὶ στὶς ἀπολαύσεις, στὶς ἡδονὲς καὶ σ' ὅλες τὶς χλιδὲς καὶ ματαιότητες ποὺ κατάληξή τους ἔχουν τὴν πίκρα! Ἡ ἀνέγερση τοῦ πύργου τῆς εὐτυχίας ἔξω ἀπὸ τὴν καρδιά μας, μοιάζει μὲ οἰκοδομῆ ποὺ χτίζε¬ται σὲ ἔδαφος ποὺ σαλεύεται ἀπὸ συνεχεῖς σεισμούς. Σύντομα ἕνα τέτοιο οἰκοδόμημα θὰ σωριαστεῖ στὴ γῆ...
Ἀδελφοί μου! Ἡ εὐτυχία βρίσκεται μέσα στὸν ἴδιο σας τὸν ἑαυτό, καὶ μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ τὸ κατάλαβε αὐτό. Ἐξετάστε τὴν καρδιά σας καὶ δεῖτε τὴν πνευματική της κατάσταση. Μήπως ἔχασε τὴν παρρησία της πρὸς τὸ Θεό; Μήπως ἡ συνείδηση διαμαρτύρεται γιὰ παράβαση τῶν ἐντολῶν Του; Μήπως σᾶς κατηγορεῖ γιὰ ἀδικίες, γιὰ ψέματα, γιὰ παραμέληση τῶν καθηκόντων πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τὸν πλησίον;
Ἐρευνῆστε μήπως κακίες καὶ πάθη γέμισαν τὴν καρδιά σας, μήπως γλίστρησε αὐτὴ σὲ δρόμους στραβοὺς καὶ δύσβατους...
Δυστυχῶς, ἐκεῖνος ποὺ παραμέλησε τὴν καρδιά του, στερήθηκε ὅλα τ' ἀγαθὰ καὶ ἔπεσε σὲ πλῆθος κακῶν. Ἐδίωξε τὴ χαρὰ καὶ γέμισε μὲ πίκρα, θλίψη καὶ στενοχώρια. Ἐδίωξε τὴν εἰρήνη καὶ ἀπόκτησε ἄγχος, ταραχὴ καὶ τρόμο. Ἐδίωξε τὴν ἀγάπη καὶ δέχθηκε τὸ μίσος. Ἐδίωξε, τέλος, ὅλα τὰ χαρίσματα καὶ τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ δέχθηκε μὲ τὸ βάπτισμα, καὶ οἰκειώθηκε ὅλες τὶς κακίες ἐκεῖνες, ποὺ κάνουν τὸν ἄνθρωπο ἐλεεινὸ καὶ τρισάθλιο.
Ἀδελφοί μου! Ὁ Πολυέλεος Θεὸς θέλει τὴν εὐτυχία ὅλων μας καὶ σ' αὐτὴ καὶ στὴν ἄλλη ζωή. Γι' αὐτὸ ἵδρυσε καὶ τὴν ἁγία Του Ἐκκλησία. Γιὰ νὰ μᾶς καθαρίζει αὐτὴ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, νὰ μᾶς ἁγιάζει, νὰ μᾶς συμφιλιώνει μαζί Του, νὰ μᾶς χαρίζει τὶς εὐλογίες τοῦ οὐρανοῦ.
Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀνοιχτὴ τὴν ἀγκαλιά της γιὰ νὰ μᾶς ὑποδεχθεῖ. Ἂς τρέξουμε γρήγορα ὅσοι ἔχουμε βαρειὰ τὴ συνείδηση. Ἂς τρέξουμε, καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕτοιμη νὰ σηκώσει τὸ βαρὺ φορτίο μας, νὰ μᾶς χαρίσει τὴν παρρησία πρὸς τὸ Θεό, νὰ γεμίσει τὴν καρδιά μας μὲ εὐτυχία καὶ μακαριότητα...

Πνευματικὸς ἀγώνας
Σκοπὸς τῆς ζωῆς μᾶς εἶναι νὰ γίνουμε τέλειοι καὶ ἅγιοι. Νὰ ἀναδειχθοῦμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ κληρονόμοι τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἂς προσέξουμε μήπως, γιὰ χάρη τῆς παρούσας ζωῆς, στερηθοῦμε τὴ μέλλουσα. Μήπως, ἀπὸ τὶς βιοτικὲς φροντίδες καὶ μέριμνες, ἀμελήσουμε τὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς μας.
Ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καὶ ἡ προσευχὴ ἀπὸ μόνες τους δὲν φέρνουν τοὺς ἐπιθυμητοὺς καρπούς, γιατί αὐτὲς δὲν εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας• ἀποτελοῦν τὰ μέσα γιὰ νὰ πετύχουμε τὸ σκοπό.
Στολίστε τὶς λαμπάδες σας μὲ ἀρετές. Ἀγωνιστεῖτε ν' ἀποβάλετε τὰ πάθη τῆς ψυχῆς. Καθαρίστε τὴν καρδιά σας ἀπὸ κάθε ρύπο καὶ διατηρῆστε τὴν ἁγνή, γιὰ νὰ ἔρθει καὶ νὰ κατοικήσει μέσα σᾶς ὁ Κύριος• γιὰ νὰ σᾶς πλημμυρίσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ τὶς θεῖες Τοῦ δωρεές.
Παιδιά μου ἀγαπητά, ὅλη σας ἡ ἀσχολία καὶ ἡ φροντίδα σ' αὐτὰ νὰ εἶναι. Αὐτὰ ν' ἀποτελοῦν σκοπὸ καὶ πόθο ἀσταμάτητο. Γι' αὐτὰ ὅλη σας ἡ προσευχὴ πρὸς τὸ Θεό.
Νὰ ζητᾶτε καθημερινὰ τὸν Κύριο• ἀλλὰ μέσα στὴν καρδιά σας καὶ ὄχι ἔξω ἀπ’ αὐτήν. Καὶ ὅταν Τὸν βρεῖτε, σταθεῖτε μὲ φόβο καὶ τρόμο ὅπως τὰ Χερουβεὶμ καὶ τὰ Σεραφείμ, γιατί ἡ καρδιὰ σᾶς ἔγινε θρόνος τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ βρεῖτε τὸν Κύριο, ταπεινωθεῖτε μέχρι τὸ χῶμα, γιατί ὁ Κύριος βδελύσσεται τοὺς ὑπερήφανους, ἐνῶ ἀγαπάει καὶ ἐπισκέπτεται τοὺς ταπεινοὺς στὴν καρδιά. Γι’ αὐτὸ καὶ λέει: "καὶ ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ' ἡ ἐπὶ τὸν ταπεινὸν καὶ ἠσύχιον, καὶ τρέμοντα τοὺς λόγους μου;" (Ἤσ. 66, 2).
Ἀγωνίζου τὸν ἀγώνα τὸν καλὸ καὶ ὁ Θεὸς θὰ σὲ ἐνισχύει. Στὸν ἀγώνα ἐντοπίζουμε τὶς ἀδυναμίες, τὶς ἐλλείψεις καὶ τὰ ἐλαττώματά μας. Εἶναι ὁ καθρέφτης τῆς πνευματικῆς μας καταστάσεως. Ὅποιος δὲν ἀγωνίστηκε, δὲν γνώρισε τὸν ἑαυτό του.
Προσέχετε καὶ τὰ μικρὰ ἀκόμη παραπτώματα. Ἂν σᾶς συμβεῖ ἀπὸ ἀπροσεξία κάποια ἁμαρτία, μὴν ἀπελπίζεστε, ἀλλὰ σηκωθεῖτε γρήγορα, προσπέστε στὸ θεὸ ποὺ ἔχει τὴ δύναμη νὰ σᾶς ἀνορθώσει. Ἡ μεγάλη λύπη κρύβει μέσα τῆς ὑπερηφάνεια.
Οἱ ὑπερβολικὲς λύπες καὶ ἀπελπισίες εἶναι βλαβερὲς καὶ ἐπικίνδυνες, καὶ πολλὲς φορὲς παροξύνονται ἀπὸ τὸ διάβολο γιὰ ν' ἀνακόψουν τὴν πορεία τοῦ ἀγωνιστῆ.
Μέσα μᾶς ἔχουμε ἀδυναμίες καὶ πάθη καὶ ἐλαττώμα¬τα βαθιὰ ριζωμένα: πολλὰ εἶναι καὶ κληρονομικά. Ὅλα αὐτὰ δὲν κόβονται μὲ μία σπασμωδικὴ κίνηση οὔτε μὲ τὴν ἀδημονία καὶ τὴ βαρειὰ θλίψη, ἀλλὰ μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονή, μὲ καρτερία, μὲ φροντίδα καὶ προσοχή.
Ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν τελειότητα εἶναι μακρύς. Εὔχεσθε στὸ Θεὸ νὰ σᾶς δυναμώνει. Νὰ ἀντιμετωπίζε¬τε μὲ ὑπομονὴ τὶς πτώσεις σας καὶ ἀφοῦ γρήγορα σὴ-κωθεῖτε, νὰ τρέχετε καὶ νὰ μὴ στέκεστε, σὰν τὰ παιδιά, στὸν τόπο ποὺ πέσατε, κλαίγοντας καὶ θρηνώντας ἃ-παρηγόρητα.
Ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεστε γιὰ νὰ μὴν μπεῖτε σὲ πειρασμό. Μὴν ἀπελπίζεστε ἂν πέφτετε συνέχεια σὲ παλιὲς ἁμαρτίες. Πολλὲς ἀπ’ αὐτὲς εἶναι καὶ ἀπὸ τὴ φύση τοὺς ἰσχυρὲς καὶ ἀπὸ τὴ συνήθεια. Μὲ τὴν πάρο-δὸ τοῦ χρόνου ὅμως καὶ μὲ τὴν ἐπιμέλεια νικοῦνται. Τίποτε νὰ μὴ σᾶς ἀπελπίζει.

Πειρασμοὶ
Οἱ πειρασμοὶ παραχωροῦνται γιὰ νὰ φανερωθοῦν τὰ κρυμμένα πάθη, νὰ καταπολεμηθοῦν κι ἔτσι νὰ θεραπευθεῖ ἡ ψυχή. Εἶναι καὶ αὐτοὶ δεῖγμα τοῦ θείου ἐλέους. Γι' αὐτὸ ἐμπιστεύσου στὸ Θεὸ καὶ ζήτησε τὴ βοήθειά Του, ὥστε νὰ σὲ δυναμώσει στὸν ἀγώνα σου. Ἡ ἐλπίδα στὸ Θεὸ δὲν ὁδηγεῖ ποτὲ στὴν ἀπελπισία. Οἱ πειρασμοὶ φέρνουν ταπεινοφροσύνη. Ὁ Θεὸς ξέρει τὴν ἀντοχὴ τοῦ καθενός μας καὶ παραχωρεῖ τοὺς πειρασμοὺς κατὰ τὸ μέτρο τῶν δυνάμεών μας. Νὰ φροντίζουμε ὅμως κι ἐμεῖς νὰ εἴμαστε ἄγρυπνοι καὶ προσεκτικοί, γιὰ νὰ μὴ βάλουμε μόνοι μας τὸν ἑαυτό μας σὲ πειρασμό.
Ἐμπιστευθεῖτε στὸ Θεὸ τὸν Ἀγαθό, τὸν Ἰσχυρό, τὸν Ζῶντα, καὶ Αὐτὸς θὰ σᾶς ὁδηγήσει στὴν ἀνάπαυση. Μετὰ ἀπὸ τὶς δοκιμασίες ἀκολουθεῖ ἡ πνευματικὴ χαρά. Ὁ Κύριος παρακολουθεῖ ὅσους ὑπομένουν τὶς δοκιμασίες καὶ τὶς θλίψεις γιὰ τὴ δική Του ἀγάπη. Μὴ λιποψυχεῖτε λοιπὸν καὶ μὴ δειλιάζετε.
Δὲν θέλω νὰ θλίβεστε καὶ νὰ συγχύζεστε γιὰ ὅσα συμβαίνουν ἀντίθετα μὲ τὴ θέλησή σας: ὅσο δίκαιη καὶ ἂν εἶναι αὐτή. Μία τέτοια θλίψη μαρτυρεῖ τὴν ὕπαρξη ἐγωισμοῦ. Προσέχετε τὸν ἐγωισμὸ ποὺ κρύβεται κάτω ἀπὸ τὴ μορφὴ τοῦ δικαιώματος. Προσέχετε καὶ τὴν ἄκαιρη λύπη ποὺ δημιουργεῖται μετὰ ἀπὸ ἕνα δίκαιο ἔλεγχο. Ἡ ὑπερβολικὴ θλίψη γιὰ ὅλα αὐτὰ εἶναι τοῦ πειρασμοῦ. Μία εἶναι ἡ ἀληθινὴ θλίψη. Αὐτὴ ποὺ δημιουργεῖται, ὅταν γνωρίσουμε καλὰ τὴν ἄθλια κατάσταση ποὺ βρίσκεται ἡ ψυχή μας. Ὅλες οἱ ἄλλες θλίψεις δὲν ἔχουν καμιὰ σχέση μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.
Φροντίζετε νὰ περιφρουρεῖτε στὴν καρδιὰ σᾶς τὴ χαρὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ νὰ μὴν ἐπιτρέπετε στὸν πονηρὸ νὰ χύνει τὴν πίκρα του. Προσέχετε! Προσέχετε, μήπως ὁ Παράδεισος ποὺ ὑπάρχει μέσα σᾶς μετατραπεῖ σὲ κόλαση.

Εἰρήνη
Ἡ εἰρήνη εἶναι θεῖο δῶρο ποὺ χορηγεῖται πλουσιοπάροχα σ' ὅσους συμφιλιώνονται μὲ τὸ Θεὸ καὶ ἐκτελοῦν τὰ θεία Τοῦ προστάγματα.
Ἡ εἰρήνη εἶναι φῶς καὶ φεύγει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ποὺ εἶναι σκοτάδι. Ἕνας ἁμαρτωλὸς ποτὲ δὲν εἰρηνεύει.
Νὰ ἀγωνίζεστε κατὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ μὴ σᾶς ταράζει ἡ ἐξέγερση τῶν παθῶν μέσα σας.
Ἂν στὴν πάλη μαζί τους νικήσεις, τὸ ξεσήκωμα τῶν παθῶν ἔγινε γιὰ σένα ἀφορμὴ νέας χαρᾶς καὶ εἰρήνης. Ἂν νικηθεῖς - ὁ μὴ γένοιτο - τότε γεννιέται θλίψη καὶ ταραχή. Ἂν πάλι, μετὰ ἀπὸ σκληρὴ μάχη, ἐπικρατήσει πρὸς στιγμὴν ἡ ἁμαρτία, ἀλλὰ ἐσὺ ἐπιμείνεις στὸν ἀγώνα, τότε νικᾶς καὶ ἡ εἰρήνη ξανάρχεται.
«Εἰρήνην διώκετε μετὰ πάντων, καὶ τὸν ἁγιασμόν, οὐ χωρὶς οὐδεὶς ὄψεται τὸν Κύριον» (Ἑβρ. 12,14).
Ἡ εἰρήνη καὶ ὁ ἁγιασμὸς εἶναι δύο ἀναγκαῖες προϋποθέσεις γιὰ ἐκεῖνον ποὺ ζητάει μὲ πόθο νὰ δεῖ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Ἡ εἰρήνη εἶναι τὸ θεμέλιο στὸ ὁποῖο στηρίζεται ὁ ἁγιασμός.
Ὁ ἁγιασμὸς δὲν παραμένει σὲ ταραγμένη καὶ ὀργισμένη καρδιά. Ἡ ὀργὴ ὅταν χρονίζει στὴν ψυχή μας, δημιουργεῖ τὴν ἔχθρα καὶ τὸ μίσος κατὰ τοῦ πλησίον. Γι' αὐτὸ ἐπιβάλλεται ἡ γρήγορη συμφιλίωση μὲ τὸν ἀδελφό μας, ὥστε νὰ μὴ στερηθοῦμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ ἁγιάζει τὴν καρδιά μας.
Ἐκεῖνος ποὺ εἰρηνεύει μὲ τὸν ἑαυτό του, εἰρηνεύει καὶ μὲ τὸν πλησίον του, εἰρηνεύει καὶ μὲ τὸ Θεό. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος εἶναι γεμάτος μὲ ἁγιασμὸ γιατί ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς κατοικεῖ μέσα του.

Ἀγάπη
Ἐπιδιώκετε τὴν ἀγάπη. Ζητᾶτε καθημερινὰ ἀπὸ τὸ Θεὸ τὴν ἀγάπη. Μαζὶ μὲ τὴν ἀγάπη ἔρχεται καὶ ὅλο τὸ πλῆθος τῶν ἀγαθῶν καὶ τῶν ἀρετῶν. Ἀγαπᾶτε γιὰ ν' ἀγαπάστε καὶ σεῖς ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Δῶστε στὸ Θεὸ ὅλη σας τὴν καρδιά, ὥστε νὰ μένετε στὴν ἀγάπη. «Ὁ μένων ἐν τὴ ἀγάπη ἐν τῷ Θεῶ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῶ μένει» (Ἃ' Ἰωάν. 4,16).
Ὀφείλετε νὰ ἔχετε πολλὴ προσοχὴ στὶς μεταξὺ σας σχέσεις καὶ νὰ εὐλαβεῖστε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον ὡς πρόσωπα ἱερά, ὡς εἰκόνες τοῦ Θεοῦ. Νὰ μὴν ἀποβλέπετε ποτὲ στὸ σῶμα ἢ στὴν ὀμορφιά του, ἀλλὰ στὴν ψυχή.
Προσέχετε τὸ αἴσθημα τῆς ἀγάπης, γιατί ὅταν ἡ καρδιὰ δὲν θερμαίνεται ἀπὸ τὴν καθαρὴ προσευχή, ἡ ἀγάπη κινδυνεύει νὰ γίνει σαρκικὴ καὶ ἀφύσικη- κινδυνεύει νὰ σκοτίσει τὸ νοῦ καὶ νὰ κατακάψει τὴν καρδιά.
Πρέπει νὰ ἐξετάζουμε καθημερινὰ μήπως ἡ ἀγάπη μας δὲν ἀπορρέει ἀπὸ τὸ σύνδεσμο τῆς κοινῆς μας ἀγάπης πρὸς τὸ Χριστὸ• μήπως δὲν πηγάζει ἀπὸ τὸ πλήρωμα τῆς ἀγάπης μας πρὸς τὸν Κύριο. Αὐτὸς ποὺ ἀγρυπνεῖ νὰ διατηρήσει ἁγνὴ τὴν ἀγάπη, θὰ φυλαχθεῖ ἀπὸ τὶς παγίδες τοῦ πονηροῦ ποὺ προσπαθεῖ σιγὰ -σιγὰ νὰ μετατρέψει τὴν χριστιανικὴ ἀγάπη σὲ ἀγάπη κοινὴ καὶ συναισθηματική.

Διάκριση
Σᾶς συνιστῶ νὰ ἔχετε σὲ ὅλα διάκριση καὶ φρόνηση. Νὰ ἀποφεύγετε τὰ ἄκρα. Οἱ αὐστηρότητες συμβαδίζουν μὲ τὰ μέτρα τῆς ἀρετῆς. Αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει μεγάλες ἀρετὲς καὶ συναγωνίζεται μὲ τοὺς τέλειους, θέλοντας νὰ ζεῖ μὲ αὐστηρότητα, ὅπως οἱ ἅγιοι ἀσκητές, αὐτὸς κινδυνεύει νὰ ὑπερηφανευθεῖ καὶ νὰ πέσει. Γι' αὐτὸ νὰ πορεύεσθε μὲ διάκριση καὶ νὰ μὴν ἐξαντλεῖτε τὸ σῶμα μὲ ὑπέρμετρους κόπους. Νὰ θυμάστε ὅτι ἡ ἄσκηση τοῦ σώματος ἁπλῶς βοηθάει τὴν ψυχὴ νὰ φτάσει στὴν τελειότητα• ἡ τελειότητα κατορθώνεται κυρίως μὲ τὸν ἀγώνα τῆς ψυχῆς.
Μὴν τεντώνετε περισσότερο ἀπὸ τὸ μέτρο τὴ χορδή. Νὰ ξέρετε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἐκβιάζεται στὶς δωρεές Του.
Δίνει, ὅταν αὐτὸς θέλει. Ὅ,τι παίρνουμε, τὸ παίρνουμε δωρεὰν ἀπὸ τὸ θεῖο ἔλεος.
Μὴ ζητᾶτε νὰ φτάσετε ψηλὰ μὲ μεγάλες ἀσκήσεις χωρὶς νὰ ἔχετε ἀρετές, γιατί κινδυνεύετε νὰ πέσετε σὲ πλάνη γιὰ τὴν ἔπαρση καὶ τὴν τόλμη. Ὅποιος ἐπιζητεῖ θεία χαρίσματα καὶ ὑψηλὲς θεωρίες ἐνῶ εἶναι ἀκόμα φορτωμένος μὲ πάθη, αὐτὸς σὰν ἀνόητος καὶ ὑπερήφανος πλανιέται. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα ὀφείλει ν' ἀγωνιστεῖ γιὰ τὴν κάθαρσή του. Ἡ θεία χάρη στέλνει τὰ χαρίσματα σὰν ἀμοιβὴ σ' ὅσους ἔ
χουν καθαριστεῖ ἀπὸ τὰ πάθη. Κατέρχεται σ' αὐτοὺς χωρὶς θόρυβο καὶ σὲ ὥρα ποὺ δὲν γνωρίζουν.

«Προσέχετε μήπως ὁ Παράδεισος πού ὑπάρχει μέσα σας μετατραπεῖ σέ κόλαση»

Οι πειρασμοί παραχωρούνται για να φανερωθούν τα κρυμμένα πάθη, να καταπολεμηθούν κι έτσι να θεραπευθεί η ψυχή. Είναι και αυτοί δείγμα του θείου ελέους. Γι’ αυτό εμπιστεύσου στο Θεό και ζήτησε την βοήθεια Του, ώστε να σε δυναμώσει στον αγώνα σου. Η ελπίδα στο Θεό δεν οδηγεί ποτέ στην απελπισία. Οι πειρασμοί φέρνουν ταπεινοφροσύνη. Ο Θεός ξέρει την αντοχή του καθενός μας και παραχωρεί τους πειρασμούς κατά το μέτρο των δυνάμεων μας. Να φροντίζουμε όμως κι εμείς να είμαστε άγρυπνοι και προσεκτικοί, για να μη βάλουμε μόνοι μας τον εαυτό μας σε πειρασμό.
Εμπιστευτείτε στο Θεό τον Αγαθό, τον Ισχυρό, τον Ζώντα, και Αυτός θα σας οδηγήσει στην ανάπαυση. Μετά από τις δοκιμασίες ακολουθεί η πνευματική χαρά. Ο Κύριος παρακολουθεί όσους υπομένουν τις δοκιμασίες και τις θλίψεις για τη δική Του Αγάπη. Μη λιποψυχείτε λοιπόν και μη δειλιάζετε.
Δεν θέλω να θλίβεσαι και να συγχύζεσαι για όσα συμβαίνουν αντίθετα με τη θέληση σας, όσο δίκαιη και αν είναι αυτή. Μια τέτοια θλίψη μαρτυρεί την ύπαρξη εγωισμού. Προσέχετε τον εγωισμό που κρύβεται κάτω από την μορφή του δικαιώματος. Προσέχετε και την άκαιρη λύπη που δημιουργείται μετά από έναν δίκαιο έλεγχο. Η υπερβολική θλίψη για όλα αυτά είναι του πειρασμού. Μία είναι η αληθινή θλίψη. Αυτή που δημιουργείται, όταν γνωρίσουμε καλά την άθλια κατάσταση που βρίσκεται η ψυχή μας. Όλες οι άλλες θλίψεις δεν έχουν καμιά σχέση με τη χαρά του Θεού.
Φροντίζετε να περιφρουρείτε στην καρδιά σας τη χαρά του Αγ. Πνεύματος και να μην επιτρέπετε στον πονηρό να χύνει την πίκρα του. Προσέχετε! Προσέχετε μήπως ο παράδεισος που υπάρχει μέσα σας μετατραπεί σε κόλαση.
Αγ. Νεκταρίου Πενταπόλεως «ΔΙΔΑΧΕΣ»

Μακάριος ο άνθρωπος που ελπίζει στον Κύριο!

Πόσο ωραία, πόσο ευχάριστη, πόσο χαριτωμένη είναι η εικόνα εκείνου που ελπίζει στον Θεό που σώζει, στον Θεό των οικτιρμών, τον Θεό του ελέους, τον αγαθό και φιλάν­θρωπο Θεό.
Αληθινά μακάριος είναι ο άνθρωπος που ελπίζει στον Θεό! Ο Θεός είναι πάντα βοηθός του και δεν φοβάται ό,τι κακό κι αν του προξενήσει άνθρωπος. Ελπίζει στον Κύριο και πράττει τα αγαθά! Κάθε του ελπίδα την έχει εναποθέσει σ’ Αυτόν, και σ’ Αυτόν εξομολογείται με όλη του την καρδιά. Είναι το καύχημά του, είναι ο Θεός του και Τον επικαλείται μέρα και νύχτα. Το στόμα του ωραίο, αναπέμπει αίνους στον Θεό, τα χείλη του, πιο γλυκά από μέλι και κερί σαν ανοίγουν για να ψάλλουν στον Θεό· η δε γλώσ­σα του γεμάτη χάρη, κινείται προς δοξολογία Θεού.
Η καρδιά του είναι έτοιμη να Τον επικαλεσθεί, η διάνοια του έτοιμη να ανυψωθεί προς Αυτόν, η ψυχή του είναι προ­σηλωμένη στον Θεό και «η δεξιά του Κυρίου αντελάβετο αυτού». «Εν τω Κυρίω επαινεθήσεται η ψυχή αυτού». Ζητά και λαμβάνει από τον Θεό αυτό που ζητά η καρδιά του. Ζητά και βρίσκει όσα ποθεί. Κρούει και του ανοίγονται οι θύρες του ελέους.
Αυτός που ελπίζει στον Κύριο επαναπαύεται σε ήσυχα νερά. Ο δε Κύριος του δίνει πλούσια τα ελέη του. Η δεξιά του Κυρίου κατευθύνει την πορεία του και δάκτυλος Κυρί­ου τον καθοδηγεί στους δρόμους του.
Αυτός που ελπίζει στον Κύριο δεν αστοχεί. Η ελπί­δα του δεν πεθαίνει ποτέ. Ο Θεός είναι η προσδοκία του, η ακρότατη επιθυμία της καρδιάς του. Προς Αυτόν στε­νάζει η καρδιά του όλη την ημέρα: «Κύριε μην αργήσεις, σήκω, κάνε γρήγορα, έλα και απομάκρυνε από την ψυχή μου κάθε ανάγκη, εξάγαγε εκ φυλακής την ψυχή μου! Θα σε δοξολογήσω με όλη μου την καρδιά Κύριε. Σε Σένα θα απευθύνεται κάθε λόγος που θα βγαίνει απ’ το στόμα μου».
Αυτός που ελπίζει στον Κύριο, ευλογεί τον Ύψιστο, τον λυτρωτή του και αγιάζει «το όνομα το άγιον αυτού». Ελπί­ζει και από τα βάθη της καρδιάς του κραυγάζει προς τον Θεό: «Κύριε πότε ήξω και οφθήσομαι τω προσώπω σου;».
Αυτός που ελπίζει στον Κύριο, θα επικαλεσθεί τον Ύψιστο για να εισέλθει στο αγιαστήριό Του, για να δει και να χαρεί τα θαυμάσια Του· και ο Κύριος θα ακούσει τη φωνή της δέησής του.
Αυτός που ελπίζει στον Κύριο, απολαμβάνει άκρα ειρή­νη· γαλήνη επικρατεί στην καρδιά του και στην ψυχή του βασιλεύει πλήρης αταραξία. Όταν έχει βοηθό του τον Θεό, από τί να φοβηθεί; Από τί να δειλιάσει; Αν ξεσηκωθεί ενα­ντίον του πόλεμος, δεν πτοείται, γιατί ελπίζει στον Κύριο. Αν τον καταδιώξουν πονηροί δεν φοβάται, γιατί ξέρει ότι όλα είναι υπό τον έλεγχο του Κυρίου. Δεν ελπίζει στο τόξο του ούτε στη φαρέτρα του· ούτε εξαρτά τη σωτηρία του από τη ρομφαία, αλλά από τον Κύριο και Θεό του, που μπορεί να τον γλιτώσει από τα χέρια αυτών που τον πολεμούν, από την παγίδα του αμαρτωλού και από την καταιγίδα. Είναι πεπεισμένος για τη δύναμη του Κυρίου και «επί τον βραχί­ονα τον υψηλόν αυτού και ο Κύριος σώσει αυτόν».
Αυτός που ελπίζει στον Κύριο, βαδίζει ήρεμος στον αγώνα της ζωής του και διανύει τον δρόμο αυτό δίχως το άγχος των μερίμνων. Εργάζεται ακατάπαυστα το αγαθό, το ευάρεστο και τέλειο, τα δε έργα του τα ευλογεί ο Θεός. Σπέρνει ευλογημένα και λαμβάνει πλούσιους τους καρπούς των κόπων του. Έχει θάρρος στον Κύριο και δεν παρεκτρέπεται από τους πειρασμούς που τον κυκλώνουν. Στις δοκιμασίες της ζωής δεν παραιτείται, αλλά ελπίζει, δι­ότι εκεί που τα πράγματα φαίνονται αδύνατα, ο Θεός φα­νερώνει τη διέξοδο. Μέσω της πίστης προσδοκά και την ελπίδα της δικαιοσύνης.
Αυτός που ελπίζει στον Κύριο δεν ελπίζει σε χρήματα, ούτε στο μέγεθος της δύναμής του, αλλά επαναπαύεται στη βοήθεια που θα του παράσχει ο Θεός.
Αυτός που ελπίζει στον Κύριο, είναι γεμάτος πίστη και αγάπη προς τον Θεό, ζει έχοντας θάρρος στην αγαθή του συνείδηση, εμφανίζεται με την παρρησία γιου απέναντι στον ουράνιο Πατέρα του και Τον επικαλείται για να έλθει η βασιλεία Του στη γη και το θέλημά Του να πραγματώνε­ται στη γη όπως και στον ουρανό.
Αυτός που ελπίζει στον Κύριο, είναι αφοσιωμένος ολο­κληρωτικά σ’ Εκείνον και υψώνει την καρδιά του στον αγαθό και αθάνατο Θεό. Ζητά απ’ Αυτόν το ύψιστο αγαθό και την αθανασία στη βασιλεία των Ουρανών, και ο Θεός τον εισακούει.
Ἡ συνήθεια τοῦ νά ἁμαρτάνεις φέρνει θάνατο

Απέναντι στην αμαρτία οφείλουμε να είμαστε ανένδοτοι, γιατί και μία φορά να υποκλέψει τη συγκατάθεσή μας, καθίσταται αληθινός κύριός μας. Πρόσφορο παράδειγμα που υποδεικνύει τον ύπουλο και τυραννικό χαρακτήρα της αμαρτίας είναι ο τρόπος της Σεμιράμιδος , με τον οποίο υφάρπαξε τη βασιλεία και έγινε αυτοκράτειρα. Η Σεμιράμις κατόρθωσε με παντός είδους θωπείες να πείσει τον σύζυγό της Νίνο, βασιλιά της Ασσυρίας να παραιτηθεί για μία ημέρα από το αξίωμά του και να της παραδώσει το σκήπτρο της βασιλείας. Αλλά ποιο υπήρξε το πρώτο έργο της νέας αυτοκράτειρας; Να διατάξει να φονευθεί ο Νίνος, ο βασιλιάς και σύζυγός της, ώστε να εξασφαλίσει την εξουσία ισοβίως προς όφελός της. Η παρομοίωση είναι πλήρης και ταιριάζει σε όλα. Η αμαρτία, όπως η Σεμίραμις που αγωνίζεται με παντός είδους θωπείες να πετύχει τη συγκατάθεση του ανθρώπου, αμέσως μόλις κατορθώσει αυτό που ποθεί, κατακυριεύει, αιχμαλωτίζει και θανατώνει το λογικό. Εγκαθιστά τον θρόνο της στην καρδιά και την κατευθύνει σε όλο τον βίο. Αυτή είναι η αμαρτία, αυτά τα χαρακτηριστικά της.
Όχι λοιπόν, ας μην υποχωρήσουμε ποτέ στις θωπείες της, ας μην παραδώσουμε σ’ αυτήν την εξουσία∙ ας μην πράξουμε ό,τι δεν θέλει η εσωτερική μας διάθεση∙ ας μην υποδουλώσουμε την ελεύθερη θέλησή μας στη θέληση της αμαρτίας∙ ας μη συγκατατεθούμε σε ό,τι είναι αντίθετο προς τον ηθικό νόμο. Τίποτα ας μην καταστήσει την καρδιά μας μαλθακή. Ακόμη και τα πιο δελεαστικά λόγια, ας αναδείξουν την καρδιά μας σκληρότερη από τον χάλυβα. Να μη μας κάνουν καμία εντύπωση τα δάκρυα, οι στεναγμοί, οι υποσχέσεις, οι απειλές. Να μείνουμε σταθεροί και ακλόνητοι στο φρόνημά μας, ώστε να μην μας συμβεί ύστερα από λίγο τα στεγνά μαγουλά μας να τα μουσκέψουν δάκρυα άκαρπης μετάνοιας. Η άνανδρη υποχώρηση θα μας προσκομίσει τα διπλά δεινά∙ πρώτα τη ντροπή και ύστερα τη δυστυχία.

Αντιθέτως, η ανδρεία θα προσκομίσει το θάρρος, τη δόξα και την ευτυχία. Τα πιο κατάλληλα παραδείγματα τα υποδεικνύει η Αγία Γραφή. Από μεν τους άνδρες, τον πάγκαλο Ιωσήφ, ο οποίος υπέμεινε κάθε κακοπάθεια , ακόμη και τον θάνατο, προκειμένου να τηρήσει τις ηθικές του αρχές, να τηρήσει την ηθική του ελευθερία, να τηρήσει τον νόμο του Θεού. Από δε τις γυναίκες, την ενάρετη Σωσάννα, η οποία προτίμησε τον θάνατο από την αμαρτία. Εάν ο Νίνος έμενε ανυποχώρητος στις θωπείες της Σεμιράμιδος, αυτή θα έμενε υποταγμένη σ’ αυτόν για όλη της την ζωή. Σταθερότητα λοιπόν και ανδρεία, γιατί μόνο με αυτά θα διατηρήσουμε την ηγεμονία του λογικού και την ηθική μας ελευθερία.
Το παράδειγμα του Νίνου μας διδάσκει ότι όχι μόνο η ισχυρή αμαρτωλή συνήθεια , αλλά και η αμαρτία που διαρπάχθηκε μια και μόνο φορά είναι κάτι επικίνδυνο και φοβερό. Ως εκ τούτου, είναι ανάγκη να αποφεύγουμε την αμαρτία με όλη μας τη δύναμη. Ωστόσο, εάν αμαρτήσουμε ,γρήγορα να μετανοήσουμε, ώστε να μην υποδουλωθούμε . «Εάν το να αμαρτήσει κανείς είναι βαρύ», λέει ο Μέγας Βασίλειος, «το να επιμείνει στην αμαρτία πόσο βαρύτερο είναι; »∙ και ο θείος Χρυσόστομος προσθέτει: «δεν είναι φοβερό το να πέσεις, αλλά το να πέσεις και να μην σηκώνεσαι, το να κακοπαθείς με τη θέλησή σου και να έχεις αποβλακωθεί από τους λογισμούς απογνώσεως, προσπαθώντας να κρύψεις την ασθενική σου προαίρεση» ∙ και αμέσως: «το να αμαρτάνει κανείς είναι ίσως ανθρώπινο, το να επιμένει όμως στην αμαρτία δεν είναι ανθρώπινο, αλλά ολωσδιόλου σατανικό».
Γιατί είναι αναγκαία η εξομολόγηση
Η εξομολόγηση είναι αναγκαία για τους εξής λόγους: α) διότι είναι εντολή του Θεού, β) διότι επαναφέρει και αποκαθιστά την ειρήνη μεταξύ Θεού και ανθρώπων, και γ) διότι ωφελεί τον άνθρωπο από ηθική και πνευματική άποψη.
Το ότι η εξομολόγηση είναι θεία εντολή φαίνεται από τις Άγιες Γραφές , την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Εξ ονόματος του Θεού ο Μωυσής λέει στους Ισραηλίτες : «Όποιος άνθρωπος, άνδρας ή γυναίκα υπέπεσε σε κάποια από τα αμαρτήματα των ανθρώπων και παραμελώντας αδιαφόρησε γι’ αυτό, πρέπει να εξομολογηθεί την αμαρτία την οποία διέπραξε» ( Αρ. ε΄6-7 ) . και πάλι: «Εάν η ψυχή αμαρτήσει… και εξαγορευτεί την αμαρτία, ανάλογα δε με το φταίξιμο να ορίσει τιμή και να αποδώσει το κεφάλαιο, δηλαδή το επιτίμιο, προσθέτοντας τον τόκο σε αυτό, να φέρει στον Κύριο ένα κριάρι» ( Λευιτ. ε΄ 26 ) . Στις Παροιμίες του Σολομώντος , αναφέρεται: «Αυτός που καλύπτει την ασέβεια του εαυτού του, δεν βρίσκεται σε καλό δρόμο. Αυτός όμως που έχει ως αρχή να ελέγχει τον εαυτό του, θα αγαπηθεί» ( κη΄13 ) .

Όλοι οι προφήτες και ιδιαίτερα ο Δαβίδ, συστήνουν την εξομολόγηση , αφού τη μετάνοια ακολουθεί η εξομολόγηση. Έτσι , αυτοί που προσέρχονταν στον Ιορδάνη, στον Κήρυκα της Μετανοίας, τον βαπτιστή Ιωάννη, προηγουμένως εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους. Ας δούμε τους λόγους του Ευαγγελιστή: «Τότε προσέρχονταν σ’ αυτόν από τα Ιεροσόλυμα, από όλη την Ιουδαία, καθώς και από όλα τα περίχωρα του Ιορδάνου, και βαπτίζονταν στον ποταμό Ιορδάνη από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, εξομολογούμενοι τις αμαρτίες τους» ( Ματθ. γ΄6 ) . Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι η εξομολόγηση είναι θεία εντολή και ως τέτοια πρέπει να τηρείται, για τη σωτηρία των μετανοουμένων. Αυτή η εντολή έλαβε πρόσθετο κύρος στην Καινή Διαθήκη. Η εξομολόγηση έγινε η θύρα της εισόδου στον Χριστιανισμό και αυτό φανερώνεται επαρκώς από την εξομολόγηση των βαπτιζομένων στον Ιορδάνη από τον Ιωάννη, του οποίου το βάπτισμα ήταν προεισαγωγή στον Χριστιανισμό, γιατί έλεγε: «Εγώ μεν σας βαπτίζω με νερό , σε βάπτισμα μετανοίας . Αυτός όμως; Που έρχεται μετά από μένα είναι ισχυρότερός μου και δεν είμαι ικανός ούτε τα υποδήματά Του να κρατήσω. Αυτός θα σας βαπτίσει με το πνεύμα το Άγιο και το πυρ της θείας Χάριτος» ( Μτ. γ΄ 11 ) .
Αυτό μαρτυρείται επίσης και από τις Πράξεις των Αποστόλων ∙ γιατί διηγούμενος ο απόστολος Λουκάς τα σχετικά με την προσέλευση των Εφεσίων στον Χριστιανισμό, λέει ότι έρχονταν με σκοπό να εξομολογηθούν τις πράξεις τους και μάλιστα με πολύ θάρρος . Ιδού τα λόγια του αποστόλου: «Πολλοί τε τῶν πεπιστευκότων ἤρχοντο ἐξομολογούμενοι καὶ ἀναγγέλλοντες τὰς πράξεις αὐτῶν.» ( Πράξ. ιθ΄ 18 ) . Η προσευχή «Πάτερ ημών» είναι ένα είδος συνεχούς και καθημερινής εξομολογήσεως∙ η αίτηση για άφεση των αμαρτιών μας είναι ομολογία των αμαρτιών μας.

Την εξομολόγηση συνιστά και ο απόστολος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος λέγοντας: «Να εξομολογείστε τα παραπτώματα σας ο ένας στον άλλον και να εύχεσθε υπέρ των άλλων, για να γιατρευθείτε, γιατί έχει μεγάλη δύναμη η δέηση του δικαίου και φέρνει θαυμαστά αποτελέσματα» ( Ιακ. ε΄ 16 ) . Ο δε ευαγγελιστής Ιωάννης συμβουλεύει: «Εάν ομολογούμε τις πράξεις μας, ο Θεός είναι πιστός στον λόγο Του ∙ θα μας συγχωρήσει και θα μας καθαρίσει από κάθε αδικία» ( Α΄ Ιω. , α΄ 9 ) . Η εξομολόγηση ως αρχαίο έθιμο της Εκκλησίας αναφέρεται από τον Ειρηναίο ( Κατά Αιρέσεων Α΄ 13 ) , από τον Τερτυλλιανό ( De poenitenciae 2, 4 , 9, 10 ), από τον Κλήμεντα τον Αλεξανδρέα ( Στρωματείς Β΄12 ) , από τον Ωριγένη (ομιλία στο Λευιτικό Β΄ 4) και από τον Κυπριανό ( στην Επιστολή LVLIX ).

Οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν την εξομολόγηση αναγκαία και ωφέλιμη , γιατί αυτοί που εισάγονταν στα Μυστήρια της Ελευσίνας και της Σαμοθράκης, προηγουμένως εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους ( Πλουτάρχου, Αποφθέγματα ). Ο δε Σωκράτης συνιστούσε την εξομολόγηση ως σωτήρια πράξη : «Εάν κάποιος με αδικήσει , να είναι πρόθυμος να πάει εκεί που γρήγορα θα αποδώσει το δίκαιο∙ να σπεύσει στον γιατρό, ώστε να μην γίνει χρόνιο το νόσημα της αδικίας και εξασθενήσει ύπουλα την ψυχή , καθιστώντας την ανίατη» ( Πλάτωνος , Γοργίας)…
… Η εξομολόγηση πράγματι είναι θεία εντολή, διότι είναι υπαγόρευση της καρδιάς. Αυτός που αμάρτησε αισθάνεται βαριά την καρδιά του και δεν βρίσκει ανακούφιση αν δεν εξομολογηθεί το αμάρτημά του, αν δεν το ομολογήσει ενώπιον του Θεού .Η Αγία Γραφή αναφέρει ένα αρχαιότατο παράδειγμα, την εξομολόγηση του Λάμεχ, ο οποίος εξομολογήθηκε συντετριμμένος , εμπρός στις γυναίκες του, διότι εφόνευσε έναν άνδρα…
… Αυτός που δεν εξαγορεύτηκε τις αμαρτίες του δεν βρίσκει ποτέ ανάπαυση, γιατί ποτέ δεν εξοικειώθηκε με τον Θεό. Αυτός που δεν εξομολογείται τις αμαρτίες του βρίσκεται διαρκώς κάτω από το βάρος της ενοχής και μακριά από τον Θεό, γι’ αυτό και η ψυχή του θλίβεται και πονάει. Η ανώμαλη ηθική κατάσταση που επικρατεί στον αμαρτωλό , ο αδιάκοπος έλεγχος που προξενείται από την συναίσθηση της ψυχής που αναγνωρίζει την αμαρτία της και ζητάει ανακούφιση. Η ψυχή αναζητάει την εξομολόγηση, γιατί γνωρίζει τη θεία εντολή ∙ γιατί κατάλαβε ότι αυτή είναι το μόνο μέσον συμφιλιώσεως και συνδιαλλαγής με τον Θεό, τον οποίο συναισθάνεται ότι εξόργισε και επιζητεί να Τον ευχαριστήσει για να μην την αποστραφεί, αλλά να γίνει ελεήμων σε αυτήν και να της συγχωρήσει τις αμαρτίες.

Ὀπως η εξομολόγηση είναι εσωτερική ορμή, έτσι και η καταλλαγή με τον Θεό είναι εσωτερική προτροπή που υποκινεί προς αυτόν τον σκοπό, γιατί η ψυχή συναισθάνεται ότι αμάρτησε προς τον Θεό και οφείλει να προσεγγίσει τη θεία αγάπη για να θεραπευτεί. Η Εκκλησία είναι η μόνη που έλαβε την εξουσία να συμφιλιώσει τον άνθρωπο με τον θεό και να επιφέρει τη θεραπεία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο εκείνος που αμάρτησε πρέπει να προστρέξει στην Εκκλησία. Μόνο αυτή έχει τη δύναμη να τον συμφιλιώσει με τον Θεό. Το μαρτυρούν το έργο και η αποστολή της Εκκλησίας, όπως θα αποδείξουμε στα επόμενα κεφάλαια.

Ὁ χαρακτήρας αὐτοῦ πού μεταλαμβάνει ἐπαξίως

Πράγματι! Πόσο ευτυχής και μακάριος πρέπει να θεωρείται αυτός που μεταλαμβάνει επαξίως τα θεία Μυστήρια! Έτσι, εξέρχεται από τον ναό τελείως ανανεωμένος ,γιατί το πυρ της θεότητας έκανε μέτοχο την ψυχή του μέσω της θείας Μεταλήψεως, και τις μεν αμαρτίες κατέκαψε, την δε ψυχή του γέμισε με τη θεία Χάρη. Αγίασε τη διάνοιά του , ενίσχυσε τις δυνάμεις της ψυχής του, διαφώτισε τον νου του, καθήλωσε την καρδιά του με τον φόβο του Θεού και τελικά την ανέδειξε κατοικία του αγίου Πνεύματος
Αυτός που κοινωνεί επαξίως λαμβάνει σαν αρραβώνα την ουράνια Βασιλεία , ενδύεται τη θεία πανοπλία, η οποία τον προφυλάσσει από κάθε κακό και σκευωρία του πονηρού και τον καθιστά φοβερό και γι’ αυτούς τους δαίμονες . Η καρδιά εκείνου που κοινωνεί επαξίως , είναι πλημμυρισμένη από ανείπωτη χαρά και ανέκφραστη ευχαρίστηση. Αυτός μόνο αισθάνεται την αλλοίωση που επήλθε και ευφραίνεται γι’ αυτή την ανανέωση.Όλες οι αρετές στολίζουν την καρδιά του και πόθος του είναι η ένωσή του με τον Κύριο. Η ψυχική γαλήνη , την οποία δίνουν η συναίσθηση της συμφιλιώσεως και κοινωνίας με τον Θεό και η ουράνια ειρήνη που βασιλεύει σ’ αυτόν, καθρεπτίζονται στο πρόσχαρο πρόσωπο εκείνου που κοινώνησε επαξίως. Όλη του η εξωτερική όψη μαρτυράει την εσωτερική του ηθική κατάσταση. Η αγνότητα και η αθωότητα είναι δύο χάριτες που περιστρέφονται γύρω του και μιλούν σε όλους γι’ αυτόν. Αυτός είναι ο χαρακτήρας του επαξίως μεταλαμβάνοντος. Αυτά είναι τα αποτελέσματα της θείας Μεταλήψεως.
Όταν έχει κάποιος αυτά υπόψιν του, πόσο λυπάται, όχι πλέον αυτούς που αναξίως μεταλαμβάνουν ή αυτούς που για λόγους εμποδίων από αμαρτήματα δεν μπορούν να κοινωνήσουν, αλλά αυτούς που δεν προσέρχονται στο Άγιο Ποτήριο μάλλον από αδιαφορία και περιφρόνηση για την ψυχική και σωματική ωφέλεια που θα επέλθει σ’ αυτούς από τη θεία Μετάληψη; Γιατί, καθώς γνωρίζουμε ότι η υγεία της ψυχής επιδρά και στη υγεία του σώματος και το αντίστροφο, τί να πούμε λοιπόν γι’ αυτούς; Πώς να τους αποκαλέσουμε; Σε ποια τάξη των χριστιανών να τους κατατάξουμε; Η στάση τους προς τον Χριστιανισμό είναι τέτοια την οποία έχουν μόνο οι ψυχροί και οι αδιάφοροι. Αλλά, άραγε, αυτοί είναι αληθινοί χριστιανοί; Αυτό μας είναι άγνωστο. Αυτό που μπορούμε εμείς να γνωρίζουμε είναι ότι αυτοί πελαγοδρομούν χωρίς πυξίδα, χωρίς τιμόνι και χωρίς κυβερνήτη. Αλίμονο δε σ’ αυτούς κατ’ εκείνη την ημέρα που η θάλασσα θα ξεσηκωθεί κατ’ επάνω τους ∙ που θα πνέουν ισχυροί άνεμοι και τα κύματα θα κατακλύζουν το σκάφος τους. Τότε, έρημοι και στερημένοι από τη θεία παρηγοριά, θα ατενίζουν με δακρυσμένα μάτια και βλέμμα απελπισίας τα ανοιγόμενα κάτω από τα πόδια τους βάραθρα που θα τους απειλούν με καταποντισμό και παντελή αφανισμό. Προς αυτούς έχουμε να προτείνουμε μόνο μια αδελφική συμβουλή∙ να σπεύσουν να κοινωνήσουν για να σωθούν∙ γιατί δεν υπάρχει καμιά διέξοδος…
Πηγή: «Περί επιμελείας ψυχής
ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ
ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ»

ΟΜΙΛΙΑ Ζ΄ Ἡ σωτηρία κατορθώνεται καί μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί μέ τή θέληση τοῦ ἀνθρώπου

«Οὐδεὶς ἐπιγινώσκει τὸν Υἱὸν εἰ μὴ ὁ πατήρ, οὐδὲ τὸν πατέρα τις ἐπιγινώσκει εἰ μὴ ὁ Υἱὸς καὶ ᾧ ἐὰν βούληται ὁ Υἱὸς ἀποκαλύψαι»
( Μτ. ια’ 27 )

Παρά το γεγονός ότι η θεία φιλανθρωπία είναι άπειρη , και πλούσια η Χάρη του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου, εντούτοις η σωτηρία είναι αδύνατη χωρίς τη συγκατάθεση και τη συνεργασία του ανθρώπου. Πρώτος αυτός οφείλει να συναισθανθεί ότι αμάρτησε∙ να μεταμεληθεί, να επιθυμήσει και να επιζητήσει τη σωτηρία του και έτσι η Χάρη να τον επιβραβεύσει με αυτήν. Διότι και η συναίσθηση και η μεταμέλεια, ο πόθος της σωτηρίας, και η αναζήτησή της, είναι ένδειξη επιστροφής προς τον Θεό , είναι σημείο αποστροφής της αμαρτίας και διάθεση ασκήσεως στην αρετή, είναι κατά κάποιο τρόπο επίκληση της θείας ευσπλαχνίας, η οποία βιάζεται να ελεήσει τον παραπλανημένο. Ώστε για να μας σώσει η Χάρη, πρέπει να θέλουμε να σωθούμε.Γι’ αυτή την αλήθεια δίνουν μαρτυρία οι θείοι Πατέρες της Εκκλησίας. Ο θείος Χρυσόστομος λέει: «η Χάρη, παρότι είναι Χάρη, σώζει μόνο εκείνους που το θέλουν». Επίσης και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος βεβαιώνει: «το να σωθούμε προϋποθέτει και τη δική μας συμμετοχή και του Θεού»∙ και ο Ιουστίνος προσθέτει : « Αν και ο Θεός έπλασε μόνος τον άνθρωπο, δεν σώζει τον άνθρωπο δίχως τη συγκατάθεσή του».
Πλανώνται αυτοί που πιστεύουν ότι ο άνθρωπος μπορεί να σωθεί μόνο με τη Χάρη του Θεού ή μόνο με τη δική του θέληση, δίχως τη θεία Χάρη. Γιατί η μεν χάρη, όπως επισημάναμε, δεν σώζει, παρά μόνο όσους μετανόησαν και επέστρεψαν στον Κύριο, ενώ η θέληση χωρίς τη Χάρη είναι ανεπαρκής για τη σωτηρία, γιατί ό ο άνθρωπος αδυνατεί από μόνος του να δικαιώσει τον εαυτό του απέναντι στον Θεό. Ωστόσο, η αδυναμία του έχει διαπιστωθεί ήδη στα πολλά χρόνια της υποδουλώσεώς του στην αμαρτία και την τυραννία του διαβόλου, χρόνια κατά τα οποία παρέμενε εκεί χωρίς τη θέλησή του και στενάζοντας και από αυτή την κατάσταση δεν μπόρεσε να τον ελευθερώσει ούτε η εξέλιξή του ούτε η σοφία του ούτε τίποτα άλλο.
Για τη δύναμη της ανθρώπινης θελήσεως ως μόνης ικανής για τη σωτηρία, πρώτος εγνωμάτευσε ο Πελάγιος, κατά τις; αρχές του 5ου αιώνα, και οι Πελαγιανοί, που τον ακολούθησαν. Για τη δύναμη της θείας Χάριτος ως της μόνης που σώζει τον άνθρωπο αποφάνθηκαν καταπολεμώντας τον Πελάγιο δύο σπουδαίοι πατέρες της Δυτικής Εκκλησίας , ο ιερός Αυγουστίνος και ο Ιερώνυμος, ζητώντας την αποκήρυξη της εσφαλμένης διδασκαλίας του Πελαγίου. Ωστόσο, σύνολη η Εκκλησία, αφού βάδισε τη μέση οδό, κήρυξε και τις δύο πλευρές λανθασμένες και δογμάτισε ότι «η σωτηρία του ανθρώπου κατορθώνεται με τη θεία Χάρη και με τη θέληση και τη συνεργασία του ιδίου».
Η γνώμη της Εκκλησίας είναι η μόνη ορθή και σύμφωνη με τις Άγιες Γραφές. Από αυτές τις Άγιες Γραφές παρουσιάζεται ότι απαιτούνται και τα δύο, και η Χάρη και η συγκατάθεση του ανθρώπου, για τη σωτηρία του . Από τα ίδια τα λόγια του Σωτήρα θεωρείται δεδομένη η ανάγκη συνυπάρξεως και των δύο. Ο Κύριος ερχόμενος για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους, δεν τους έσωζε όλους, παρόλο που ήθελε να σωθούν όλοι και να έλθουν στην επίγνωση της αλήθειας, αλλά μόνο αυτούς που τον ακολουθούσαν∙ γι’ αυτό όταν κήρυττε τους έλεγε: «όποιος θέλει να με ακολουθήσει, πρέπει να απαρνηθεί τον εαυτό του»∙ για τη σωτηρία απαιτούσε αυταπάρνηση, η οποία είναι αδύνατον να συμβεί δίχως τη συγκατάθεση και την ατομική θέληση. Επίσης, κηρύττει σ’ αυτούς που αποδέχονται τη σωτηρία ως προερχόμενη από την εκτέλεση των έργων του νόμου, δηλαδή από την ανθρώπινη θέληση και μόνο, λέγοντας : «Εγώ είμαι η θύρα∙ από μένα εάν κάποιος εισέλθει θα σωθεί» ( Ιωάν. ι΄9 ) και «χωρίς εμένα δεν μπορείτε τίποτε να κάνετε» ( Ιωάν. ιε΄5 ) , από τα οποία φανερώνεται η ανάγκη της συνυπάρξεως αμφοτέρων.
Στη σωτηρία, λοιπόν του ανθρώπου συνεργούν συγχρόνως και η Χάρη του Θεού και η θέληση του ανθρώπου. Η μεν Χάρη του Θεού προσκαλεί, διαφωτίζει τον νου και την καρδιά, η δε θέληση συνεργεί στην διάνοιξη των οφθαλμών και την κάθαρση της καρδιάς. Η σωτηρία λοιπόν ξεκινάει από τη Χάρη, μορφοποιείται από τη θέληση και τελειοποιείται από τη Χάρη η οποία τη στεφανώνει. Η παραβολή του Σπορέα είναι πρόσφορο παράδειγμα. Ο σπορέας έσπειρε , η αγαθή γη δέχθηκε , ο δε Θεός αύξησε και ευλόγησε. Ώστε είναι ανάγκη να θέλουμε να σωθούμε , για να σωθούμε από τη Χάρη του Θεού.
Πηγή: «Περί επιμελείας ψυχής
ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ
ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ»