ΙΕΡΕΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ

Τακτικές λέγονται οι Ακολουθίες που γίνονται  Ιερές Aκολουθίες λέγονται οι τελετές ή  οι προσευχές της Εκκλησίας μας, που γίνονται για τη δόξα του Θεού αλλά και για  τη δική μας ωφέλεια. Λέγονται Ακολουθίες γιατί όσα γίνονται σε αυτές δεν είναι τυχαία, αλλά ακολουθούν ένα ορισμένο  τρόπο και γίνονται  σε ορισμένο χρόνο. Με τις Ιερές Ακολουθίες υμνούμε τον Θεό και δεχόμαστε την χάρη Του. Γι΄ αυτό και συμμετέχουμε σε αυτές με ευλάβεια, προσοχή και προσευχή !
Έχουμε Ιερές Ακολουθίες: α) τις τακτικές και β) τις έκτακτες.
σε ορισμένο χρόνο και αποβλέπουν, συνήθως, να προετοιμάσουν τους πιστούς για τη Θεία Λειτουργία. Αυτές είναι ο Εσπερινός, το Μεσονυκτικό, ο Όρθρος, και  οι Ώρες.
   Α) Ο Εσπερινός, ο μικρός και ο μεγάλος Εσπερινός, ανάλογα με την εορτή που ακολουθεί. Λέγεται Εσπερινός γιατί γίνεται το εσπέρας, δηλαδή  προς το βράδυ. Η δύση του  ηλίου αποτελούσε τη λήξη  της ημέρας και την αρχή της επόμενης. Αρχίζει με το «Ευλογητός ο Θεός…», ακολουθούν τροπάρια, αιτήσεις από τον Ιερέα, το «Φως ιλαρόν…» και τελειώνει με το «Νυν απολύεις τον δούλον σου δέσποτα...», το απολυτίκιο και την απόλυση με το «Δι΄ ευχών».

   Β) Το Μεσονυκτικό, σήμερα τελείται συνήθως στα Μοναστήρια, και  γίνεται «εν τω μέσω της νυκτός». Περιλαμβάνει τροπάρια, ψαλμούς, ύμνους  και  ευχαριστήριες ευχές προς τον Θεό, που μας αξιώνει να δούμε το φως την νέας ημέρας. Διακρίνεται σε  μεσονυκτικό της Κυριακής, του Σαββάτου, και της Σαρακοστής και του Πάσχα.

  Γ) Ο  Όρθρος. Μετά το Μεσονυκτικό ακολουθεί η Ακολουθία του Όρθρου, που περιλαμβάνει ψαλμούς, τροπάρια και ύμνους και  αναφέρονται κυρίως στο εορταζόμενο άγιο της ημέρας ή  της εορτής, αλλά και ύμνους προς τον Θεό και την Θεοτόκο. Έχουμε τον Όρθρο της Κυριακής, του Σαββάτου, της εορτής, της Σαρακοστής. Μετά το τέλος του Όρθρου, ακολουθεί η Θ. Λειτουργία που είναι και αυτή τακτική Ακολουθία και το Μυστήριο των Μυστηρίων. 

  Δ) Οι Ώρες, είναι Ακολουθίες που γίνονται σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα της ημέρας. Η  πρώτη (Α΄)  Ώρα γίνεται με το τέλος της Ακολουθίας του Όρθρου, η Τρίτη (Γ΄)  Ώρα  γύρω στις 9 το πρωί, η έκτη (Στ΄) Ώρα γύρω στις 12 το μεσημέρι και η ενάτη (Θ΄) Ώρα πριν τον Εσπερινό της επόμενης ημέρας, περίπου  στις 3 το απόγευμα.

Είναι κατά βάσιν ψαλμοί  και τροπάρια, που αναφέρονται στα γεγονότα του Πάθους του Κυρίου μας: «Κύριε ο το πανάγιόν σου  πνεύμα εν τη Τρίτη ώρα τοις Αποστόλοις σου καταπέμψας...», «Ο εν έκτη ημέρα τε και ώρα τω Σταυρώ προσηλώσας...», «Ο εν τη ενάτη ώρα δι ημάς σαρκί του θανάτου γευσάμενος...».

   Υπάρχουν και οι Μεγάλες και Βασιλικές  Ώρες, οι οποίες ψάλλονται κατά την παραμονή των Χριστουγέννων, την παραμονή των Θεοφανείων και τη Μ. Παρασκευή. Είναι Ακολουθίες οι οποίες αναφέρονται στον Βασιλέα Χριστό, και επιπλέον σε αυτές –κατά το βυζάντιο- ήταν παρών και ο βασιλέας, εξ ου και Βασιλικές. Αναφέρονται, με ιδιαίτερα τροπάρια και ψαλμούς, περισσότερο στα μεγάλα γεγονότα της ημέρας, που τελούνται από την Εκκλησία μας με κατάνυξη και μεγαλοπρέπεια.

   Μαζί με όλες αυτές  τις τακτικές ιερές Ακολουθίες που προαναφέραμε, υπάρχουν στη  λατρεία της Εκκλησίας μας  και οι έκτακτες.


   Έκτακτες ονομάζονται οι Ακολουθίες που γίνονται σε ειδικές περιστάσεις  ή όταν το ζητήσουν οι πιστοί. Αυτές είναι: τα ιερά Μυστήρια, τα Εγκαίνια του Ναού, οι Παρακλητικοί Κανόνες, ο μικρός η μεγάλος Αγιασμός, η νεκρώσιμος Ακολουθία, αλλά  και ένα ακόμα πλήθος περιστασιακών ακολουθιών.

   α) Ακολουθία των Εγκαινίων Ιερού Ναού. Όπως οι Χριστιανοί αφιερώνονται  στον Θεό με το Βάπτισμα,  έτσι και οι Ιεροί  Ναοί αφιερώνονται  στον Θεό με την Ακολουθία των Εγκαινίων. Μετά την Ακολουθία του Όρθρου ο Επίσκοπος, μαζί  με τους Ιερείς και τους πιστούς, λιτανεύει τα  Άγια Λείψανα  τρεις φορές γύρω από τον Ναό. Κατόπιν, με πολλή ευλάβεια, τα τοποθετεί μέσα στην Αγία τράπεζα, σε ειδικά κατασκευασμένη θέση. Ύστερα πλένουν την Αγία Τράπεζα με χλιαρό νερό και κερομαστίχα, τη σφραγίζουν με μύρο, την ντύνουν με τα καλύμματα και την καθαγιάζουν με την πανηγυρική Θεία λειτουργία. Κατά την Ακολουθία των Εγκαινίων γίνεται και η «καθιέρωσις», ο αγιασμός δηλαδή, των Αντιμηνσίων. Αντιμήνσιο (αντί-mensa, που σημαίνει στα λατινικά τραπέζι) είναι τα υφάσματα εκείνα στα οποία απεικονίζεται το Πάθος του Κυρίου, και κάθε Ιερέας τελεί  μόνο πάνω σε αυτό τη Θεία Λειτουργία. Η Ακολουθία των Εγκαινίων θα μας μείνει αξέχαστη, αν έχουμε την ευκαιρία να την παρακολουθήσουμε.

   β) Ακολουθία του Αγιασμού. Ο Αγιασμός, που τελείται από τον Ιερέα στον Ναό  ή και εκτός του Ναού, διακρίνεται σε μικρό και σε μεγάλο Αγιασμό.
   Ο Μικρός Αγιασμός γίνεται στο Ναό  αλλά και στα σπίτια κάθε πρώτη του μήνα, όπως και σε άλλες περιπτώσεις, π.χ. στην αρχή της σχολικής χρονιάς, σε θεμέλια σπιτιών, σε αγιασμό καταστημάτων, ιδρυμάτων κ.ά.

   Ο Μεγάλος αγιασμός  τελείται την ημέρα των Θεοφανείων, την παραμονή των Θεοφανείων και κάθε φορά που τελείται το Μυστήριο του Βαπτίσματος. Έχει περισσότερες Ευχές («λόγια»), για αυτό και ονομάζεται μεγάλος, σε διάκριση με τον μικρό Αγιασμό.

   γ) Παρακλητικός Κανόνας. Η Εκκλησία μας με πολλά μέσα παρηγορεί και ησυχάζει τις ψυχές μας στις δύσκολες  περιστάσεις της ζωής μας. Ένα από αυτά είναι ο Παρακλητικός κανόνας, η «Παράκληση». Η Παράκληση, μικρή και μεγάλη, περιέχει ύμνους,  που απευθύνονται κατ΄ εξοχήν στην Κυρία Θεοτόκο.
   Η μικρή Παράκληση ψάλλεται σε κάθε δύσκολη περίσταση. Με αυτή παρακαλούμε τη Θεοτόκο και όλους τους Αγίους να μεσιτεύσουν στον Θεό για τη σωτηρία μας και την απαλλαγή μας από τις  διάφορες  δοκιμασίες της ζωής.
   Η μεγάλη Παράκληση ψάλλεται το Δεκαπενταύγουστο, εναλλάξ με την μικρή. Λέγεται μεγάλη γιατί έχει σχέση με την μεγάλη Θεομητορική εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

   δ) Νεκρώσιμη Ακολουθία (κηδεία). Η Εκκλησία μας παρακολουθεί τον πιστό  σε ολόκληρη τη ζωή του και με την νεκρώσιμη ακολουθία τον κατευοδώνει στην αιωνιότητα. Η νεκρώσιμη Ακολουθία αποτελεί προσευχή για την ψυχή του νεκρού, αλλά και διδασκαλία για όσους βρίσκονται ακόμη στη ζωή.  Αποτελείται από χαρακτηριστικά τροπάρια του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, τους Μακαρισμούς, τον Απόστολο, το Ευαγγέλιο, την Ευχή για τον κεκοιμημένο. Η Εκκλησία μας πάντοτε μας θυμίζει ότι θα αναστηθούμε και ότι θα ζήσουμε αιώνια μαζί με τους προσφιλείς μας  νεκρούς και τον αναστημένο μας Κύριο Ιησού Χριστό.

   Έκτακτες ακολουθίες είναι και:
   Το «Τρισάγιο», σύντομη  προσευχή για τον κεκοιμημένο, που γίνεται στο κοιμητήριο (στον τάφο του νεκρού) ή στον ιερό Ναό.
   Το Μνημόσυνο, επίσης προσευχή της ενορίας για την ανάπαυση της ψυχής του νεκρού, στις 40 μέρες, στον ένα χρόνο και στα τρία χρόνια από  το θάνατό του.
   Οι ειδικές Ευχές της Εκκλησίας για την ευλόγηση των απαρχών του καλοκαιριού (των σταφυλιών δηλαδή, κατά την εορτή της Μεταμορφώσεως του Κυρίου), των Βαϊων, των αυγών του Πάσχα, της Φανουρόπιτας. Επίσης η Αρτοκλασία, η ευχή της Βασκανίας, οι ιερές Λιτανείες κ.ά.

ΚΑΝΤΗΛΙΑ


Τόσο τα καντήλια όσο και τα κεριὰ αρχικὰ εξυπηρετούσαν πρακτικὲς ανάγκες, δηλαδὴ μετρίαζαν το σκοτάδι στη διάρκεια των ιερών προσευχών που γίνονταν τη νύκτα. Αργότερα προσέλαβαν συμβολισμούς. Η συνήθεια ν᾿ ανάβουμε καντήλι είναι συνέχεια και επιβίωση των αρχαίων λυχνιών που έκαιγαν μπροστὰ στους βωμοὺς και τα θυσιαστήρια. Μιὰ συνήθεια που διατηρεί τον βαθὺ χριστιανικὸ συμβολισμό της με το Φώς του Χριστού που φωτίζει κάθε άνθρωπο, που θερμαίνει την ελπίδα και που παρηγορεί και συντροφεύει στις ατέλειωτες ώρες της μοναξιάς.

Το άναμμα του κεριού - καντηλιού ενέχει τον συμβολισμὸ ότι προσφέρεται ως θυσία σεβασμού και τιμής προς τον Θεὸ και τους Αγίους Tου. Συμβολίζει επίσης, το φως του Χριστού που φωτίζει κάθε άνθρωπο, καθὼς επίσης συμβολίζει και το γνωστὸ παράγγελμα του Κυρίου μας ότι πρέπει να είμαστε, οι χριστιανοί, το φως του κόσμου.
Το έλαιον, το λάδι δηλ. που καίει στα καντήλια μας, συμβολίζει το άπειρο έλεος του Θεού. Μας θυμίζει το έλεος του Θεού που φανερώθηκε όταν η περιστερά του Νώε επέστρεψε στην Κιβωτό για να σημάνει την παύση του κατακλυσμού, έχοντας στο ράμφος της κλάδο ελαίας, ή όταν ο Ιησούς, καθώς προσευχόταν εκτενώς, πότιζε με τους θρόμβους του ιδρώτος Tου την ελιά, κάτω από τα κλαδιά της οποίας γονάτισε την μαρτυρική εκείνη νύχτα της συλλήψεώς Του, στο Όρος των Ελαιών. Όπως ο Κύριος προσευχήθηκε στον κήπο των Ελαιών, έτσι και ο Ναός με τα κανδήλια μετατρέπεται σε νέο κήπο του ελέους του Θεού.
Το λάδι και τα κανδήλια συμβολίζουν ακόμη την Εκκλησία,  που μεταδίδει το θείο έλεος και φωτίζει τη ζωή των ανθρώπων. Τα κανδήλια συμβολίζουν βέβαια και τους αγίους, καθώς το φως τους έλαμψε, κατά το λόγο του Κυρίου, «έμπροσθεν των ανθρώπων».
Στη χριστιανική Εκκλησία το καντήλι τοποθετείται μπροστά στις άγιες εικόνες. Αυτό που τοποθετείται μπροστά στον Εσταυρωμένο, μέσα στο Ιερό Βήμα, διατηρείται πάντοτε αναμμένο και γι' αυτό λέγεται «ακοίμητη κανδήλα».
Ένα καντήλι τοποθετείται επίσης στο εικονοστάσι του σπιτιού και ανάβεται κάθε μέρα, σύμφωνα με την ορθόδοξο παράδοση. Το αναμμένο καντήλι μας θυμίζει την ανάγκη για προσευχή, μας θυμίζει ότι η ζωή μας πρέπει να είναι φωτεινή, μας θυμίζει και ότι πρέπει το θέλημά μας να καεί και να θυσιαστεί.
Η φωτοχυσία του Ναού, με τα πολλά κανδήλια, συμβολίζει το θείο φως της παρουσίας του Θεού, που φωτίζει τις καρδιές όλων των χριστιανών. Ο Κύριος φανέρωσε αυτή τη μεγάλη αλήθεια για τον εαυτό Του λέγοντας: "Εγώ ειμί το φως του κόσμου" (Ιωάν. η,12). Είναι φως όχι μόνο λόγω της φωτεινής διδασκαλίας Του, αλλά κυρίως λόγω της φωτεινής παρουσίας Του.


ΚΕΡΙ
Πίσω από το άναμμα του κεριού κρύβεται βαθύτατος συμβολισμός. Ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης μας λέγει ότι το κερί που ανάβουμε έχει έξι συμβολισμούς:
Συμβολίζει την καθαρότητα της ψυχής μας, γιατί είναι κατασκευασμένο από καθαρό κερί μέλισσας.
Επίσης την πλαστικότητα της ψυχής μας, μια και εύκολα πάνω του μπορούμε να χαράξουμε οτιδήποτε.
Ακόμη τη Θεία Χάρη, επειδή το κερί προέρχεται από τα άνθη που ευωδιάζουν.
Επιπλέον συμβολίζει τη θέωση, στην οποία πρέπει να φθάσουμε, επειδή το κερί ανακατεύεται με τη φωτιά και της δίνει τροφή.
Και το φως του Χριστού επίσης δείχνει, καθώς καίει και φωτίζει στο σκοτάδι.
Και τέλος συμβολίζει την αγάπη και την ειρήνη που πρέπει να χαρακτηρίζουν κάθε χριστιανό, επειδή το κερί καίγεται όταν φωτίζει, αλλά και παρηγορεί τον άνθρωπο με το φως του μέσα στο σκοτάδι.

Ανάβοντας κερί θυμόμαστε ότι πρέπει να ζούμε μέσα στο φως, που πήραμε με την βάπτισή μας. Γι΄ αυτό τη βάπτιση την ονομάζουμε και «Φώτισμα». Γι΄ αυτό και στη διάρκεια της Βαπτίσεως κρατάμε αναμμένες λαμπάδες. Το φως αυτό είναι το πυρ της Πεντηκοστής, το φως του Αγίου Πνεύματος. Και το φως αυτό ανανεώνεται μέσα στην ψυχή μας, κάθε φορά που συμμετέχουμε στη Θεία Λειτουργία και κοινωνούμε και προσευχόμαστε. Γι΄ αυτό στο τέλος της Θ. Λειτουργίας ψάλλουμε: «Είδομεν το φως το αληθινόν, ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον, εύρομεν πίστιν αληθή αδιαίρετον Τριάδα προσκυνούντες».

Το κερί αποτελεί μια προσφορά προς τον Θεό από αυτά τα υλικά αγαθά που ο ίδιος μας δίνει («τα Σα εκ των Σών»). Το κερί, καθώς καίγεται, φωτίζει το περιβάλλον του. Έτσι και ο συνειδητός χριστιανός, όταν θυσιάζεται για την αγάπη του Θεού, φωτίζει τους συνανθρώπους του και τους δείχνει τον δρόμο της σωτηρίας.
Το τρικέρι, με το οποίο ευλογεί ο επίσκοπος, συμβολίζει την Αγία Τριάδα, ενώ το δικέρι τις δύο φύσεις του Χριστού. Τα κεριά ή οι λαμπάδες που ανάβουμε στη Βάπτιση συμβολίζουν το πνευματικό φως που λαμβάνει ο νεοφώτιστος. Τα κεριά της κηδείας, του τάφου και των μνημοσύνων συμβολίζουν το ανέσπερο φως της Βασιλείας του Θεού, στο οποίο ευχόμεθα να εισέλθει ο αποθανών. Ο πολυέλαιος του Ναού συμβολίζει την θριαμβεύουσα Εκκλησία των Ουρανών. Τα κεριά και τα κανδήλια του συμβολίζουν τους αγίους. Στις μεγάλες γιορτές, στις Ιερές Μονές, σείουν τον Πολυέλαιο, για να φανερώσουν ότι και οι άγιοι στα επουράνια συνεορτάζουν και συγχορεύουν με την επίγεια Εκκλησία του Χριστού.

ΘΥΜΙΑΜΑ
Θυμίαμα καλείται από τα αρχαία χρόνια το αρωματικό ρετσίνι που βγαίνει από τις τομές στον κορμό του δέντρου λίβανος, εξ ου και λιβάνι. Το θυμίαμα στη λατρεία του Θεού χρησιμοποιούνταν και απὸ τους Eβραίους και απὸ τους ειδωλολάτρες. Ήταν δείγμα αναγνώρισης της υπερέχουσας αξίας του Θεού, ήταν σύμβολο υποταγής και αφοσίωσης.
Ο χριστιανισμὸς παρέλαβε το θυμίαμα και το καθιέρωσε και στη δική του λατρεία, προσδίδοντάς του τους εξής συμβολισμούς:
Το θυμίαμα κατ’ αρχήν συμβολίζει την προσευχή, που ανεβαίνει προς τον Θεό. «Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν Σου. . .». Είναι η ορμή της ψυχής προς τα άνω. Και ταυτόχρονα συμβολίζει και τη ζέουσα επιθυμία μας να γίνει η προσευχή μας δεκτή «εις όσμήν ευωδίας πνευματικής».
Συμβολίζει ακόμη τις γλώσσες πυρός της Αγίας Πεντηκοστής, όταν ο Κύριος εξαπέστειλε στους Μαθητές Του το Πανάγιό Του Πνεύμα «εν είδει πυρίνων γλωσσών». Στην ευχή που λέγει ο Ιερεύς, όταν ευλογεί το θυμίαμα, αναφέρει «Θυμίαμά Σοι προσφέρομεν Χριστέ ο Θεός εις οσμήν ευωδίας πνευματικής, ο προσδεξάμενος εις το υπερουράνιόν Σου θυσιαστήριον, αντικατάπεμψον ημίν την χάριν του Παναγίου Σου Πνεύματος». (Δηλαδή: Θυμίαμα σ' Εσένα προσφέρουμε, Χριστέ Ύψιστε Θεέ, ως οσμή ευωδίας πνευματικής· αυτό, αφού δέχθηκες στο υπερουράνιό Σου Θυσιαστήριο, στείλε πίσω σε μας τη χάρη του παναγίου Σου Πνεύματος).  Με το θυμίαμα δηλ. ζητούμε από τον Κύριο να μας στείλει την αγιοπνευματική Του χάρη. Γι' αυτό και οι πιστοί, όταν τους θυμιάζει ο Ιερεύς, κλίνουν ελαφρώς την κεφαλή σε δείγμα αποδοχής της χάριτος αυτής.
Το ευώδες θυμίαμα συμβολίζει εξ άλλου και τον αίνο, που απευθύνεται προς τον Θεό. Η καύση του θυμιάματος σημαίνει τη λατρεία και τον εξιλασμό. Το δε ευχάριστο συναίσθημα, που δημιουργείται από το άρωμα του θυμιάματος σε όλο το χώρο του Ι. Ναού, σημαίνει την πλήρωση της καρδιάς μας από τη θεία ευαρέστηση, που είναι ο καρπός της αγάπης μας προς το Θεό. Στην περίπτωση αυτή κάθε πιστός μετατρέπεται σε «ευωδίαν Χριστού».
Το δε θυμιατήριο, όπου καίγονται τα κάρβουνα και τοποθετείται το θυμίαμα, συμβολίζει την κοιλία της Υπεραγίας Θεοτόκου, η οποία δέχθηκε στα σπλάχνα της σωματικώς την Θεότητα, που είναι «πύρ καταναλίσκον», χωρίς να υποστεί  φθορά ή αλλοίωση. Κατά τον άγιο Γερμανό, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως «Ο θυμιατήρ υποδεικνύει την ανθρωπότητα του Χριστού, το πυρ την θεότητα και ο ευώδης καπνός μηνύει την ευωδία του Αγίου Πνεύματος προπορευομένην». Με απλά λόγια και ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός περιγράφει αυτόν τον συμβολισμόν, λέγοντας «Το θυμιατό σημαίνει την Δέσποινα, την Θεοτόκο. Όπως τα κάρβουνα είναι μέσα στο θυμιατό και δεν καίεται, έτσι και η Δέσποινα η Θεοτόκος εδέχθηκε τον Χριστόν και δεν εκάηκε, αλλά μάλιστα εφωτίσθηκε».

Με το θυμίαμα που προσφέρουμε την ώρα της προσευχής υποβοηθείται η ανάταση της ψυχής προς τα υψηλά «άνω σχώμεν τάς καρδίας». Όπως το θυμίαμα θερμαινόμενο στον άνθρακα ανέρχεται προς τα άνω ευωδιάζοντας το περιβάλλον, έτσι και η ψυχή του πιστού με θερμή πίστη πρέπει να πτερουγίζει προς τα άνω μυροβλύζουσα, απαγγιστρωμένη από τις υλικές μέριμνες. Η βάση του θυμιατηρίου υποδεικνύει την ανθρωπότητα του Χριστού, η φωτιά την θεότητά Του και ο ευώδης καπνός μάς «πληροφορεί» την προπορευόμενη ευωδία του Αγίου Πνεύματος.

Ο Μωυσής, υπακούοντας στον Θεό, κατασκεύασε και τοποθέτησε στη σκηνή του Μαρτυρίου θυσιαστήριο του θυμιάματος (Έξοδ. 30: 1-10). Ο τρόπος παρασκευής του θυμιάματος διδάχθηκε από τον ίδιο τον Κύριο (Έξοδ. 30: 34-36). Η προσφορά θυμιάματος στην Παλαιά Διαθήκη αποτελούσε εντολή του Θεού. Έπρεπε να προσφερθεί θυμίαμα στην αρχή της ημέρας το πρωί και το βράδυ με το άναμμα των λύχνων (Έξοδ. 30: 7-8).
Αυτή η καλή συνήθεια μεταφέρθηκε και στη χριστιανική λατρεία. Το λατρευτικό αυτό μέσο δημιουργεί κατανυκτικό κλίμα προσευχής και ελκύει την αγιαστική χάρη του Θεού. Όταν ο Λειτουργός θυμιάζει τις εικόνες των αγίων, επιζητεί τις μεσιτικές προσευχές τους προς τον Κύριο για βοήθεια των μελών της στρατευομένης Εκκλησίας. Όταν ο Λειτουργός θυμιάζει τους πιστούς, αυτοί πρέπει να υποκλίνονται και να προσκυνούν ευλαβικά προσδοκώντας την ευλογία και τη χάρη του Θεού. Η μικρή υπόκλιση είναι δείγμα ότι συμμετέχουμε στα τελούμενα! Εκτός από τον Ι. Ναό, είναι καλό και στο  σπίτι να προσφέρεται θυμίαμα τακτικά και να συνοδεύεται πάντοτε με ολοκάρδια προσευχή.

ΑΝΤΙΔΩΡΟ


Το αντίδωρο «βγαίνει» από τα πρόσφορα, που προσεκόμισαν και προσέφεραν οι πιστοί, προκειμένου να τελεσθεί η Θεία Λειτουργία. (γι' αυτό και η ονομασία "πρόσφορο", από το ρήμα προσφέρω). Το πρόσφορο ζυμώνεται με προσευχές και θυμιάματα και σφραγίζεται με τα σύμβολα του Χριστού μας ΙC XC ΝΙΚΑ. Γι' αυτό ήδη από την παρασκευή του ενέχει ευλογία, δεν είναι κοινός άρτος. Με το που προσφέρεται στο Άγιο Βήμα, αποκτά ακόμη μεγαλύτερο αγιασμό. Τελικά, αμέσως μετά τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, όπου το τμήμα του προσφόρου, που προσκομίσθηκε στο Αγιο Δισκάριο και την Αγία Τράπεζα, έγινε Σώμα και Αίμα Χριστού, παίρνει ο Λειτουργός τα κάνιστρα με το Αντίδωρο ένα-ένα και τα υψώνει εμπρός από την Αγία Τράπεζα λέγοντας "Μέγα το όνομα της Αγίας Τριάδος". Αυτό είναι μια προσομοίωση της πράξεως που προηγήθηκε στο "τα σα εκ των σων", όπου ο Λειτουργός ύψωσε και σχημάτισε στον αέρα το σχήμα του Τιμίου Σταυρού, δοξολογώντας ευγνωμονικά τον Πλαστουργό μας. Έτσι, το Αντίδωρο αποκτά και μια ακόμη ευλογία.

Καλό είναι το Αντίδωρο να υπάρχει σε ένα κάνιστρο κοντά σε όσους κοινωνούν, ώστε αμέσως μετά τη Θεία Μετάληψη να λαμβάνουν ένα κομμάτι και να σπογγίζουν τα χείλη και το στόμα τους.
Μερικοί αποζητούν το λεγόμενο "Ύψωμα". Αυτό είναι Αντίδωρο, αλλά τέτοιο κομμάτι που να διατηρεί τη σφραγίδα του Κυρίου (IC XC ΝΙΚΑ) πάνω του. Και το θεωρούμε πιο τιμητικό. Το προσφέρει ο Ιερεύς σε όσους ήδη είχαν προσκομίσει πρόσφορο για την τέλεση της Θ. Λειτουργίας ή σε συγγενείς ανθρώπου, του οποίου τελούμε Μνημόσυνο, προς παρηγορίαν τους μεγαλυτέρα. Τούτο όμως δεν πρέπει να καταλήγει να γίνεται αφορμή ξεσυνέργιας ή παρεξηγήσεων. Ίδια είναι η ευλογία που παίρνουμε. Ακόμη και με τα ψίχουλα που απέμειναν στο κάνιστρο! Κι όσο πιο ευλαβική και κατανυκτική και ανώτερη και εύτακτη είναι η ψυχή μας, τόσο πιο πολύ ωφελούμεθα.
Παίρνοντας το αντίδωρο από το χέρι του Ιερέα, συγχρόνως επικοινωνούμε μαζί του. Τον προσεγγίζουμε. Έκείνος, λουσμένος στην ιερότητα και τη θεΪκή Χάρη (και στον ιδρώτα συχνά, έναν ξεχωριστό ιδρώτα κατανύξεως) κι οι εκκλησιαζόμενοι, που μέχρι τώρα ήταν απέναντι, κάπως απόμακροι, να έρχονται και να τον εγγίζουν, σα να εγγίζουν τον ίδιο το Χριστό μας. Εκείνη τη στιγμή και ο Ιερέας θα δείξει μια διακριτική οικειότητα προς κάθε ψυχή της Ενορίας του, θα τους χαιρετήσει με το όνομά τους, θα τους ευχηθεί, θα στείλει χαιρετίσματα σε κάποιον κατάκοιτο της οικογενείας κ.ο.κ. Λιτά όμως. Και χωρίς διαχύσεις ή πληθωρικά χαμόγελα ή άσχετα θέματα και καθυστερήσεις. Όλα μέσα στο κλίμα της Θ. Λειτουργίας, που μόλις ολοκληρώθηκε!
Αρκετές φορές από τα πρόσφορα που έφεραν οι πιστοί περίσσεψαν πολλά. Είναι ευλογία αυτό. Δείχνει πόσο οι πιστοί συμμετέχουν στο μεγάλο γεγονός της Θ. Λειτουργίας. Οι Ιερείς κρατούν ωρισμένα, για να λειτουργήσουν ενδιαμέσως της εβδομάδος, και τα υπόλοιπα είναι επιτρεπτό να τα διοχετεύσουν σε σπίτια πτωχών χριστιανών. Σκεφθείτε μάλιστα όταν υπάρχει πανηγύρι, πόσα περισσεύουν!




Ο ιερός Καβάσιλας μας λέει: «Ο άρτος που διανέμεται ως αντίδωρο, έχει από πριν αγιασθεί, επειδή προσφέρθηκε στον Θεό. Όλοι οι εκκλησιαζόμενοι χριστιανοί τον δέχονται με ευλάβεια μέσα στην δεξιά κυρτή τους παλάμη και ασπάζονται το δεξί χέρι του Ιερέως, που πριν από λίγο ακούμπησε και κομμάτιασε το πανάγιο Σώμα του Σωτήρος Χριστού. Επειδή αγιάσθηκε ολόκληρο, γι΄ αυτό πιστεύεται από την Εκκλησία μας ότι το χέρι του Λειτουργού μεταδίδει αυτόν τον αγιασμό σε όσους το αγγίζουν και το ασπάζονται».
Βασικά πράγματα που πρέπει να γνωρίζουμε για το αντίδωρο:
Πρέπει να μοιράζεται μέσα σε ησυχία και τάξη
Το παίρνουμε από το χέρι του Ιερέα και όχι από το παγκάρι
Τοποθετούμε το δεξί μας χέρι πάνω στο αριστερό και με ανοιχτή την παλάμη
Οι ιεροψάλτες ψάλλουν ύμνους κατά την διάρκεια της διανομής
Πρέπει να είμαστε νηστικοί για να το φάμε.
Το καταναλώνουμε όλο και δεν το πετάμε πουθενά.
Μην ξεχνάμε ότι δίνεται αντί-δώρου, δηλαδή αντί για το μεγάλο δώρο που είναι η Θεία Κοινωνία, αλλά και ως επιπλέον δώρο για αυτούς που κοινώνησαν.

ΠΡΟΣΦΟΡΟ

Το πρόσφορο το ζυμώνουμε και το προσφέρουμε στην Εκκλησία για να χρησιμοποιηθεί στην τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Γι’ αυτό και σε μερικά μέρη της πατρίδας μας το ονομάζουν «λειτουργιά». Το πρόσφορο έχει στη μέση μία στρογγυλή σφραγίδα, που θα χρησιμοποιηθεί στη Θεία Ευχαριστία. Το υπόλοιπο πρόσφορο θα διανεμηθεί στους πιστούς ως αντίδωρο. Στο κέντρο της σφραγίδας  υπάρχουν τα αρχικά γράμμα ΙC ΧΡ ΝΙ ΚΑ. Από εκεί θα εξαχθεί ο «Αμνός» που θα μεταβληθεί σε Σώμα του Χριστού. Η σφραγίδα φέρει ακόμη στο πλάι μία τριγωνική μερίδα  με τα αρχικά Μ Θ (δηλ. Μήτηρ Θεού), αφιερωμένη στην Παναγία και 9 μικρά τριγωνίδια –στο άλλο πλάι- που είναι οι μερίδες των αγγελικών Ταγμάτων και των Αγίων της Εκκλησίας μας. Όλα αυτά τα τεμάχια ο Ιερέας στην Προσκομιδή –σε μια ειδική Ιερά Ακολουθία- τα τοποθετεί στο Δισκάριο και είναι έτοιμα για την τέλεση της Θείας Λειτουργίας.  «Σφραγίδα» λέγεται και το ειδικό ξύλινο σκεύος που είναι απαραίτητο για την παρασκευή του προσφόρου, γιατί αυτό αποτυπώνει στο ζυμάρι όλα τα παραπάνω αρχικά. Πολλοί χριστιανοί συνηθίζουν να φέρνουν μαζί με το πρόσφορο και άλλα είδη που θα χρησιμοποιηθούν στη Θ. Λειτουργία, π.χ. κρασί νάμα, θυμίαμα και καρβουνάκια, λάδι για τα καντήλια.

Το πρόσφορο και οι συμβολισμοί του
Το Πρόσφορο είναι το ψωμί που προσφέρουμε στον Ναό, για να τελεσθεί η Θεία Ευχαριστία. Μαζί με το κρασί, ως Τίμια Δώρα (άρτος και οίνος), προτού μεταφερθούν με τη Μεγάλη Είσοδο στην Αγία Τράπεζα, τοποθετούνται στην Πρόθεση (προ + τίθημι = προθέτω), όπου με την τελετή της Προσκομιδής θα προετοιμασθούν για τη Θεία Λειτουργία. Στην Προσκομιδή τμήματα του Προσφόρου θα τοποθετηθούν τελετουργικά στο Δισκάριο και λίγο κρασί στο Άγιο Ποτήριο.



Το στρογγυλό σχέδιο του Προσφόρου συμβολίζει την κοιλιά της Παρθένου Μαρίας, απ' όπου προήλθε (γεννήθηκε) ο μονογενής Υιος της. Πάνω στο Πρόσφορο υπάρχει ανάγλυφο σχέδιο, που σχηματίζεται απόσφραγίδα. Από το κέντρο του Προσφόρου βγαίνει ο Αμνός, δηλ. το κεντρικό τετράγωνο του σχεδίου με τα γράμματα: ΙΣ ΧΣ ΝΙ ΚΑ (Ιησούς Χριστός νικά). Τα γράμματα αυτά πρέπει να είναι ευδιάκριτα και να φαίνονται καθαρά. Λέγεται Αμνός (αρνάκι), γιατί ο προφήτης Ησαϊας προφήτευσε ότι ο Μεσσίας σαν ένα άκακο αρνάκι θα οδηγηθεί στη θυσία. Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος επιβεβαίωσε αυτή την προφητεία, όταν έδειξε στους μαθητές του τον Μεσσία και είπε: "Να ο αμνός του Θεού" (Ιωάν.1/α', 29). Επίσης ο Απόστολος Πέτρος στην Α' Επιστολή (1/α', 18-19) γράφει: "Ελυτρώθητε εκ της ματαίας υμών αναστροφής... τιμίω αίματι ως αμνού αμώμου και ασπίλου Χριστού".



Το σχέδιο του Προσφόρου περιέχει επίσης τη μερίδα της Παναγίας με τα γράμματα Μ και Θ, δηλ. ΜήτηρΘεού. Η τριγωνική μερίδα της Παναγίας τοποθετείται δεξιά του Αμνού στο Δισκάριο με τα λόγια: "Εις τιμήν και μνήμην της υπερευλογημένης, ενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, και αειπαρθένου Μαρίας, ης ταις πρεσβείαις πρόσδεξαι, Κύριε, την Θυσίαν ταύτην εις το υπερουράνιόν σου Θυσιαστήριον. (Συνεχίζει με τον 10ο στίχο του 44ου ψαλμού) Παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών σου, εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη". (Δηλαδή: Προσφέρουμε τη μερίδα αυτή προς τιμή και μνήμη της υπερευλογημένης ένδοξης Κυρίας μας Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, με τις πρεσβείες της οποίας δέξου, Κύριε, τη Θυσία αυτή στο υπερουράνιό σου Θυσιαστήριο. Τιμητικά στάθηκε η Βασίλισσα στα δεξιά σου με ιματισμό χρυσό ντυμένη, στολισμένη). Η Παναγία στη Βασιλεία του Θεού έχει το πρωτείο τιμής.
Από τα εννέα τριγωνάκια, που βρίσκονται στο δεξί μέρος του προσφόρου, εξάγονται οι μερίδες τωναγγέλων και όλων των αγίων και τοποθετούνται αριστερά του Αμνού. Οι άγιοι που μνημονεύονται είναι οι Προφήτες, οι Απόστολοι, οι Ιεράρχες, οι Μάρτυρες, οι Όσιοι, οι Ανάργυροι, οι Θεοπάτορες μαζί με τον άγιο της ημέρας και τελευταίος ο Πατέρας της Εκκλησίας που συνέγραψε την τελούμενη Θεία Λειτουργία. Οι άγιοι, επειδή δεν έχει γίνει η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου και δεν έχουν εισέλθει ακόμα στον Παράδεισο, ωφελούνται κι αυτοί από τη μνημόνευση στις Θείες Λειτουργίες. Εξάλλου και στον Παράδεισο θα προχωρούν από "δόξης εις δόξαν", δηλ. θα βελτιώνεται η κατάστασή τους και θα απολαμβάνουν σταδιακά μεγαλύτερες θείες ευλογίες. Επίσης, κατά τον Καβάσιλα προσφέρεται η αναίμακτη θυσία ως ευχαριστία στον Θεό, που μας έδωσε τους αγίους. Αυτοί αποτελούν τα πρότυπα όλων των χριστιανών, αυτοί τους καθοδηγούν και μεσιτεύουν γι' αυτούς με τις προσευχές τους.



Από άλλα τμήματα του Προσφόρου εξάγονται οι μερίδες υπέρ των ζώντων και των κεκοιμημένων, οι οποίοι ανήκουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Αυτές τοποθετούνται εμπρός από τον Αμνό και, όταν πριν τη Θεία Κοινωνία κατά τη συστολή (ένωση) Σώματος και Αίματος ο Λειτουργός τις ρίχνει στο Δισκοπότηρο, λέει συγχρόνως τα ακόλουθα αξιοπρόσεκτα λόγια: "Απόπλυνον, Κύριε,τα αμαρτήματα των ενθάδε μνημονευθέντων δούλων σου τω Αίματί σου τω Αγίω· πρεσβείαις της Θεοτόκου και πάντων σου των αγίων. Αμήν". (Δηλαδή: Σβήσε εντελώς, Κύριε, τις αμαρτίες όσων εδώ μνημονεύθηκαν δούλων Σου με το Αίμα Σου το Άγιο· με τις πρεσβείες της Θεοτόκου και όλων Σου των αγίων. Αμήν). Στήν αρχή της Προσκομιδής ο Ιερουργός υψώνει (σηκώνει ψηλά) το Πρόσφορο μέχρι το μέτωπο και μ' αυτή την κίνηση συμβολίζει την ύψωση του Χριστού στον Σταυρό, όπου έχυσε το τίμιο Αίμα Του για τη σωτηρία των ανθρώπων.

ΚΟΛΛΥΒΑ

Κόλλυβα ετοιμάζουμε τα Ψυχοσάββατα (δηλ. τά Σάββατα  πρίν τις Κυριακές της Απόκρεω, της Τυρινής και της Α΄ Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και το Σάββατο πριν την Κυριακή της Πεντηκοστής) καθώς και κάθε φορά που θέλουμε να τελέσουμε στο Ναό επιμνημόσυνη δέηση για την ανάπαυση των αγαπημένων κεκοιμημένων μας προσώπων. Τα κόλλυβα συμβολίζουν την κοινή ανάσταση των ανθρώπων. Δηλ, όπως ο σπόρος του σιταριού πέφτει στη γη, θάβεται και χωνεύεται και σαπίζει χωρίς όμως να φθαρεί και στη συνέχεια φυτρώνει καλύτερος και ωραιότερος, έτσι και το νεκρό σώμα του ανθρώπου θάβεται στη γη και σαπίζει, για να αναστηθεί και πάλι άφθαρτο και ένδοξο και αιώνιο. Την ωραία αυτή εικόνα μας δίδει ο απόστολος Παύλος στην Α΄ προς Κορινθίους Επιστολή (κεφ. 12, στίχοι 35-44). Την ίδια εικόνα για την Ανάστασή Του χρησιμοποίησε και ο Χριστός (ευαγγέλιο Ιωάννη, κεφ. 12, στίχ. 24).


Κόλλυβο είναι βρασμένο σιτάρι, το όποιο σιτάρι είναι σύμβολο του ανθρώπινου σώματος, επειδή το ανθρώπινο σώμα τρέφεται και αυξάνει με το σιτάρι.

Γι' αυτό άλλωστε και ο Κύριος παρομοίασε το θεο-ϋπόστατο Σώμα Του με το σπυρί του σιταριού, έτσι λέγοντας στο 12ο κεφάλαιο του κατά Ιωάννη αγίου Ευαγγελίου: «Το σπυρί του σιταριού εάν πέφτοντας στη γη δεν πεθάνει, μένει μοναχό του (και δεν πολλαπλασιάζεται), εάν όμως πεθάνει, πολύ καρπό φέρνει».
Είπε εξάλλου και ο μακάριος Παύλος στην προς Κορινθίους Α' επιστολή (κεφάλαιο 16): «Εκείνο που εσύ σπέρνεις δεν ζωογονείται, εάν πρώτα δεν πεθάνει», και τούτο, γιατί θάβεται στη γη το νεκρό σώμα και σαπίζει, όπως ακριβώς συμβαίνει και με το σπυρί του σιταριού.
Απ' αυτή, λοιπόν, την παρομοίωση πήρε την αφορμή η Εκκλησία του Χριστού και τελεί τα αποκαλούμενα κόλλυβα, τόσο αυτά που προσφέρονται στις εορτές των αγίων, όσο και αυτά που προσφέρονται στα μνημόσυνα των κεκοιμημένων εν Χριστώ αδελφών μας.



Ο δεύτερος λόγος για τον όποιο βράζουμε το σιτάρι είναι, για να φανερώνεται με το βράσιμο η διάλυση και η φθορά των σωμάτων των κεκοιμημένων, των οποίων σύμβολα είναι τα κόλλυβα.
Και όπως το βρασμένο σιτάρι δεν μπορεί βέβαια να βλαστήσει με φυσικό τρόπο, μπορεί όμως και παραμπορεί με υπερφυσικό, δηλαδή με την άπειρη δύναμη του Θεού, ο όποιος μπορεί να πραγματοποιήσει τα πάντα, έτσι παρομοίως και τα νεκρά σώματα, τα όποια έχουν διαλυθεί στα μέρη από τα όποια συναρμόσθηκαν, δεν μπορούν βέβαια μ' φυσικό τρόπο να αναστηθούν και να ξαναζωντανέψουν, με υπερφυσικό όμως τρόπο, δηλαδή με την παντοδυναμία του Θεού, μπορούν και πάρα πολύ μάλιστα. Γι΄ αυτό όλοι ομολογούμε ότι η ανάσταση των νεκρών είναι έργο πού ξεπερνά όλους τους όρους της φύσεως.

ΑΡΤΟΚΛΑΣΙΑ


Ο άρτος, το βασικό στοιχείο τροφής του ανθρώπου, ευλογήθηκε ιδιαίτερα από τον Χριστό. Στην έρημο ο Κύριος ευλόγησε τους πέντε άρτους (και τα δύο ψάρια) και με αυτά χόρτασαν πέντε χιλιάδες άνδρες, χωρίς να υπολογίζονται οι γυναίκες και τα παιδιά. Στο Μυστικό Δείπνο χρησιμοποιεί τον άρτο για να παραδώσει το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Στους Εμμαούς, μετά την Ανάστασή Του, τα μάτια των μαθητών ανοίγουν και Τον αναγνωρίζουν κατά την ευλογία και την κλάση του άρτου. Ο Χριστός συμβολικά μίλησε για τον παραλληλισμό του άρτου με τον ίδιο τον εαυτό Του, που είναι ο «άρτος της ζωής», ο «άρτος ο ζων», ο «άρτος ο εκ του ουρανού καταβάς» (Ιωάν. στ, 35/51/41).

Ο άρτος συμβολίζει ακόμη την Εκκλησία, καθώς τα μέλη της –οι πιστοί- ήταν πριν διεσπαρμένα όπως το σιτάρι στους αγρούς, αλλά δια του Χριστού συνήχθησαν (συγκεντρώθηκαν) σε ένα σώμα.
Αλλά και εσχατολογικώς, ο άρτος θεωρήθηκε εικόνα της Βασιλείας του Θεού, καθώς οι συμμετέχοντες σ’ αυτήν θα βρίσκονται σε πλήρη κοινωνία με τον Θεό δια της βρώσεως του ουρανίου άρτου, που βρίσκεται στην τράπεζα του Κυρίου: «Μακάριος όστις φάγεται άρτον εν τη Βασιλεία του Θεού» (Λουκ. ιδ,15).
Η τελετή της αρτοκλασίας ή της «ευλογήσεως των άρτων» είναι παλαιότατη λειτουργική πράξη και έχει τις ρίζες της σε αυτούς τους αποστολικούς χρόνους. Θεωρείται κατάλοιπο από τις «αγάπες», τα κοινά γεύματα των πρώτων χριστιανών, που διασώζει και το αρχαίο όνομα της Θείας Ευχαριστίας (κλάσις του άρτου), καθώς και τον τρόπο τεμαχισμού και διανομής της.
Ο άγιος Συμεών Θεσαλονίκης γράφει πως η αρτοκλασία είναι «άνωθεν παραδεδομένη εκ του Σωτήρος αυτού».
Στην τελετή, τους άρτους προσφέρουν οι πιστοί, συνήθως οι εορτάζοντες, αλλά η διανομή των ευλογηθέντων άρτων γίνεται σε όλους τους εκκλησιαζομένους, γεγονός που φανερώνει ακόμη περισσότερο τη σχέση της αρτοκλασίας προς τις παλαιές «αγάπες» των πρώτων χριστιανών.

Τα δώρα των χριστιανών για τη Θεία Λειτουργία
Οι πρώτοι Χριστιανοί, στα χρόνια των Αγίων Αποστόλων, όταν συγκεντρώνονταν για τη ΘείΌταν ο Ιερέας πρόκειται να τελέσει την Θεία Λειτουργία, στη διάρκεια του Όρθρου, τελεί την ακολουθία της Προσκομιδής. Η ακολουθία αυτή γίνεται στο ειδικό μέρος του Ιερού Βήματος. Σε ένα μικρό βαθούλωμα στον τοίχο, στα αριστερά της Αγίας Τράπεζας, που ονομάζεται «Προσκομιδή» ή «Αγία Πρόθεση».

Στην Προσκομιδή προετοιμάζει ο Ιερέας τα τίμια Δώρα (ψωμί και κρασί), που θα χρειαστούν για την Θεία Λειτουργία. Βάζει δηλαδή τον Αμνό και τις μερίδες των μελών της Εκκλησίας πάνω στον άγιο δίσκο και το κρασί μέσα στο Άγιο Ποτήριο.

Το ψωμί είναι από καθαρό σιτάρι. Το έχουν ζυμώσει με προσευχή ευλαβείς γυναίκες. Έχει κυκλικό σχήμα και έχει σφραγισθεί με ειδική σφραγίδα. Ονομάζεται «πρόσφορο».
Στον άγιο δίσκο υπάρχει μια μερίδα για κάθε μέλος της Εκκλησίας. Πάνω σ’  αυτόν τον μικρό δίσκο, σε κάθε Θεία Λειτουργία, συγκεντρωνόμαστε όλοι μας για να κοινωνήσουμε τον Χριστό (το Σώμα και το Αίμα Του) και να επικοινωνήσουμε μεταξύ μας.
«Πριν από κάθε Θεία Λειτουργία, στον Όρθρο, ο ιερέας κάνει την τελετή της Προσκομιδής. Φέρνει δηλαδή στην αγία Πρόθεση τις προσφορές των πιστών και τις τεμαχίζει. Πρώτα βγάζει τη μεγάλη μερίδα, τον Αμνό, που θα μεταβληθεί σε Σώμα Κυρίου και έπειτα τις μερίδες της Κυρίας Θεοτόκου, των Αγγέλων, των Αγίων και των Χριστιανών, «ζώντων και τεθνεώτων», τις οποίες τοποθετεί γύρω από τον Αμνό, μέσα στο ιερό δισκάριο.
Βλέπετε; Ολόκληρη η Εκκλησία… μέσα στο δισκάριο! Ο Κύριος Ιησούς, η Παναγία Μητέρα Του, ο Τίμιος Πρόδρομος, οι Προφήτες, οι Απόστολοι, οι Μάρτυρες, οι Όσιοι, οι Δίκαιοι, «πάντων των αγίων ο χορός», ενωμένοι μ’ εμάς, τους ευτελείς και ταπεινούς. Κοινωνία ζωντανών και πεθαμένων. Κοινωνία Αγίων και αμαρτωλών. Κοινωνία Θεού και ανθρώπων. Αυτή είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού!»
    
 Ο Αμνός και οι μερίδες που τοποθετεί ο Ιερέας πάνω στον Άγιο Δίσκο.

Το μεγάλο τετράγωνο κομμάτι που ο Ιερέας τοποθετεί στο κέντρο του αγίου δίσκου λέγεται Αμνός (1). Είναι αυτό που θα ευλογήσει ο Ιερέας για να γίνει Σώμα Χριστού. Η λέξη «αμνός» σημαίνει πρόβατο και μας θυμίζει τον Χριστό, που θυσιάστηκε για χάρη μας, «όπως τα πρόβατα στη σφαγή». Πάνω του είναι γραμμένο: «Ιησούς Χριστός νικά».

Το τριγωνικό κομμάτι (2) είναι η μερίδα της Παναγίας, της Μητέρας του Χριστού.
Τα 9 τριγωνάκια είναι (3) :
Το πρώτο, για τους Αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ και για όλους τους Αγίους Αγγέλους.
Το δεύτερο, για τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και όλους τους Προφήτες.
Το τρίτο, για τους Αγίους Αποστόλους.
Το τέταρτο, για όλους τους Ιεράρχες, δηλαδή τους επισκόπους που αγίασαν.
Το πέμπτο, για όλους τους Αγίους που μαρτύρησαν για τον Χριστό, τους Μάρτυρες.
Το έκτο, για όλους τους Οσίους, άνδρες και γυναίκες, δηλαδή τους μοναχούς που αγίασαν.
Το έβδομο, για όλους τους Αγίους Αναργύρους.
Το όγδοο, για τους γονείς της Παναγίας, τον Ιωακείμ και την Αννα, καθώς και για τον Άγιο που γιορτάζει την ημέρα εκείνη,
και το ένατο, για τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο ή τον Μέγα Βασίλειο –ανάλογα με το ποιος έγραψε την Θεία Λειτουργία που τελείται εκείνη την ημέρα.
Στη συνέχεια, ο ιερέας βγάζει μία μερίδα για τον Αρχιεπίσκοπο.

Και τέλος, ο ιερέας βγάζει τις «μερίδες» (4). Οι «μερίδες» είναι κάποια μικρά ψίχουλα από το πρόσφορο. Βγάζει από μία μερίδα για κάθε Χριστιανό, ζωντανό ή πεθαμένο. Σε κάθε μερίδα που βγάζει, λέει: « Μνήσθητι, Κύριε, του δούλου Σου (τάδε)…» -που σημαίνει: «Θυμήσου, Κύριε, τον δούλο Σου (τάδε)». Στο τέλος θα πει «Μνήσθητι, Κύριε, και των λοιπών», δηλαδή «Θυμήσου, Κύριε, και τους υπόλοιπους Χριστιανούς» για να μην λείψει κανένας από το γιορτινό Τραπέζι της Θείας Λειτουργίας.α Ευχαριστία έτρωγαν όλοι μαζί το ίδιο φαγητό, έψελναν ύμνους, έκαναν προσευχή, άκουγαν το κήρυγμα των Αποστόλων και στο τέλος έτρωγαν το αγιασμένο ψωμί, δηλαδή το Σώμα του Χριστού, και έπιναν το αγιασμένο κρασί, δηλαδή το Αίμα Του.


Και εμείς σήμερα προσφέρουμε ψωμί και κρασί στην Ευχαριστία και τα ξαναπαίρνουμε, αφού τα ευλογήσει ο Ιερέας και με τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος γίνουν Σώμα και Αίμα του Χριστού.