Η αγάπη του Θεού είναι Παράδεισος

Το ξύλο της ζωής είναι η αγάπη του Θεού, από την οποία εξέπεσε ο Αδάμ και δεν μπόρεσε πια να χαρεί, παρά δούλευε και έχυνε τον ιδρώτα του στη γη των αγκαθιών. Όσοι στερήθηκαν την αγάπη του Θεού, δηλ. τον παράδεισο, τρώνε με την εργασία τους, μέσα στ’ αγκάθια, το ψωμί του ιδρώτα, και αν ακόμη βαδίζουν στον ίσιο δρόμο των αρετών. Είναι το ψωμί που επέτρεψε ο Θεός στον πρωτόπλαστο να φάει μετά την έκπτωσή του. Μέχρι να βρούμε λοιπόν την αγάπη, η εργασία μας είναι στη γη των αγκαθιών και μέσα σ’ αυτά σπέρνουμε και θερίζουμε, κι ας είναι ο σπόρος μας σπόρος δικαιοσύνης. Συνέχεια, λοιπόν, μας κεντάνε τα αγκάθια και, όσο και να δικαιωθούμε, ζούμε μέσα σ’ αυτά με τον ιδρώτα του προσώπου μας.
Όταν όμως μέσα στον έμπονο και δίκαιο αγώνα μας, βρούμε την αγάπη του Θεού, τρεφόμαστε με ουράνιο άρτο και δυναμώνουμε, χωρίς να εργαζόμαστε με αγωνία και χωρίς να κουραζόμαστε, όπως οι χωρίς αγάπη άνθρωποι. Ο ουράνιος άρτος είναι ο Χριστός, που ήρθε κάτω σε μας από τον ουρανό και δίνει στον κόσμο την αιώνια ζωή. Και αυτή η ζωή είναι η τροφή των αγγέλων.
Όποιος βρήκε των αγάπη, κάθε μέρα και ώρα τρώγει το Χριστό κι από αυτό γίνεται αθάνατος (Ιω. 6, 58). Διότι «ο τρώγων – λέει – από τον άρτο που εγώ θα του δώσω, ποτέ (“εις τον αιώνα”) δε θα πεθάνει». Μακάριος λοιπόν είναι εκείνος που τρώγει από τον άρτο της αγάπης, που είναι ο Ιησούς. Ότι βέβαια, αυτός που τρώγει από την αγάπη, τρώγει το Χριστό, το Θεό των πάντων, το μαρτυρεί ο απόστολος Ιωάννης, όταν λέει ότι «ο Θεός είναι αγάπη» (1 Ιω. 4, 8). Λοιπόν όποιος ζει στην αγάπη, λαμβάνει από το Θεό ως καρπό τη ζωή, και σ’ αυτό τον κόσμο οσφραίνεται από τώρα εκείνο τον αέρα της ανάστασης, στον οποίο εντρυφούν οι κοιμηθέντες δίκαιοι.
Το συμφέρον της ψυχής

Χρειάζεται μεγάλος ἀγώνας, γιατί τά πάθη ἔχουν μεγάλη δύναμη. Μέ τή χάρη ὅμως τοῦ Θεοῦ θά νικήσει ὁ γενναῖος ἀθλητής πού ἀγωνίζεται μ’ ὅλες τίς δυνάμεις του.
Ὁ σωματικός κόπος καί ἡ μελέτη τῶν θείων Γραφῶν φυλᾶνε τήν καθαρότητα τοῦ νοῦ. Ἀκόμη χρειάζεται καί πολλή προσευχή, ὥστε νά ἐπισκιάσῃ τόν ἀγωνιστή ἡ Θεία Χάρη. Γιά ν’ ἀποκτήσῃ κανείς τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος χρειάζεται μεγάλος πνευματικός ἀγώνας, γιατί εὔκολα παρασύρεται ὁ ἄνθρωπος στό κακό καί χάνει σέ μιά στιγμή αὐτό πού ἀπέκτησε ὕστερα ἀπό μεγάλους ἀγῶνες..
Στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου ὑπάρχει τό καλό καί τό κακό.
Ἀπό τόν ἀγῶνα τό δικό μας θά ἐξαρτηθεῖ πιό ἀπό τά δύο θά ἐπικρατήσει. Ἄν ἀφήσουμε τόν ἑαυτό μας ἐλεύθερο, χωρίς νά τόν βιάσουμε, θά ἐπικρατήσει τό κακό. Ἀντίθετα ὅταν ἀγωνισθοῦμε, θά νικήσει τό καλό καί ἡ ἀρετή.
Ὁ ἀγώνας αὐτός εἶναι σκληρός. Θά πέσεις καί θά ξανασηκωθεῖς καί πάλι θά πέσεις καί πάλι θά σηκωθεῖς. Εἶναι ἀγώνας ἰσόβιος. Γιατί ὁ σατανᾶς δέν μᾶς ἀφήνει ἀνενόχλητους οὔτε μία στιγμή. Μία στιγμή ἀμελείας περιμένει, γιά νά τήν ἐκμεταλλευθῇ καί νά κάνει ζημιά στήν ψυχή μας.
Ὅπως εἴπαμε καί πιό πάνω, στόν πνευματικό ἀγῶνα χρειάζεται ταπείνωση. Γιατί μόνο τήν προσευχή τῶν ταπεινῶν ἀκούει ὁ Κύριος. Ἡ προσεύχή τοῦ ταπεινοῦ “εἰσέρχεται εἰς τά ὦτα τοῦ Κυρίου. Οἱ ὀφθαλμοί τοῦ Κυρίου εἰσίν ἐπί τούς ταπεινούς κατά τήν καρδίαν”. Μέ ταπεινό φρόνημα φώναξε δυνατά πρός τόν Κύριο καί πές Του:
“Κύριε ὁ Θεός μου, Σύ, ἐάν θέλῃς, μπορεῖς νά φωτίσῃς τό σκότος τῆς ψυχῆς μου”.
Ὅταν ἡ ψυχή θερμανθεῖ ἀπό ἀγάπη πρός τόν Θεό, τά πάντα τά θεωρεῖ σκουπίδια καί τιποτένια. Νύχτα καί μέρα δέν σκέφτεται τίποτε ἄλλο ἐκτός ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ ἐπαφή τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό εἶναι πιό γλυκειά κι ἀπό τό πιό ὡραῖο καί εὔγευστο φαγητό. Ὅταν ἡ ψυχή ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό, τότε ἔρχονται καί τά δάκρυα τῆς πνευματικῆς ἀγαλλιάσεως. Καί τά δάκρυα αὐτά σέ συνοδεύουν εἴτε τρῶς, εἴτε πίνεις, εἴτε μελετᾶς, εἴτε πρσεύχεσαι, σάν καρπός τοῦ ἀγῶνα τῆς ψυχῆς. Αὐτή εἶναι ἡ ἀμοιβή πού δίνει ὁ Θεός στούς ἐργάτες τῶν ἐντολῶν Του, πού σάν σκοπό τῆς ζωῆς τους ἔβαλαν τό συμφέρον τῆς ψυχῆς τους.
Ὅταν λοιπόν σ’ ἐπισκεφθοῦν τά δάκρυα αὐτά, πάρε θάρρος καί προχώρα μέ μεγαλύτερη δύναμη, γιά νά περάσῃς τή θάλασσα τῶν παθῶν. Ἀλλά πρόσεξε μήπως χάσεις τόν πνευματικό θησαυρό τοῦ ἀγῶνα σου εἴτε ἀπό ἐγωϊσμό εἴτε ἀπό ἀμέλεια.
Ἄν δέν ἔχεις κοπιάσει στά καλά ἔργα δέν πρέπει νά μιλᾶς γιά τίς ἀρετές. Γιατί κάθε ἀρετή πού γίνεται χωρίς κόπο, λογίζεται σάν “ἔκτρωμα” μπροστά στά μάτια τοῦ Θεοῦ. Οἱ στεναγμοί τῆς καρδιᾶς σου, οἱ προσευχές καί οἱ ἀγρυπνίες θά σέ βοηθήσουν ν’ ἀποκτήσεις ἀρετή. Ὅσο ὅμως κι ἄν φωνάζεις μέ προσευχές πρός τόν Κύριο, δέν σέ ἀκούει, ἄν δέν συνοδεύονται ἀπό ταπεινοφροσύνη. Ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν καί πρό παντός ἡ ταπεινοφροσύνη κάνουν τόν ἄνθρωπο θεό ἐπί τῆς γῆς. Ἡ πίστη καί ἡ ἐλεημοσύνη τόν φέρνουν πιό γρήγορα στήν καθαρότητα.
Ὅσοι ἔχουν θερμή ἀγάπη πρός τόν Θεό ἑλκύονται ἀπό τά μέλλοντα ἀγαθά. Ὅσοι θερμαίνονται μέ τήν ἐλπίδα τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν ἀπαλλάσσονται ἀπό τά κοσμικά πράγματα. Ἀλλά γιά νά φτάσῃ κανείς σ’ αὐτή τήν ὑψηλή κατάσταση χρειάζεται μεγάλος ἀγώνας. Καί θά πρέπει ν’ ἀρχίσῃ κανείς ἀπό τά ἁπλᾶ καί εὔκολα γιά νά φτάσῃ στά δύσκολα. Θά πατήσει κανείς πρῶτα τά πρῶτο σκαλοπάτι τῆς ἀρετῆς, μετά τό δεύτερο κι ἔτσι σιγά-σιγά θά προοδεύσει στήν πνευματική ζωή.
Μ’ ἕνα ἅλμα δέν φτάνει κανείς στά ὕψη.
Ἄς μάθουμε νά ἐφαρμόζουμε πρῶτα τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, καί ὕστερα ἀπό ἀγῶνες πολλούς καί μεγάλους θά μᾶς στείλει ὁ Θεός τή χάρη Του.
Εἶναι εὐτυχισμένοι ἐκεῖνοι πού ἀποφάσισαν νά βαδίσουν τόν δρόμο τῶν θλίψεων γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί δέν γύρισαν πίσω. Αὐτοί θά φτάσουν γρήγορα στό λιμάνι τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Μετά ἀπό τόν κόπο καί τίς ταλαιπωρίες θ’ ἀπολαύσουν ἀνάπαυση καί ξεκούραση. Καί θά εὐφραίνονται αἰώνια μέ τήν ἀπόλαυση τῶν μελλόντων ἀγαθῶν.
Ὅσοι τρέχουν στόν δύσκολο δρόμο τῆς ἀρετῆς δέν γυρίζουν πίσω οὔτε σκέφτονται τίς δυσκολίες πού θά συναντήσουν, ἀλλά μ’ ἐνθουσιασμό προχωροῦν στόν στενό καί τραχύ δρόμο, εὐχαριστώντας τόν Θεό πού τούς ἀξίωσε νά τόν περάσουν. Ὅσοι ὅμως φοβοῦνται καί προχωροῦν μέ δειλία καί φόβο, αὐτοί ποτέ δέν θά φτάσουν στό τέρμα, καί δέν θά πάρουν τό στεφάνι τῆς νίκης, πού χαρίζει ὁ Κύριος στούς ἀγωνιστές τῆς πίστεως.
Ὁ ὀκνηρός δέν βάζει ποτέ ἀρχή μετανοίας καί συνεχῶς ἀναβάλλει. Κι ἔτσι φτάνει στήν ὥρα τοῦ θανάτου του ἀπροετοίμαστος. Ἄν θέλῃς νά προκόψῃς στήν ἀρετή, μήν ὑπολογίζῃς τίς ἀπαιτήσεις τοῦ σώματος, γιατί τό σῶμα εἶναι ἐχθρός τῆς ψυχῆς. Ἔχε τήν ἐλπίδα σου στόν Θεό καί μέ ταπεινοφροσύνη προχώρα στόν δρόμο τῆς ἀρετῆς. Γνώριζε ὅτι χωρίς τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ θά εἶσαι φτωχός καί γυμνός, στερημένος ἀπό κάθε πνευματικό ἀγαθό. Μή σέ πιάνῃ δειλία καί φόβος στόν ἀγῶνα. Ὁ γεωργός πού περιμένει νά σταματήσουν οἱ ἄνεμοι γιά νά σπείρῃ, αὐτός ποτέ δέν θά σπείρει. Καλύτερα νά πεθάνῃς γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, παρά νά ζῇς μέ ντροπή καί ὀκνηρία.
Ὅταν θέλεις νά βάλῃς ἀρχή στό ἔργο τοῦ Θεοῦ πρῶτα πρέπει ν’ ἀφήσῃς κάθε ἐλπίδα καί στήριγμα τῆς ζωῆς αὐτῆς. Ὅπως ἐκεῖνος πού ἑτοιμάζεται γιά τόν θάνατο δέν σκέφτεται τίποτε ἄλλο παρά τό φοβερό αὐτό γεγονός, ἔτσι κι ἐκεῖνος πού θέλει νά ἑνωθῇ μέ τόν Θεό, πρέπει νά πεθάνῃ γιά κάθε κοσμικό πρᾶγμα. Σοῦ θυμίζω καί πάλι ὅτι θά βρεῖς ἐμπόδια, ἀλλά μή χάσῃς τήν ἐλπίδα σου.
Νά δυναμώνῃς μέ τήν πίστη στόν Θεό καί μέ τή σκέψη ὅτι τά πράγματα τοῦ κόσμου αὐτοῦ εἶναι πρόσκαιρα καί μάταια καί ὅτι ὁ μεγαλύτερος θησαυρός εἶναι ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Αὐτή τήν ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεός γιά τούς ἀγωνιστές κι ὄχι γιά τούς ράθυμους καί ὀκνηρούς. Ν’ ἀρχίζῃς τόν ἀγώνα σου μ’ἐνθουσιασμό καί ὄχι μέ δειλία, γιατί καί τό ὡραιότερο ἔργο εἶναι ἄχρηστο ὅταν γίνεται ἀπό ἄνδρα δίψυχο, πού τό ἕνα μέρος τῆς ψυχῆς του εἶναι μέ τόν Θεό καί τό ἄλλο μέ τόν κόσμο. Ὁ Θεός θέλει ὁλόκληρο τόν ἑαυτό μας.
Νά ἔχῃς τήν ἐλπίδα σου βέβαιη στόν Χριστό, γιά νά μήν πάῃ ὁ κόπος σου χαμένος.
Ὁ Κύριος εἶναι σπλαχνικός καί δίνει τή χάρη Του σ’ αὐτούς πού τή ζητᾶνε μ’ ἐπιμονή. Τόν μισθό τόν δίνει ὄχι ἀνάλογα μέ τή δουλειά πού κάναμε, ἀλλά μέ τήν προθυμία πού δείξαμε. Κάνε ὅ,τι μπορεῖς γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς σου. Προσευχήσου μέ δάκρυα, διάβαζε τίς θεῖες Γραφές, κάνε ἐλεημοσύνες. Ἀρκεῖ νά θερμαίνῃς τήν καρδιά σου μέ ἀγάπη πρός τόν Θεό.
Μήν ὑπολογίσῃς τή φυσική ἀδυναμία τοῦ σώματος καί δειλιάσῃς. Διῶξε μακρυά τή φιλαυτία, τήν πλεονεξία καί τόν ἐγωϊσμό. Μίσησε τά ἔργα τῆς ἁμαρτωλῆς σάρκας καί ἀγωνίσου μέ ἀνδρεῖο φρόνημα γιά τήν κατάκτηση τῆς ἀρετῆς. Καί ἄν σάν ἄνθρωπος πέσῃς, πάλι νά σηκωθῇς καί ποτέ μή γυρίσῃς στήν προηγούμενη ἁμαρτωλή ζωή σου. Πάντα μπροστά προχώρα μέ χαρά καί προθυμία στά ἔργα τοῦ Θεοῦ, κι Αὐτός θά σ’ ἀνεβάσει στήν κορυφή τῶν ἀρετῶν

Χρειάζεται μεγάλος ἀγώνας, γιατί τά πάθη ἔχουν μεγάλη δύναμη. Μέ τή χάρη ὅμως τοῦ Θεοῦ θά νικήσει ὁ γενναῖος ἀθλητής πού ἀγωνίζεται μ’ ὅλες τίς δυνάμεις του.
Ὁ σωματικός κόπος καί ἡ μελέτη τῶν θείων Γραφῶν φυλᾶνε τήν καθαρότητα τοῦ νοῦ. Ἀκόμη χρειάζεται καί πολλή προσευχή, ὥστε νά ἐπισκιάσῃ τόν ἀγωνιστή ἡ Θεία Χάρη. Γιά ν’ ἀποκτήσῃ κανείς τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος χρειάζεται μεγάλος πνευματικός ἀγώνας, γιατί εὔκολα παρασύρεται ὁ ἄνθρωπος στό κακό καί χάνει σέ μιά στιγμή αὐτό πού ἀπέκτησε ὕστερα ἀπό μεγάλους ἀγῶνες..
Στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου ὑπάρχει τό καλό καί τό κακό.
Ἀπό τόν ἀγῶνα τό δικό μας θά ἐξαρτηθεῖ πιό ἀπό τά δύο θά ἐπικρατήσει. Ἄν ἀφήσουμε τόν ἑαυτό μας ἐλεύθερο, χωρίς νά τόν βιάσουμε, θά ἐπικρατήσει τό κακό. Ἀντίθετα ὅταν ἀγωνισθοῦμε, θά νικήσει τό καλό καί ἡ ἀρετή.
Ὁ ἀγώνας αὐτός εἶναι σκληρός. Θά πέσεις καί θά ξανασηκωθεῖς καί πάλι θά πέσεις καί πάλι θά σηκωθεῖς. Εἶναι ἀγώνας ἰσόβιος. Γιατί ὁ σατανᾶς δέν μᾶς ἀφήνει ἀνενόχλητους οὔτε μία στιγμή. Μία στιγμή ἀμελείας περιμένει, γιά νά τήν ἐκμεταλλευθῇ καί νά κάνει ζημιά στήν ψυχή μας.
Ὅπως εἴπαμε καί πιό πάνω, στόν πνευματικό ἀγῶνα χρειάζεται ταπείνωση. Γιατί μόνο τήν προσευχή τῶν ταπεινῶν ἀκούει ὁ Κύριος. Ἡ προσεύχή τοῦ ταπεινοῦ “εἰσέρχεται εἰς τά ὦτα τοῦ Κυρίου. Οἱ ὀφθαλμοί τοῦ Κυρίου εἰσίν ἐπί τούς ταπεινούς κατά τήν καρδίαν”. Μέ ταπεινό φρόνημα φώναξε δυνατά πρός τόν Κύριο καί πές Του:
“Κύριε ὁ Θεός μου, Σύ, ἐάν θέλῃς, μπορεῖς νά φωτίσῃς τό σκότος τῆς ψυχῆς μου”.
Ὅταν ἡ ψυχή θερμανθεῖ ἀπό ἀγάπη πρός τόν Θεό, τά πάντα τά θεωρεῖ σκουπίδια καί τιποτένια. Νύχτα καί μέρα δέν σκέφτεται τίποτε ἄλλο ἐκτός ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ ἐπαφή τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό εἶναι πιό γλυκειά κι ἀπό τό πιό ὡραῖο καί εὔγευστο φαγητό. Ὅταν ἡ ψυχή ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό, τότε ἔρχονται καί τά δάκρυα τῆς πνευματικῆς ἀγαλλιάσεως. Καί τά δάκρυα αὐτά σέ συνοδεύουν εἴτε τρῶς, εἴτε πίνεις, εἴτε μελετᾶς, εἴτε πρσεύχεσαι, σάν καρπός τοῦ ἀγῶνα τῆς ψυχῆς. Αὐτή εἶναι ἡ ἀμοιβή πού δίνει ὁ Θεός στούς ἐργάτες τῶν ἐντολῶν Του, πού σάν σκοπό τῆς ζωῆς τους ἔβαλαν τό συμφέρον τῆς ψυχῆς τους.
Ὅταν λοιπόν σ’ ἐπισκεφθοῦν τά δάκρυα αὐτά, πάρε θάρρος καί προχώρα μέ μεγαλύτερη δύναμη, γιά νά περάσῃς τή θάλασσα τῶν παθῶν. Ἀλλά πρόσεξε μήπως χάσεις τόν πνευματικό θησαυρό τοῦ ἀγῶνα σου εἴτε ἀπό ἐγωϊσμό εἴτε ἀπό ἀμέλεια.
Ἄν δέν ἔχεις κοπιάσει στά καλά ἔργα δέν πρέπει νά μιλᾶς γιά τίς ἀρετές. Γιατί κάθε ἀρετή πού γίνεται χωρίς κόπο, λογίζεται σάν “ἔκτρωμα” μπροστά στά μάτια τοῦ Θεοῦ. Οἱ στεναγμοί τῆς καρδιᾶς σου, οἱ προσευχές καί οἱ ἀγρυπνίες θά σέ βοηθήσουν ν’ ἀποκτήσεις ἀρετή. Ὅσο ὅμως κι ἄν φωνάζεις μέ προσευχές πρός τόν Κύριο, δέν σέ ἀκούει, ἄν δέν συνοδεύονται ἀπό ταπεινοφροσύνη. Ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν καί πρό παντός ἡ ταπεινοφροσύνη κάνουν τόν ἄνθρωπο θεό ἐπί τῆς γῆς. Ἡ πίστη καί ἡ ἐλεημοσύνη τόν φέρνουν πιό γρήγορα στήν καθαρότητα.
Ὅσοι ἔχουν θερμή ἀγάπη πρός τόν Θεό ἑλκύονται ἀπό τά μέλλοντα ἀγαθά. Ὅσοι θερμαίνονται μέ τήν ἐλπίδα τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν ἀπαλλάσσονται ἀπό τά κοσμικά πράγματα. Ἀλλά γιά νά φτάσῃ κανείς σ’ αὐτή τήν ὑψηλή κατάσταση χρειάζεται μεγάλος ἀγώνας. Καί θά πρέπει ν’ ἀρχίσῃ κανείς ἀπό τά ἁπλᾶ καί εὔκολα γιά νά φτάσῃ στά δύσκολα. Θά πατήσει κανείς πρῶτα τά πρῶτο σκαλοπάτι τῆς ἀρετῆς, μετά τό δεύτερο κι ἔτσι σιγά-σιγά θά προοδεύσει στήν πνευματική ζωή.
Μ’ ἕνα ἅλμα δέν φτάνει κανείς στά ὕψη.
Ἄς μάθουμε νά ἐφαρμόζουμε πρῶτα τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, καί ὕστερα ἀπό ἀγῶνες πολλούς καί μεγάλους θά μᾶς στείλει ὁ Θεός τή χάρη Του.
Εἶναι εὐτυχισμένοι ἐκεῖνοι πού ἀποφάσισαν νά βαδίσουν τόν δρόμο τῶν θλίψεων γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί δέν γύρισαν πίσω. Αὐτοί θά φτάσουν γρήγορα στό λιμάνι τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Μετά ἀπό τόν κόπο καί τίς ταλαιπωρίες θ’ ἀπολαύσουν ἀνάπαυση καί ξεκούραση. Καί θά εὐφραίνονται αἰώνια μέ τήν ἀπόλαυση τῶν μελλόντων ἀγαθῶν.
Ὅσοι τρέχουν στόν δύσκολο δρόμο τῆς ἀρετῆς δέν γυρίζουν πίσω οὔτε σκέφτονται τίς δυσκολίες πού θά συναντήσουν, ἀλλά μ’ ἐνθουσιασμό προχωροῦν στόν στενό καί τραχύ δρόμο, εὐχαριστώντας τόν Θεό πού τούς ἀξίωσε νά τόν περάσουν. Ὅσοι ὅμως φοβοῦνται καί προχωροῦν μέ δειλία καί φόβο, αὐτοί ποτέ δέν θά φτάσουν στό τέρμα, καί δέν θά πάρουν τό στεφάνι τῆς νίκης, πού χαρίζει ὁ Κύριος στούς ἀγωνιστές τῆς πίστεως.
Ὁ ὀκνηρός δέν βάζει ποτέ ἀρχή μετανοίας καί συνεχῶς ἀναβάλλει. Κι ἔτσι φτάνει στήν ὥρα τοῦ θανάτου του ἀπροετοίμαστος. Ἄν θέλῃς νά προκόψῃς στήν ἀρετή, μήν ὑπολογίζῃς τίς ἀπαιτήσεις τοῦ σώματος, γιατί τό σῶμα εἶναι ἐχθρός τῆς ψυχῆς. Ἔχε τήν ἐλπίδα σου στόν Θεό καί μέ ταπεινοφροσύνη προχώρα στόν δρόμο τῆς ἀρετῆς. Γνώριζε ὅτι χωρίς τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ θά εἶσαι φτωχός καί γυμνός, στερημένος ἀπό κάθε πνευματικό ἀγαθό. Μή σέ πιάνῃ δειλία καί φόβος στόν ἀγῶνα. Ὁ γεωργός πού περιμένει νά σταματήσουν οἱ ἄνεμοι γιά νά σπείρῃ, αὐτός ποτέ δέν θά σπείρει. Καλύτερα νά πεθάνῃς γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, παρά νά ζῇς μέ ντροπή καί ὀκνηρία.
Ὅταν θέλεις νά βάλῃς ἀρχή στό ἔργο τοῦ Θεοῦ πρῶτα πρέπει ν’ ἀφήσῃς κάθε ἐλπίδα καί στήριγμα τῆς ζωῆς αὐτῆς. Ὅπως ἐκεῖνος πού ἑτοιμάζεται γιά τόν θάνατο δέν σκέφτεται τίποτε ἄλλο παρά τό φοβερό αὐτό γεγονός, ἔτσι κι ἐκεῖνος πού θέλει νά ἑνωθῇ μέ τόν Θεό, πρέπει νά πεθάνῃ γιά κάθε κοσμικό πρᾶγμα. Σοῦ θυμίζω καί πάλι ὅτι θά βρεῖς ἐμπόδια, ἀλλά μή χάσῃς τήν ἐλπίδα σου.
Νά δυναμώνῃς μέ τήν πίστη στόν Θεό καί μέ τή σκέψη ὅτι τά πράγματα τοῦ κόσμου αὐτοῦ εἶναι πρόσκαιρα καί μάταια καί ὅτι ὁ μεγαλύτερος θησαυρός εἶναι ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Αὐτή τήν ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεός γιά τούς ἀγωνιστές κι ὄχι γιά τούς ράθυμους καί ὀκνηρούς. Ν’ ἀρχίζῃς τόν ἀγώνα σου μ’ἐνθουσιασμό καί ὄχι μέ δειλία, γιατί καί τό ὡραιότερο ἔργο εἶναι ἄχρηστο ὅταν γίνεται ἀπό ἄνδρα δίψυχο, πού τό ἕνα μέρος τῆς ψυχῆς του εἶναι μέ τόν Θεό καί τό ἄλλο μέ τόν κόσμο. Ὁ Θεός θέλει ὁλόκληρο τόν ἑαυτό μας.
Νά ἔχῃς τήν ἐλπίδα σου βέβαιη στόν Χριστό, γιά νά μήν πάῃ ὁ κόπος σου χαμένος.
Ὁ Κύριος εἶναι σπλαχνικός καί δίνει τή χάρη Του σ’ αὐτούς πού τή ζητᾶνε μ’ ἐπιμονή. Τόν μισθό τόν δίνει ὄχι ἀνάλογα μέ τή δουλειά πού κάναμε, ἀλλά μέ τήν προθυμία πού δείξαμε. Κάνε ὅ,τι μπορεῖς γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς σου. Προσευχήσου μέ δάκρυα, διάβαζε τίς θεῖες Γραφές, κάνε ἐλεημοσύνες. Ἀρκεῖ νά θερμαίνῃς τήν καρδιά σου μέ ἀγάπη πρός τόν Θεό.
Μήν ὑπολογίσῃς τή φυσική ἀδυναμία τοῦ σώματος καί δειλιάσῃς. Διῶξε μακρυά τή φιλαυτία, τήν πλεονεξία καί τόν ἐγωϊσμό. Μίσησε τά ἔργα τῆς ἁμαρτωλῆς σάρκας καί ἀγωνίσου μέ ἀνδρεῖο φρόνημα γιά τήν κατάκτηση τῆς ἀρετῆς. Καί ἄν σάν ἄνθρωπος πέσῃς, πάλι νά σηκωθῇς καί ποτέ μή γυρίσῃς στήν προηγούμενη ἁμαρτωλή ζωή σου. Πάντα μπροστά προχώρα μέ χαρά καί προθυμία στά ἔργα τοῦ Θεοῦ, κι Αὐτός θά σ’ ἀνεβάσει στήν κορυφή τῶν ἀρετῶν
------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Ρωτήθηκε ο άγιος Γέρων τι είναι μετάνοια;Και είπε: Μετάνοια είναι καρδία συντετριμμένη και τεταπεινωμένη, δηλαδή διπλή νέκρωση από όλα όσα γίνονται με το θέλημά μας.
Και τι είναι καρδία ελεήμων;
Και είπε: Καρδία ελεήμων είναι να καίγεται από αγάπη η καρδιά μας για όλη την κτίση, δηλαδή για τους ανθρώπους και τα όρνεα και τα ζώα και τους δαίμονες, και για κάθε κτίσμα, από την ενθύμηση και τη θέα των οποίων ρέουν οι οφθαλμοί δάκρυα, και από την πολλή συμπάθεια και ελεημοσύνη σμικρύνεται η καρδιά του ελεήμονος, και δεν μπορεί να υποφέρει ή να δει ή να ακούσει κάποια βλάβη ή κάποιο λυπηρό να γίνεται στην κτίση.
Και γι᾽αυτό, και για τα άλογα ζώα και για τους εχθρούς της αλήθειας και γι᾽αυτούς που τον βλάπτουν, εύχεται κάθε ώρα με δάκρυα, να τους φυλάξει ο Θεός και να τους ελεήσει.
Επίσης εύχεται και για τα ερπετά από την πολλή του ελεημοσύνη, που κινείται στην καρδιά του χωρίς μέτρο, καθ᾽ομοίωσιν του Θεού᾽.
(ΑΣΚΗΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ, Λόγος πα´)
------------------------------------------------------------------------------------------------------------
ΛΟΓΟΣ ΚΣΤ': ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΔΙΑΛΕΙΠΤΟΥ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΝΑΞΑΙ EΑΥΤΟΝ ΕΝ ΕΝΙ ΤΟΠΩ ΚΑΙ ΤΙ ΤΑ ΕΚ ΤΟΥΤΟΥ ΓΕΝΟΜΕΝΑ KΑΙ ΟΤΙ ΕΝ ΓΝΩΣΕΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ ΕΔΙΔΑΧΘΗ ΤΗΝ ΑΚΡΙΒΕΙΑΝ ΤΗΣ ΧΡΗΣΕΩΣ ΤΩΝ ΤΟΙΟΥΤΩΝ
Εν πολλώ καιρώ πειραζόμενος εν τοις δεξιοίς και αριστεροίς και εαυτόν δοκιμάσας εν τοις δυσί τρόποις τούτοις πολλάκις και δεξάμενος εκ του εναντίου πληγάς αναριθμήτους και αξιωθείς μεγάλων αντιλήψεων κρυπτώς, εκομισάμην εαυτώ πείραν εκ των μακρών χρόνων των ετών, και εν δοκιμασία και Θεού χάριτι ταύτα έμαθον. Ότι ο θεμέλιος πάντων των αγαθών και η ανάκλησις της ψυχής εκ της αιχμαλωσίας του εχθρού και η οδός η προς το φως και την ζωήν φέρουσα, ούτοι οι δύο τρόποι εισί. Το συνάξαι εαυτόν είς ένα τόπον, και το αεί νηστεύσαι, τουτέστι το κανονίσαι εαυτόν εν εγκρατεία γαστρός σοφώς και φρονίμως εν ακινήτω καθέδρα και αδιαλείπτω σχολή και μελέτη Θεού.
Εντεύθεν η των αισθήσεων υποταγή, εντεύθεν η του νου νήψις, εντεύθεν τα άγρια πάθη ημερούνται, τα εν τω σώματι κινούμενα, εντεύθεν ή πραότης των λογισμών, εντεύθεν αι της διανοίας φωτεινοί κινήσεις, εντεύθεν η σπουδή η προς τα έργα της αρετής, εντεύθεν τα υψηλά νοήματα και λεπτά, εντεύθεν τα άμετρα δάκρυα, τα εν παντί καιρώ γινόμενα, και του θανάτου η μνήμη. Εντεύθεν η σωφροσύνη η καθαρά, η τελείως απέχουσα εκ πάσης φαντασίας της την διάνοιαν πειραζούσης, εντεύθεν η οξυδέρκια και η οξύτης των μακράν όντων, εντεύθεν τα βαθύτερα των μυστικών νοημάτων, άπερ η διανοία καταλαμβάνει εν τη δυνάμει των θείων λογίων, και αϊ εσώτεραι κινήσεις, αϊ εν τη ψυχή γινόμεναι, και η διαφορά και η διάκρισις των πνευματικών εκ των αγίων δυνάμεων και των αληθινών οράσεων εκ των ματαίων φαντασιών. Εντεύθεν ο φόβος των οδών και των τριβών, ο εν τω πελάγει της διανοίας, ο κόπτων την ραθυμίαν και την αμέλειαν, και η φλόξ του ζήλου η καταπατούσα πάντα κίνδυνον και διαβαίνουσα πάντα φόβον, και η θέρμη η καταφρονούσα πάσης επιθυμίας και εκ της διανοίας αυτήν εξαλείφουσα και λήθην εμποιούσα πάσης μνήμης
των παρερχομένων μετά των άλλων. Και ίνα συντόμως είπω, η ελευθερία του αληθινού ανθρώπου και η χαρά της ψυχής και η ανάστασις η μετά του Χριστού εν τη βασιλεία.
Εί τις δε αμελήσει των δύο τούτων, γνώτω, ότι ου μόνον εκ πάντων τούτων των προειρημένων ζημιοί εαυτόν, αλλά και τον θεμέλιον πασών των αρετών διασείει εν τη καταφρονήσει των δύο τούτων αρετών. Και ώσπερ εισίν αύται αρχή και κεφαλή της θείας εργασίας εν τη ψυχή, και θύρα και οδός προς τον Χριστόν, εάν τις κράτηση αυτάς και εν αυταίς ύπομείνη, όντως εάν τις αναχωρήση εξ αυτών και αποπηδήση απ' αυτών, προς ταύτα τα δύο τα εναντία τούτων καταντά. Λέγω δη τον σωματικόν μετεωρισμόν και το γαστριμαργείν ασέμνως. Αύται αρχαί εισί των εναντίων των προειρημένων και χώραν παρέχουσι τοις πάθεσιν εν τη ψυχή.
Και η μεν πρώτη αρχή της μιάς, εν πρώτοις τάς αισθήσεις τάς υποταγείσας απολύει των δεσμών της συστολής. Και τι λοιπόν εκ τούτου γίνεται; Εντεύθεν άτοποι απαντήσεις και απροσδόκητοι, πλησιόχωροι των πτώσεων. Η ταραχή των ισχυρών κυμάτων, η εκ της οράσεως εξυπνιζομένη. Των οφθαλμών πύρωσις οξεία, κρατούσα του σώματος και συνέχουσα ολισθήματα ευχερή, εν τω φρονήματι γινόμενα. Λογισμοί ακρατείς, προς πτώσιν σπουδάζοντες. Η χλιαρότης του πόθου των έργων του Θεού και ατονία κατά μικρόν μικρόν της διαφοράς της ησυχίας, και του τελείως καταλείψαι τον κανόνα της πολιτείας αυτού. Εγκαινισμός των επιλησθέντων κακών και διδαχή ετέρων, ων ουκ ηπίστατο, εκ των αεί επιγινομένων αυτώ δι' ακουσίων πολυτρόπων οράσεων, των εκ της μεταναστάσεως από χώρας είς χώραν και από τόπου εις τόπον συναντουσών αυτώ, και τα πάθη, άπερ δια της χάριτος του Θεού ήδη εκ της ψυχής νεκρωθέντα και δια της λήθης των μνημών των εν τη διανοία απολεσθέντα, πάλιν ταύτα προς κίνησιν άρχονται διεγείρεσθαι και την ψυχήν προς εργασίαν αυτών αναγκάζειν. Και ίνα μη όλα τα λοιπά λέγω και διηγήσωμαι, ταύτα μεν εκ της πρώτης εκείνης αιτίας ανοίγονται έπ' αύτω, τουτέστιν εκ του μετεωρισμού του σώματος και του μη υπομείναι την της ησυχίας ταλαιπωρίαν.
Τί δε εκ της άλλης, τουτέστι του άρξασθαι εν τω έργω των χοίρων; Και τι εστί το έργον των χοίρων, ή το αόριστον αφιέναι την γαστέρα και διαπαντός εμπιπλάν αυτήν και μη έχειν καιρόν δεδηλωμένον προς την του σώματος χρείαν καθώς οι λογικοί; Και τί λοιπόν γίνεται εκ τούτου; Εντεύθεν καρηβαρία και βάρησις τον σώματος πολλή μετά χαλασμού των ώμων. Όθεν ανάγκη απολειφθήναι εκ της λειτουργίας του Θεού. Και οκνηρία γαρ επιγίνεται είς το μη ποιείν μετανοίας εν αυτή αμέλεια των συνήθων προσκυνήσεων σκότωσις και ψυχρότης της διανοίας νους παχύς και αδιάκριτος εκ των ταραχών και των πολλών σκοτώσεων των λογισμών γνόφος παχύς και ζοφώδης, ηπλωμένος εν όλη τη ψυχή αηδία πολλή εν παντί έργω του Θεού, άμα δε και εν τη αναγνώσει, δια το μη γεύσασθαι αυτόν της ηδύτητος των λογίων του Θεού αργία πολλή των αναγκαίων νους ακράτητος και μετεωριζόμενος εν πάση τη γή χυμός πολύς συναγόμενος εν πάσι τοις μέλεσι φαντασίαι ακάθαρτοι ταίς νυξί δια φασμάτων βεβήλων και ατόπων εικόνων, πεπληρωμένων επιθυμίας, εν τη ψυχή διαβαινούσης και εν αυτή τη ψυχή τα εαυτής θελήματα αποπληρούσης ακαθάρτως. Και η στρώμνη δε του αθλίου και τα ενδύματα αυτού και αυτό το σώμα όλον μολύνεται δια το πλήθος της αισχράς ρεύσεως, της ως από πηγής εξ αυτού βλυζούσης και τούτο ου μόνον εν τη νυκτί, αλλά και εν ημέρα συμβαίνει αυτώ το γαρ σώμα πάντοτε ρέει και μιαίνει την διανοίαν, ώστε αυτόν δια τούτων των πραγμάτων την σωφροσύνην απαρνήσασθαι η γαρ ηδύτης των γαργαλισμών ενεργείται εν όλω τω σώματι αυτού εν αδιαλείπτω πυρώσει και ανυπομονήτω.
Και λογισμοί δε απατηλοί συμβαίνουσιν αυτώ, εικονίζοντες κάλλος κατέναντι αυτού και ερεθίζοντες αυτόν εν παντί καιρώ και γαργαλίζοντες τον νουν εν τη ομιλία αυτών. Και αδιστάκτως συνδυάζει αυτοίς εν τη μελέτη αυτών και εν τη επιθυμία αυτών, δια το σκοτισθήναι αυτού το διακριτικόν. Και τούτο εστίν όπερ είπεν ο Προφήτης «τούτο το ανταπόδομα της αδελφής Σοδόμων, ήτις τρυφώσα ήσθιεν άρτον είς πλησμονήν», και τα εξής. Και τούτο δε ερρέθη υπό τίνος των μεγάλων σοφών, ότι Ει τις θρέψει το σώμα αυτού εν τρυφή μεγάλως, είς πόλεμον εκβάλλει την εαυτού ψυχήν, και εάν ποτέ έλθη είς εαυτόν και ζήτηση βιάσασθαι είς το κρατήσαι εαυτού, ου δύναται, δια την υπερβάλλουσαν πύρωσιν των κινήσεων του σώματος και δια την βίαν και την ανάγκην των ερεθισμών και των γαργαλισμάτων των την ψυχήν αιχμαλωτιζόντων εν τοις θελήμασιν αυτών. Οράς ώδε λεπτότητα τούτων των αθέων; Και πάλιν ο αυτός λέγει Η τρυφή του σώματος εν απλότητι και υγρότητι, της νεότητος τα πάθη εν τη ψυχή οξέως κτάσθαι παρασκευάζει, και περικυκλοί αυτήν ο θάνατος, και εμπίπτει ούτος υπό την κρίσιν του Θεού.
Ψυχή δε η αδολεσχούσα αεί εν τη μνήμη των οφειλομένων, αναπαύεται εν τη ελευθερία εαυτής και αι φροντίδες αυτής μικραί, και ου μεταμελείται εν τινί, πρόνοιαν ποιουμένη υπέρ της αρετής, ηνιοχούσα τα πάθη και φυλάττουσα την αρετήν, είς αύξησιν και χαράν αμέριμνον και ζωήν αγαθήν και λιμένα ακίνδυνον άγει. Απολαύσεις γαρ σωματικαί ου μόνον ενισχύουσι τα πάθη και στερεούσιν αυτά κατά της ψυχής, αλλά και εκριζούσιν αυτήν εκ των ριζών αυτής. Και συν τούτοις εξάπτουσι την γαστέρα εις ακρασίαν και αταξίαν όρων άκρας ασωτίας, και παρά καιρόν την χρείαν του σώματος εκτελείν βιάζονται. Και ο πολεμούμενος εν τούτοις ου θέλει υπομείναι μικράν πείναν και εξουσιάσαι εαυτού, διότι ηχμαλωτίσθη υπό των παθών.
Ούτοι εισίν οι καρποί της αισχύνης, οι εκ της γαστριμαργίας. Και οι προ τούτων είσιν οι καρποί της υπομονής, της εν ενί τόπω και ησυχία διαγωγής. Δια τούτο και ο εχθρός τους καιρούς επισταμένος των χρειών ημών των φυσικών, δι' ων η φύσις κινείται προς την χρείαν αυτής, και ότι ο νους εκ του μετεωρισμού των οφθαλμών ρέμβεται και εκ της αναπαύσεως της γαστρός, σπουδάζει και αγωνίζεται ερεθίσαι ημάς προσθήκην ποιήσασθαι εις την φυσικήν χρείαν και σπείραι εν ημίν σχήματα λογισμών πονηρών εν τοις τοιούτοις καιροίς, ώστε, εάν ενδέχηται, υπερισχύσαι τα πάθη κατά της φύσεως δια την περισσοτέραν συμπλοκήν και καταποντίσαι τον άνθρωπον εν τοις πτώμασι.
Διά τούτο έδει ημάς, ώσπερ ο εχθρός γινώσκει τους καιρούς, ούτω και ημάς γνωρίσαι την ασθένειαν ημών και την δύναμιν της φύσεως ημών, ότι ανίκανος εστί προς τάς ορμάς και τάς κινήσεις εκείνων των καιρών και προς την λεπτότητα των λογισμών, των ως χνούν όντων τη λεπτότητι κατέναντι των οφθαλμών ημών, και ότι ου δυνάμεθα οράν εαυτούς και απαντήσαι τοις συμβαίνουσιν ημίν και δια την πολλήν δοκιμασίαν, ην επειράσθημεν υπό του εχθρού, και εν ταλαιπωρία εξ αυτού ελάβομεν πολλάκις, του λοιπού σοφίσασθαι και μη εάσαι εαυτούς ριφθήναι του ποιήσαι το θέλημα της ημών αναπαύσεως και ηττάσθαι εκ της πείνης, αλλά μάλλον καν καταπονήση ημάς η πείνα η στένωση, μη σαλευθώμεν εκ του τόπου της ησυχίας ημών και καταντήσωμεν όπου ευχερώς συμβαίνουσιν ημίν τα τοιαύτα, μηδέ σκευάσωμεν εαυτοίς αφορμάς και τρόπους, όπως εκ της ερήμου εξέλθωμεν. Ταύτα γαρ είσι τα επιτηδεύματα του εχθρού τα φανερά. Εάν δε υπομείνης εν τη ερήμω, ου μη πεψασθής. Ου γαρ οράς εν αυτή γυναίκα ούτε τι βλάπτον την πολιτείαν σου, ούτε φωνάς απρεπείς ακούεις.
Τί σοι και τη οδώ της Αιγύπτου; Ίνα πίης το ύδωρ Γηών»; Νοεί τι σοι λέγω. Δείξον τω εχθρώ την υπομονήν σου και το δοκίμιον σου εν τοις μικροίς, ίνα μη ζήτηση παρά σου τα μεγάλα. Όρος δε έστωσαν σοι τα μικρά ταύτα, ίνα δια τούτων καταβάλης τον αντίπαλον, όπως μη σχολάση και ορύξη σοι παγίδας μεγάλας. Ο γαρ μη πειθόμενος τω εχθρώ, μηδέ πέντε βήματα εξελθείν εκ του ησυχαστηρίου αυτού, πώς πείσαι δύναται εαυτόν εκ της ερήμου εξελθείν ή πλησιάσαι κώμη; Και ο μη καταδεχόμενος παρακύψαι δια θυρίδος εκ του ησυχαστηρίου αυτού, πώς πείσει εαυτόν εξελθείν εξ αυτού; Και ο μόλις εν εσπέρα πειθόμενος μετασχείν τροφής ελαχίστης, πώς προς καιρού εσθίειν υπό των λογισμών αυτού δελεασθήσεται; Και ο εκ των ευτελών ερυθριών εμπλησθήναι, πώς εκ των μεγάλων ορεχθήσεται; Και ο μηδέ προς το ίδιον σώμα πειθόμενος κατιδείν, πώς προς τα αλλότρια κάλλη τούτον δελεάσει περιεργάσασθαι;
Δήλον ούν, ότι εξ αρχής εν τοις μικροίς καταφρονών, ηττάται τις, και ούτως αφορμήν παρέχει τω εχθρώ πολεμείν αυτώ εν τοις μεγάλοις. Επεί, ο της πρόσκαιρου ζωής μη ποιούμενος πρόνοιαν του μηδέ προς βραχύ εμμείναι εν αυτή, πώς φοβηθήσεται τας κακώσεις και τας θλίψεις τας προς τον θάνατον τον προσφιλή φερούσας; Ούτος εστίν ο πόλεμος της διακρίσεως, ότι οι σοφοί ου συγχωρούσιν εαυτούς προς τους μεγάλους αγώνας παρασκευάσασθαι αλλ' η υπομονή, η ενδεικνυμένη εν τοις μικροίς υπ' αυτών, αύτη εστίν η φυλάττουσα αυτούς του μη πεσείν εις τους μεγάλους κόπους.
Πρώτος μεν ούν ο διάβολος την αδιάλειπτον προσοχήν της καρδίας αγωνίζεται καταργήσαι. Ειθ' ούτω πείθει και τους δεδηλωμένους καιρούς της προσευχής και του κανόνος του σωματικώς γενομένου καταφρονήσαι. Και ούτω πρώτον χαυνούται ο λογισμός, προ του καιρού μετασχείν τροφής, εν τοις ελαχίστοις και μικροίς και ουδαμινοίς, και μετά την πτώσιν της καταλύσεως της εγκράτειας αυτού, διολισθαίνει εις ακρασίαν και ασωτείαν. Και πρώτον μεν ηττάται, μάλλον δε ελάχιστον ηγείται εν οφθαλμοίς αυτού ατενίσαι εις την γύμνωσιν του σώματος αυτού ή εις άλλην τινά καλλονήν των μελών αυτού όταν αποδύηται τα ιμάτια αυτού ή όταν έξέλθη έξω προς την χρείαν του σώματος ή προς ύδωρ και χαυνώση τα αισθητήρια αυτού, ή εισαγάγη την χείρα αυτού θαρσαλέως έσωθεν των ιματίων αυτού και ψηλάφηση το σώμα αυτού και τότε ανακύψουσιν αυτώ αλλά και αλλά. Και ο πρώτην την ασφάλειαν του νοός φυλάσσων και δι' εν τούτων λυπούμενος, τότε ανοίγει καθ' εαυτού μεγάλας και χαλεπάς εισόδους.
Οι γαρ λογισμοί, ιν' ως εν υποδείγματι είπω, ως ύδωρ εισί, και όσον συνέχονται πάντοθεν, εν τη ευταξία αυτών πορεύονται, εάν δε εκείθεν μικρόν επί τα έξω εξέλθωσι, κατάλυσιν φραγμού και ερήμωσιν πολλήν κατεργάζονται. Ίσταται γαρ ο εχθρός κατανοών και παρατηρών και εκδεχόμενος νυχθημερώς κατέναντι των οφθαλμών ημών, και περισκοπεί δια ποίας εισόδου των αισθητηρίων ημών ανοιχθείσης αυτώ εισέλθη. Αμελείας δε τίνος εις εν των προρρηθέντων ημίν γενομένης, τότε και αυτός ο δόλιος και αναιδής κύων τα αυτού ημίν εξαποστέλλει βέλη. Και ποτέ μεν αύτη η φύσις αφ' εαυτής την ανάπαυσιν αγαπά και την παρρησίαν και τον γέλωτα και τον μετεωρισμόν και την ραθυμίαν και γίνεται πηγή των παθών και πέλαγος ταραχής, ποτέ δε ο ενάντιος υποβάλλει ταύτα τη ψυχή. Αλλ' ημείς αλλάξωμεν λοιπόν τους μεγάλους κόπους ημών εν τοις μικροίς κόποις ημών, ους ηγούμεθα ουδέν. Ει γαρ ούτοι, ως εδείχθη, οι παρ’ ημών καταφρονούμενοι, τοσούτους αγώνας μεγάλους και κόπους δυσκατορθώτους και πάλας συγκεχυμένας και πληγάς μεγίστας αποστρέφουσι, τίς μη σπεύση δια των μικρών τούτων της εισαγωγής κόπων την γλυκείαν ευρείν ανάπαυσιν;
Ω σοφία, πόσον θαυμαστή υπάρχεις καί πώς προβλέπεις τα πάντα πόρρωθεν. Μακάριος ο ευρών σε, εκ γαρ της ραθυμίας της νεότητος ηλευθέρωται. Ει τις εμπορεύεται δια μικράς εμπορεύσεως, ήτοι περιποιήσεως την ιατρείαν των μεγάλων παθών, καλώς ποιεί. Και γαρ ποτέ τις των φιλοσόφων, εν χαυνότητι κινηθείς και αισθηθείς, θάττον διωρθώσατο εαυτόν καθήμενος εξαίφνης. Και ιδών αυτόν άλλος, εγέλασε χάριν τούτου. Ο δε απεκρίθη
Ου διά τούτο εφοβήθην, άλλ' εκ της καταφρονήσεως φοβούμαι διότι πολλάκις και η μικρά καταφρόνησις μεγάλων κινδύνων πρόξενος γίνεται. Τω δε παρά τάξιν γενέσθαι και ταχέως διορθώσασθαι εμαυτόν, έδειξα εμαυτόν νήφοντα και το μηδέ ον άξιον φόβου καταφρονούντα.
Τούτο γαρ εστί φιλοσοφία, ίνα τις και εν τοις ελαχίστοις και μικροίς, τοις γινομένοις παρ' αυτού, αεί νήφει. Αναπαύσεις γαρ μεγάλας θησαυρίζει εαυτώ και ούχ υπνοί, ίνα μη συμβή αυτώ τι ενάντιον, αλλά τάς αιτίας κόπτει προ καιρού και δια των ελαχίστων πραγμάτων υποφέρει την μικράν λύπην, εξαφανίζων δι' αυτής την μεγάλην.
Οι δε άφρονες προτιμώσι την μικράν ανάπαυσιν την εγγύς υπέρ την απέχουσαν βασιλείαν, αγνοούντες ότι κρείσσον υπομείναι κολάσεις εν τω αγώνι, υπέρ το αναπαυθήναι εν τη στρώμνη της επιγείου βασιλείας εν κατακρίσει ραθυμίας. Τοις σοφοίς γαρ ποθητός εστίν ο θάνατος υπέρ του μη κατηγορηθήναι, ότι άνευ νήψεως ετέλεσάν τι εν τοις έργοις αυτών. Διό και λέγει ο σοφός «Γενού εγρήγορος και νηφάλιος υπέρ της ζωής σου. Συγγενής γαρ εστίν ο ύπνος της διανοίας, και εικών του αληθινού θανάτου». Ο δε θεοφόρος Βασίλειος φησίν «Όστις είς τα μικρά εαυτού ονκηρός εστί, μη πιστεύσης αυτώ είς τα μεγάλα διαπρέψαι».
Υπέρ ων μέλλεις ζην, μη ακηδιάσης, μηδέ οκνήσης υπέρ αυτών αποθανείν. Σημείον γαρ εστί της ακηδίας η μικροψυχία, μήτηρ δε εστί των δύο τούτων η καταφρόνησις. Δειλός άνθρωπος σημαίνει, ότι υπό δύο νόσων νοσεί - λέγω δη υπό φιλοσωματίας και ολιγοπιστίας, η δε φιλοσωματία σημείον εστί της απιστίας. Ο δε τούτων καταφρονών βεβαιούται, ότι τω Θεώ πιστεύει ολοψύχως και τα μέλλοντα εκδέχεται.
Εάν τις εκτός κινδύνων και αγώνων και πειρασμών τω Θεώ προσήγγισε, και συ αυτόν μίμησαι. Η ευτολμία της καρδίας και η καταφρόνησις των κινδύνων από ενός των δύο αφορμών τούτων γίνεται, ή εκ της σκληροκαρδίας, ή εκ της πολλής πίστεως της προς τον Θεόν. Και τη μεν σκληροκαρδία ακολουθεί υπερηφανία, τη δε πίστει ταπεινοφροσύνη καρδίας. Ου δύναται άνθρωπος κτήσασθαι ελπίδα προς τον Θεόν, ει μη πρώτον ετελείωσε το θέλημα αυτού κατά μέρος. Η γαρ ελπίς η προς τον Θεόν και η της καρδίας ανδρεία εκ της μαρτυρίας της συνειδήσεως γεννώνται, και δια της αληθινής μαρτυρίας της διανοίας ημών την προς τον Θεόν πεποίθησιν έχομεν. Η μαρτυρία δε της διανοίας γίνεται εν τω μη κατακρίνεσθαι τινά εν μηδενί υπό του συνειδότος, ότι ημέλησεν εις το οφειλόμενον κατά την δύναμιν αυτού. Εάν δε η καρδία ημών μη κατακρίνη ημάς, παρρησίαν προς τον Θεόν εχομεν. Η παρρησία ούν εκ των κατορθωμάτων των αρετών και της καλής συνειδήσεως προσγίνεται. Σκληρόν γούν εστί το δουλεύσαι τω σώματι. Όστις δε ολίγον εκ πολλού αίσθηται της ελπίδος της προς τον Θεόν, ουκ έτι πεισθήσεται κατ' ανάγκην δουλεύσαι τω σκληρώ τούτω δεσπότη, τω σώματι.
Περί της σιωπής και της ησυχίας
Το αεί σιωπάν και η φυλακή της ησυχίας εκ των τριών τούτων αιτιών εν τινι γίνονται ή δια την δόξαν των ανθρώπων ή δια την θερμότητα του ζήλου της αρετής ή ότι ομιλίαν τινά θείαν τις έχει εντός εαυτού και η διανοία αυτού έλκεται προς αυτήν. Ει τις γούν μίαν των εσχάτων ουκ έχει, εξ ανάγκης την πρώτην ασθένειαν ασθενεί. Αρετή εστίν, ούχ η φανέρωσις των πολλών και διαφόρων πράξεων, των δια του σώματος επιτελουμένων, αλλ 'η σοφωτάτη καρδία εν τη ελπίδι αυτής. Συνάπτει γαρ αυτήν τοις κατά Θεόν έργοις ο ορθός σκοπός.
Η μεν γαρ διάνοια δύναται χωρίς πράξεων σωματικών επιτελέσαι το αγαθόν, το δε σώμα εκτός της σοφίας της καρδίας, καν εργάσηται, ου δύναται ωφεληθήναι όμως ούχ υποφέρει ο άνθρωπος του Θεού, όταν άδειαν εύρη αγαθοεργίας, εί μη δείξη την αγάπην εν κόπω της εργασίας αυτού προς τον Θεόν. Η μεν πρώτη τάξις πάντοτε κατευοδούται, η δε δευτέρα πολλάκις κατευοδούται, ποτέ δε και ου. Μη νομίσης δε, ότι το πράγμα τούτο μικρόν εστίν, ίνα τις εκ των αίτιων των παθών μακράν απέχη πάντοτε.
Τω δε Θεώ ημών είη δόξα εις τους αιώνας. Αμήν.
Η μεν γαρ διάνοια δύναται χωρίς πράξεων σωματικών επιτελέσαι το αγαθόν, το δε σώμα εκτός της σοφίας της καρδίας, καν εργάσηται, ου δύναται ωφεληθήναι όμως ούχ υποφέρει ο άνθρωπος του Θεού, όταν άδειαν εύρη αγαθοεργίας, εί μη δείξη την αγάπην εν κόπω της εργασίας αυτού προς τον Θεόν. Η μεν πρώτη τάξις πάντοτε κατευοδούται, η δε δευτέρα πολλάκις κατευοδούται, ποτέ δε και ου. Μη νομίσης δε, ότι το πράγμα τούτο μικρόν εστίν, ίνα τις εκ των αίτιων των παθών μακράν απέχη πάντοτε.
Τω δε Θεώ ημών είη δόξα εις τους αιώνας. Αμήν.
Ο Θεός αγαπά τόσο πολύ τους ταπεινούς, όπως τα Σεραφείμ!...
Ω αγάπη! Μακάριος είναι εκείνος, που βρήκε εσένα, το λιμάνι κάθε χαράς!...
Μη κάνεις φίλους αυτούς που αγαπούν τους γέλωτες και αυτούς που θεατρίζουν τους άλλους.
Σ' αυτόν, που κατηγορεί τους άλλους, σκυθρώπαζε!...
Στον υπερήφανο και φθονερό μη μιλάς καθόλου ή μίλα με πολλή προσοχή!...
Στ' αλήθεια μεγάλη αρετή είναι να λυπάσαι για τους κακούς και να ευεργετείς τους αμαρτωλούς περισσότερον και από τους δικαίους!...
Δίνε με χαρωπό πρόσωπο την ελεημοσύνη σου και παρηγόρει πάντοτε τους θλιβομένους!...
Τη μέρα που θα λυπηθείς για κάποιον άρρωστο, να βλέπεις τον εαυτό σου σαν μάρτυρα για το Χριστό!...
Σ' όλα σου τα έργα, έχε αγαθή συνείδηση!... Η δικαιολογία δεν είναι για τους Χριστιανούς!...
Κατηγόρησα κάποιον, είμαι νεκρός κι εγώ και τα έργα μου εκείνη τη μέρα!... Κάνε συντροφιά με λεπρούς, παρά με υπερήφανους!...
Πένθησε μετά των αμαρτανόντων και χαίρε μετά των μετανοούντων!... Γίνε φίλος όλων και άπεχε απ' όλους!...
Σκέπασε τον αμαρτάνοντα και βλέπε όλους σαν αγίους!...
Αν δεν είσαι άγιος κατά την καρδιά, γίνε καθαρός κατά το σώμα, δηλαδή, μη κάνεις σαρκικές αμαρτίες.
Αν δεν είσαι πράος, ειρήνευε τουλάχιστον με τον εαυτό σου.
Ναός της Θείας Χάριτος είναι όποιος ενθυμείται πάντοτε το Θεό!...
Το να θέλεις το καλό, είναι δικό σου. Το να πράξεις όμως το καλό είναι του Θεού...
Η ανάπαυση του σώματος βλάπτει μόνον τους νέους. Η μη προσοχή των αισθήσεων και τους γέροντες!...
Να μη λυπούμεθα όταν σφάλουμε σε κάτι, αλλ' όταν επιμένουμε στο σφάλμα μας!...
Μη μισείς τον αμαρτωλό, αλλά την αμαρ¬τία. Αφού νομίζεις τον εαυτό σου δίκαιο, που είναι η αγάπη σου προς τον αμαρτωλό;
Νεκρός είναι όποιος δεν αγαπά τους τιμώντας, ουδέ καταφρονεί τους ατιμάζοντας αυτόν. Όταν έχω την ευχή δεν θυμώνω, δεν είμαι γαστρίμαργος!...
Αγάπησε, άνθρωπε, το Θεό όχι για τα μέλλοντα αγαθά, που υπόσχεται να σου δώσει στην άλλη ζωή, αλλά για όσα σου δίνει σ' αυτή τη ζωή. Διότι η Θεία Χάρη με την οποία μας αναγεννά, «νεκρωθέντας εκ της αμαρτίας», είναι κατά πολύ ανώτερη εκείνης της Χάριτος με την οποία μας έφερε «εκ του μη όντος εις το είναι» σωματικά.
Ο ζήλος είναι ο σκύλος που φυλάσσει το νόμο του Θεού, που είναι η αρετή. Ο ζηλωτής, ως καιόμενος φούρνος θερμαίνεται, σαν τα Χερουβείμ και προσέχει κάθε στιγμή τις πανουργίες και τις εφόδους των πονηρών πνευμάτων.
Εξασθενεί ο ζήλος, όταν ο άνθρωπος απιστεί στη Θεία Πρόνοια και λησμονεί το Θεό.
Ο αγωνιστής, όταν βγει στον κόσμο, αγαπά τους επαίνους και πέφτει στην κενοδοξία και ναυαγεί εν καιρώ γαλήνης.
Η ψυχρότης του ζήλου της αρετής έρχεται:
α) Όταν ελαττωθεί ή επιθυμία τής αρετής, και
β) Όταν θαρρεύσουμε στον εαυτό μας και δεν φοβούμεθα τους δαίμονες.
Η πίστη είναι έννοια νηπιώδης, σε καρδιά απλή. Η γνώση εξετάζει και συζητεί κάτι, αν είναι αληθινό. Η γνώση φυλάσσει τους φυσικούς νόμους. Τη γνώση ακολουθεί ο φόβος, τη δε πίστη η ελπίδα. Η γνώση που κατέχει ο άνθρωπος είναι φτωχή και ελλειπής. Τούς θησαυρούς όμως της πίστεως δεν χωρούν ο Ουρανός και η Γη!...
Ο βασιζόμενος στη γνώση, δεν περιπατεί επί υδάτων ή επί του πυρός. Με τη δύναμη όμως της πίστεως, πολλοί και σε ύδατα και επί του πυρός περπάτησαν και έμειναν αβλαβείς!...
Η πίστη έχει ακένωτους θησαυρούς και γεμίζει ηδονή την καρδιά του πιστού. Η γνώση χρειάζεται μόνο σαν σκαλοπάτι, για να φθάσει κανείς στην πίστη...
Όποιος αξιωθεί να γευθεί τη γλυκύτητα της πίστεως και στραφεί προς την ανθρώπινη γνώση, ομοιάζει με άνθρωπο, που ανταλλάσσει πολύτιμο μαργαρίτη με χάλκινο οβολό!...
Αγιορείτου Μοναχού
475 Αποφθέγματα του θεοπνεύστου Αγίου Ισαάκ του Σύρου
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"